Εννέα στους δέκα δημοσιογράφους που έλαβαν μέρος στη μελέτη του ΑΠΘ έχετε βιώσει ή παρακολουθήσει ρητορική μίσους στην επαγγελματική σας ζωή.
Εννέα στους δέκα δημοσιογράφους που έλαβαν μέρος στη μελέτη του ΑΠΘ έχετε βιώσει ή παρακολουθήσει ρητορική μίσους στην επαγγελματική σας ζωή.
Περισσότεροι από τους μισούς από αυτούς ανέφεραν ότι η συχνότητα τέτοιων περιστατικών ήταν καθημερινή (31,6%) ή εβδομαδιαία (21,1%). Η συντριπτική πλειοψηφία των περιστατικών αφορά λεκτικές επιθέσεις στο φυσικό χώρο (63,2%) και στο κυβερνοεπιθέσεις στο Διαδίκτυο Διαφορετικό είδος (26,3%), ενώ 52,6% Οι συμμετέχοντες που βίωσαν επιθέσεις απάντησαν ότι βρήκαν υποστήριξη από επαγγελματικές και δημοσιογραφικές ενώσεις. Όλα καταχωρημένα η απροθυμία των δημοσιογράφων να συμμετάσχουν στην έρευνακαθώς και απροθυμία να αποκαλύψουν την ταυτότητά τους στο πλαίσιο της έρευνας, υπό τον φόβο πιθανών νέων απειλών εναντίον τους.
Το Εργαστήριο Δημοσιογραφίας Ειρήνης του ΑΠΘ παρουσίασε σήμερα τα αποτελέσματα της έρευνάς του για τη ρητορική μίσους κατά δημοσιογράφων σε χώρες της Νοτιοανατολικής Ευρώπης, ιδίως σε Ελλάδα, Σερβία, Κοσσυφοπέδιο, Βόρεια Μακεδονία και Βουλγαρία. Στη συνέντευξη Τύπου στην αίθουσα συνεδριάσεων της ESIEM-Θ παραβρέθηκαν εκπρόσωποι φορέων από τις χώρες που συμμετείχαν στη μελέτη, καθώς και του Ιδρύματος. Friedrich Naumann για την Ελευθερία της Ελλάδας και της Κύπρου, που υποστήριξε το ερευνητικό έργο.
«Ερευνάται ένα πολύ σημαντικό θέμα για το οποίο υπάρχει πολύ περιορισμένη βιβλιογραφία, όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και διεθνώς. Και αυτό το θέμα είναι η αιτία μίσους προς τους δημοσιογράφους. Η υπόθεση σχετίζεται στενά με την πτώση της εμπιστοσύνης στα σύγχρονα μέσα ενημέρωσης. Αυτό σχετίζεται με την έλλειψη κατάλληλου ρυθμιστικού πλαισίου, αλλά και με την ανοχή που επιδεικνύεται από πολλούς πολίτες, αναγνώστες και γενικότερα αποδέκτες απέναντι σε αυτά τα φαινόμενα», είπε ο πρόεδρος της Σχολής Δημοσιογραφίας και ΜΜΕ του ΑΠΘ, καθηγητής Χρήστος Φραγκονικολόπουλος, επισημαίνοντας. ότι «αν δεν επιστήσουμε την προσοχή του κοινού, θα υπονομεύσουμε ακόμη πιο άμεσα και σημαντικά τη λειτουργία των μέσων ενημέρωσης, των δημοσιογράφων και την ελκυστικότητα του επαγγέλματος».
Οι προσβολές και οι επιθέσεις σε δημοσιογράφους είναι φυσιολογικές
Ένα σημαντικό πρόβλημα που προκύπτει από την έρευνα είναι το λεγόμενο ομαλοποίηση και σχεδόν «νομιμοποίηση» επιθέσεων σε δημοσιογράφους– όπως εξήγησε ο επικεφαλής της μελέτης, διευθυντής του Εργαστηρίου Δημοσιογραφίας Ειρήνης και καθηγητής της Σχολής Δημοσιογραφίας και ΜΜΕ του ΑΠΘ, Νίκος Παναγιώτου.
