Τη συναίνεση του Διοικητικού Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας ότι είναι ακόμη πρόωρο να συζητηθούν περικοπές επιτοκίων εξέφρασε η επικεφαλής της Κεντρικής Τράπεζας, Κριστίν Λαγκάρντ, λίγο μετά τη δημοσιοποίηση της απόφασης να παραμείνουν αμετάβλητα τα επιτόκια.
Η τελευταία απόφαση να αφήσει αμετάβλητα τα επιτόκια επιβεβαίωσε σε γενικές γραμμές την προηγούμενη (Δεκέμβριο) εκτίμησή της για τις μεσοπρόθεσμες προοπτικές πληθωρισμού, δήλωσε ο πρόεδρος της ΕΚΤ σε συνέντευξη Τύπου.
Εκτός από την ανοδική επίδραση στον πληθωρισμό από την ενέργεια, η πτωτική τάση του βασικού πληθωρισμού συνεχίζεται και οι προηγούμενες αυξήσεις των επιτοκίων εξακολουθούν να έχουν ισχυρό αντίκτυπο στις συνθήκες χρηματοδότησης. Η ΕΚΤ τονίζει ότι οι αυστηρές συνθήκες χρηματοδότησης περιορίζουν τη ζήτηση, γεγονός που συμβάλλει στη μείωση του πληθωρισμού.
Στη συνέχεια, τα τρία βασικά επιτόκια της ΕΚΤ, δηλαδή το επιτόκιο των πράξεων κύριας αναχρηματοδότησης και το επιτόκιο του δανείου της κεντρικής τράπεζας και του δανείου της κεντρικής τράπεζας, θα παραμείνουν αμετάβλητα στο 4,50%, 4,75% και 4,00%, αντίστοιχα.
Όπως εξήγησε η Κριστίν Λαγκάρντ, η ΕΚΤ αναμένει ότι μέρος των αυξήσεων που έχουν ήδη σημειωθεί θα απορροφηθεί από μειωμένα περιθώρια κέρδους στα αγαθά.
Ωστόσο, υπάρχει σχετική αβεβαιότητα για το πώς θα εξελιχθούν οι μισθοί στη ζώνη του ευρώ, καθώς περίπου το 40% των εργαζομένων στη ζώνη του ευρώ θα υπογράψει νέες συμβάσεις εργασίας τους επόμενους μήνες.
Αναφερόμενη στην οικονομία της ευρωζώνης, η Κριστίν Λαγκάρντ εκτίμησε ότι πιθανότατα θα μείνει στάσιμη το τελευταίο τρίμηνο του 2023 και τα τελευταία στοιχεία δείχνουν ότι η οικονομία θα παραμείνει αδύναμη στο εγγύς μέλλον. Ωστόσο, ορισμένοι κορυφαίοι δείκτες δείχνουν ότι η οικονομία θα επιστρέψει σε θετική ανάπτυξη.
Ωστόσο, οι κίνδυνοι για την οικονομική ανάπτυξη παραμένουν αυξημένοι. Η ανάπτυξη μπορεί να είναι χαμηλότερη εάν τα αποτελέσματα της νομισματικής πολιτικής αποδειχθούν ισχυρότερα από τα αναμενόμενα. Μια πιο αδύναμη παγκόσμια οικονομία ή περαιτέρω επιβράδυνση της παγκόσμιας οικονομίας μπορεί να επηρεάσει αρνητικά τον ρυθμό ανάκαμψης στη ζώνη του ευρώ.
Το παγκόσμιο εμπόριο θα επηρεάσει επίσης την ανάπτυξη της ζώνης του ευρώ. Ο αδικαιολόγητος πόλεμος της Ρωσίας με την Ουκρανία και οι τραγικές συγκρούσεις στη Μέση Ανατολή είναι οι κύριες πηγές γεωπολιτικού κινδύνου.
Η αγορά εργασίας παρέμεινε σταθερή. Στο 6,4% υποχώρησε το ποσοστό ανεργίας τον Νοέμβριο, φθάνοντας στο χαμηλότερο επίπεδο από την αρχή της ενίσχυσης του ευρώ. Ταυτόχρονα, η ζήτηση για εργατικό δυναμικό μειώνεται και λιγότερες αγγελίες εργασίας.