«Είναι σαφές ότι, σε γενικές γραμμές, η λεκτική βία και η ασέβεια προς τους δημοσιογράφους έχουν εξομαλυνθεί, δηλ. θεωρείται μέρος της δουλειάς. Το περιμένουν, το έχουν συνηθίσει» σημείωσε ο κ. Παναγιώτου, σημειώνοντας επίσης ότι δεν λείπουν οι περιπτώσεις φοιτητών της Σχολής Δημοσιογραφίας του ΑΠΘ που μεταφέρουν την εμπειρία ότι «πολύ συχνά υπάρχει επιθετικότητα απέναντί τους και είναι αναγκάστηκαν να ζητήσουν συγγνώμη γιατί επέλεξαν αυτό το επάγγελμα».
«Αν και μιλάμε πάρα πολλές φορές για την ελευθερία του Τύπου, στην πραγματικότητα έχουμε εγκαταλείψει ή πετάξει έξω τους αξιωματούχους του. Πραγματικά νομιμοποιούμε τη δράση εναντίον τους», τόνισε ο κ. Παναγιώτου, σημειώνοντας επίσης ότι ο δισταγμός στην αναφορά κρουσμάτων επιθέσεων είναι ένα άλλο σημαντικό συμπέρασμα της μελέτης και ότι «το 50% που βρήκε υποστήριξη τη βρήκε από δημοσιογραφικά σωματεία, έδειξε υποστήριξη και ουσιαστική υποστήριξη των δημοσιογράφων, κάτι που δείχνει τι ευκαιρίες έχουν τα συνδικάτα, ειδικά σε τέτοια θέματα».
Όσον αφορά τις απαντήσεις των συμμετεχόντων στην έρευνα από την Ελλάδα, στην περιοχή προέκυψαν διαφορετικά, αλλά εξίσου ισχυρά, ποιοτικά χαρακτηριστικά, τα οποία -όπως εξήγησε ο καθηγητής- σχετίζονται και με το γεγονός ότι «συχνά οι δυνατότητες υποστήριξης από τις περιφερειακές αρχές δεν είναι τόσο ισχυρό όπως στην περίπτωση των πανελληνίων ΜΜΕ.
Μια διδακτορική φοιτήτρια στο Τμήμα Δημοσιογραφίας και Μαζικής Επικοινωνίας εστίασε στο στοιχείο της απροθυμίας των δημοσιογράφων να συμμετάσχουν στη μελέτη Ηλίας Νίκησηςθεωρώντας ότι «είναι ένδειξη αναστολής, κάποιου φόβου και άγχους να μην εκτίθενται οι καταστάσεις που βλέπουμε ή να μην φαίνονται κάπου».
Σχολιάζοντας τα ποσοτικά στοιχεία από τη μελέτη, σημείωσε ότι Η ρητορική μίσους είναι κάτι που δυστυχώς οι δημοσιογράφοι αντιμετωπίζουν πολύ συχνά στη δουλειά τους, αν και οι εκδηλώσεις αυτών των επιθέσεων είναι ποικίλες. “Η συντριπτική πλειοψηφία, το 90%, απάντησε ότι είχε συναντήσει ρητορική μίσους“, αυτός είπε.
«Είναι οξύμωρο, γιατί σε μια χώρα όπου η δημοσιογραφία είναι τόσο απαξιωμένη, όπου υπάρχει τόση δυσπιστία στη δημοσιογραφία, οι δημοσιογράφοι αντιμετωπίζονται τόσο άσχημα», είπε στην ομιλία του ο δημοσιογράφος και διευθυντής της ΕΣΗΕΜ-Θ. Γιάννης Κότσιφος. «Αυτό δείχνει ότι δεν προέκυψε μόνο η αυτοματοποίηση, αλλά μάλλον η αυτοματοποίηση που έχει τελειοποιηθεί και καλλιεργηθεί, και όπως δείχνει η συζήτηση, ένας πολύ σημαντικός παράγοντας στην καλλιέργεια αυτού του αυτοματισμού είναι η πολιτική του υποστήριξη. Αυτό σημαίνει ότι πολύ συχνά έχουμε άμεση ή έμμεση υποστήριξη για επιθέσεις σε δημοσιογράφους από παράγοντες που δραστηριοποιούνται στον χώρο της πολιτικής και προφανώς υφίστανται τις συνέπειες αυτής της τακτικής επίθεσης σε δημοσιογράφους. Το δεύτερο πράγμα που μας ενόχλησε ήταν ότι υπάρχει ακόμα μια αμφιλεγόμενη προσέγγιση σε αυτά που λέμε κουλτούρα της σιωπής γύρω από αυτό το θέμα. Οι συνάδελφοι που έχουν συναντήσει τέτοιες περιπτώσεις συχνά προτιμούν να μην τις μοιράζονται, συχνά προτιμούν να τις κρατούν κρυφές», εξήγησε.
Παρόμοια ευρήματα σε πέντε χώρες
Τα ευρήματα μεταξύ των χωρών δεν διαφέρουν σημαντικά ως προς τις εμπειρίες που αναφέρουν οι συμμετέχοντες δημοσιογράφοι από τις πέντε χώρες.
Στη Σερβία Το 44% των συμμετεχόντων στην έρευνα δεν ήθελε να εισάγει το όνομα και το επώνυμό τους στην έρευνα. Οι περισσότεροι έχουν βιώσει λεκτικές επιθέσεις από πολιτικούς ή αγνώστους στο δρόμο, καθώς και απειλές στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, με την διαδικτυακή παρενόχληση να υπολογίζεται στο 45%. Το σύστημα υποστήριξής τους περιλαμβάνει τα μέσα ενημέρωσης για τα οποία εργάζονται ή τις δημοσιογραφικές ενώσεις, τους συναδέλφους και τους συντάκτες τους, καθώς και νομική υποστήριξη από το σωματείο τους, με περίπου το 40% των ερωτηθέντων να δηλώνουν ότι δεν είχαν λάβει ποτέ καμία υποστήριξη. Επικαλούνται την πολιτική, την προπαγάνδα, τη ζήλια και την εθνικότητα ως αιτίες πόλωσης στα μέσα ενημέρωσης.
Στην περίπτωσή του Κοσσυφοπέδιο, αρκετοί παράγοντες έχουν επηρεάσει το τοπίο των μέσων ενημέρωσης τις τελευταίες τρεις δεκαετίες. Οι συνθήκες που ευνοούν τις επιθέσεις σε δημοσιογράφους που σημειώθηκαν στη μελέτη περιελάμβαναν πολιτική επιρροή, ανεπαρκή επιβολή του νόμου και ανίσχυρη κοινωνία των πολιτών, ενώ οι απαντήσεις των συμμετεχόντων αποκάλυψαν ότι οι δημοσιογράφοι μπορεί να υπόκεινται σε αυτολογοκρισία, να εργάζονται σε εχθρικό περιβάλλον εργασίας και να έχουν υποστεί σωματική βλάβη .
Βασικά συμπεράσματα και προτάσεις
Τα κύρια συμπεράσματα της μελέτης αφορούν την ανάλυση προτύπων ρητορικής μίσους, τα οποία περιλαμβάνουν πολιτικές προκαταλήψεις, εθνοτικές ή θρησκευτικές εντάσεις και συγκεκριμένους τομείς έντασης, καθώς και νομοθετικά και θεσμικά κενά στην προστασία των δημοσιογράφων από επιθέσεις και τον αντίκτυπο αυτού του φαινομένου στην ελευθερία του Τύπου. Προτείνεται ενίσχυση του νομικού πλαισίου, προγράμματα κατάρτισης δημοσιογράφων σχετικά με μέτρα ασφαλείας που χρησιμοποιούνται σε περιπτώσεις ρητορικής μίσους, δημιουργία δικτύων υποστήριξης και τηλεφωνικών γραμμών για άτομα που υφίστανται παρενόχληση, εκστρατείες ευαισθητοποίησης του κοινού και διεθνής συνεργασία.
Εργαστήριο Δημοσιογραφίας Ειρήνης, Σχολή Δημοσιογραφίας και Μέσων ΑΠΘ, Πανεπιστήμιο του Νόβι Σαντ (Σερβία), Πανεπιστήμιο Χασάν Πρίστινα (Κόσοβο), Κέντρο Κοινωνικής Καινοτομίας BLINK 42-21 (Βόρεια Μακεδονία) και Blue Link (Βουλγαρία).