Ιλαρά: Παγκόσμια αύξηση κρουσμάτων – Τι απασχολεί την Ελλάδα

Εξέφρασε την έντονη ανησυχία του για την ξαφνική και ραγδαία αύξηση του αριθμού των κρουσμάτων ιλαράς, μεταξύ άλλων Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας και το Ευρωπαϊκό Κέντρο Πρόληψης και Ελέγχου Νοσημάτων (ECDC). Ο αριθμός των κρουσμάτων ιλαράς στην Ευρώπη αυξάνεται και αποτελεί απειλή για άτομα όλων των ηλικιών. Εκτιμάται ότι ο αριθμός των κρουσμάτων ιλαράς θα συνεχίσει να αυξάνεται τους επόμενους μήνες λόγω της μείωσης των ποσοστών εμβολιασμού που καταγράφηκε κατά την πανδημία του Covid, της μεγάλης πιθανότητας εισαγωγής του ιού από περιοχές με υψηλό επιπολασμό του ιού και του γεγονότος ότι Τα κρούσματα ιλαράς αναμένεται να κορυφωθούν τους επόμενους μήνες.

Αυτή η εξαιρετικά μεταδοτική ασθένεια, η οποία μπορεί να προκαλέσει σοβαρές επιπλοκές, ειδικά σε παιδιά και ευάλωτα άτομα, μπορεί να προληφθεί μέσω του εμβολιασμού, γι’ αυτό και τα συστήματα υγείας έχουν ξεκινήσει εκστρατείες ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης.

Τι συμβαίνει όμως στην Ελλάδα;

Σε επιφυλακή βρίσκονται και οι υγειονομικές αρχές της χώρας μας καθώς εκτιμάται ότι αν δεν ληφθούν μέτρα η ανοδική πορεία θα συνεχιστεί.

Το 2024 επιβεβαιώθηκαν έξι ύποπτα κρούσματα και αναμένονται τα αποτελέσματα της φυλογενετικής ανάλυσης, η οποία θα επιτρέψει τον ακριβή προσδιορισμό των πυλών εισόδου του ιού στη χώρα.

Το ΑΠΕ-ΜΠΕ απευθύνθηκε στο Εργαστήριο Αναφοράς για την Ιλαρά και το Ερύθημα που βρίσκεται στο Ελληνικό Ινστιτούτο Παστέρ και υπό την επιστημονική επίβλεψη της Δρ Ε. Αγγελάκη, ιατρού βιοπαθολόγου, διευθυντή ερευνών και υπό την τεχνική επίβλεψη της δρ. ειδικός επιστήμονας λειτουργικές δραστηριότητες, συμμετέχει ενεργά σε εργαστηριακές εξετάσεις ύποπτων κρουσμάτων που προκαλούνται από ιούς ιλαράς και ερυθράς.

Το εργαστήριο συμμετέχει σε ένα παγκόσμιο δίκτυο εργαστηρίων (ένα σε κάθε χώρα) που ιδρύθηκε από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας για την παρακολούθηση της ιλαράς. Το εργαστήριο είναι διαπιστευμένο ετησίως από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (ΠΟΥ) και το Ευρωπαϊκό Εργαστήριο Αναφοράς για την Ιλαρά και την Ερυθρά στο Λουξεμβούργο.

Σχετικά με την εξάλειψη του ιού της ιλαράς στην Ευρώπη, το Εθνικό Εργαστήριο Αναφοράς και άλλα μέλη του Ευρωπαϊκού Δικτύου (LabNet) βρίσκονται σε επιφυλακή για να εντοπίσουν «καυτά σημεία» εξάπλωσης του ιού και να καθορίσουν τις οδούς μετάδοσής του από χώρα σε χώρα. .

Ο ρόλος του Εθνικού Εργαστηρίου Αναφοράς είναι να επιβεβαιώνει τα κρούσματα ιλαράς μέσω μοριακών εξετάσεων λαιμικών επιχρισμάτων και ορολογικών εξετάσεων μέσω εξετάσεων αίματος του ασθενούς, προκειμένου να τεθεί η σωστή διάγνωση, λαμβάνοντας υπόψη ότι παρόμοια εικόνα έχουν και άλλα εξανθήματα. Το εργαστήριο διενεργεί επίσης περαιτέρω έλεγχο και επιβεβαίωση κρουσμάτων από όλα τα δημόσια και ιδιωτικά εργαστήρια της χώρας. Το εργαστήριο χρησιμοποιεί εξειδικευμένες τεχνικές ανάλυσης γονιδιώματος και γενετικού χαρακτηρισμού στελεχών του ιού της ιλαράς, με στόχο τον προσδιορισμό της επιδημιολογικής πορείας του ιού και την απομόνωση στελεχών του ιού σε καλλιέργειες.

Η τρέχουσα κατάσταση

«Η αύξηση του αριθμού των επιβεβαιωμένων κρουσμάτων ιλαράς σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες από την αρχή του έτους έχει προκαλέσει βαθιά ανησυχία στις αρμόδιες για τη δημόσια υγεία αρχές στη χώρα μας», λέει ο κ. Αγγελάκης ΑΠΕ-ΜΒΕ.

Μεταξύ 2000 και 2017, παγκοσμίως, ο ετήσιος αριθμός επιβεβαιωμένων κρουσμάτων ιλαράς μειώθηκε κατά μέσο όρο κατά 59%. Από το 2017, κρούσματα ιλαράς έχουν εμφανιστεί σε όλες ανεξαιρέτως τις ηπείρους.

Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, το 2022 επιβεβαιώθηκαν 941 κρούσματα ιλαράς σε 41 ευρωπαϊκές χώρες, ενώ το 2023 σημειώθηκε ανησυχητική αύξηση, ανεβάζοντας τον αριθμό σε 42.200.

Ειδικότερα, η Ρουμανία, η Γαλλία, η Γερμανία και η Ιταλία κατέγραψαν 1.078, 101, 73 και 39 κρούσματα αντίστοιχα. Η αύξηση των κρουσμάτων επιταχύνεται τους τελευταίους μήνες και η ανοδική πορεία αναμένεται να συνεχιστεί εκτός αν ληφθούν άμεσα μέτρα για την αποτροπή περαιτέρω εξάπλωσης, τονίζει ο Αγγελάκης.

Δεν επιβεβαιώθηκε κανένα κρούσμα ιλαράς στην Ελλάδα μεταξύ 2020 και 2023. Το 2024, συγκεκριμένα το πρώτο εξάμηνο του Φεβρουαρίου, επιβεβαιώθηκαν έξι ύποπτα κρούσματα, ένα στη Θεσσαλονίκη, τέσσερα στα Χανιά και ένα στην Αθήνα. Αν και επιδημιολογικά στοιχεία δείχνουν ότι περιπτώσεις των προαναφερθέντων περιοχές δεν σχετίζονται μεταξύ τους, αναμένονται τα αποτελέσματα της φυλογενετικής ανάλυσης, η οποία θα μας επιτρέψει να προσδιορίσουμε με ακρίβεια τις πύλες εισόδου του ιού στη χώρα. Δεν έχουν σημειωθεί άλλα ύποπτα κρούσματα μέχρι σήμερα και η παρακολούθηση συνεχίζεται σε συνεργασία με τον ΕΟΔΥ και τις εθνικές υγειονομικές αρχές.

Ιλαρά: Μια εξαιρετικά μεταδοτική και σοβαρή ασθένεια

Η ιλαρά είναι μια οξεία ιογενής ασθένεια του αναπνευστικού. Μεταδίδεται μέσω σταγονιδίων που βρίσκονται στους βλεννογόνους της μύτης και του λαιμού και είναι εξαιρετικά μεταδοτικό: ένα μολυσμένο άτομο μπορεί δυνητικά να μεταδώσει τον ιό σε τουλάχιστον οκτώ άλλα άτομα, ενώ ο ιός SARS-CoV-2 που προκαλεί τη νόσο Covid-19 μπορεί να το μεταδίδουν μόνο σε τρεις. Τα πιο γενικά συμπτώματα της λοίμωξης περιλαμβάνουν υψηλό πυρετό – έως 40°C – κακουχία, βήχα και επιπεφυκίτιδα, ενώ τα χαρακτηριστικά συμπτώματα είναι η εμφάνιση κηλίδων Koplik στη στοματική κοιλότητα και η ταχεία εξάπλωση ενός κηλιδοβλατιδώδους εξανθήματος σε όλο το σώμα (Εικ. 1). ).

Είναι μια σοβαρή ασθένεια στην οποία το 6-20% των ασθενών εμφανίζει φλεγμονή στο αυτί, διάρροια ή πνευμονία ως επιπλοκές και ένας στους 1.000 ασθενείς εμφανίζει εγκεφαλίτιδα. Μια σπάνια επιπλοκή της νόσου είναι η υποξεία σκληρυντική εγκεφαλίτιδα, η οποία αναπτύσσεται έως και επτά χρόνια μετά τη μόλυνση. Επιπλέον, η ιλαρά έχει σοβαρή κλινική εικόνα σε άτομα που είναι ανοσοκατεσταλμένα, για παράδειγμα λόγω HIV λοίμωξης, λευχαιμίας, λεμφώματος, κακοήθειας ή ακτινοθεραπείας.

Πρόληψη μέσω εμβολιασμού

Το κύριο μέσο πρόληψης της νόσου είναι ο εμβολιασμός. Στην Ελλάδα το εμβόλιο εντάχθηκε στο Εθνικό Πρόγραμμα Εμβολιασμών το 1981 σε μία δόση και από το 1999 χορηγείται σε δύο δόσεις. Η αποτελεσματικότητα του εμβολίου είναι υψηλή και ανέρχεται σε 93% μετά την πρώτη δόση και 97% μετά τη δεύτερη, στο πρώτο και πέμπτο έτος της ζωής, αντίστοιχα, και η διάρκεια της ανοσίας διαρκεί σε όλη τη ζωή.

Τα ακόλουθα εμβόλια είναι διαθέσιμα στην Ελλάδα:

1. MMR VaxPro (Sanofi Pasteur): Εξασθενημένα στελέχη ιών ιλαράς (Ender’s/Edmonston) και παρωτίτιδας (Jeryl Lynn) και εξασθενημένα στελέχη ερυθράς (Wistar RA 27/3) που αναπτύσσονται σε ανθρώπινα διπλοειδή κύτταρα.

2. PRIORIX (GSK): Εξασθενημένα στελέχη ιών ιλαράς (Schwarz) και παρωτίτιδας (RIT 4385 που προέρχονται από το στέλεχος Jeryl Lynn) που καλλιεργήθηκαν σε ινοβλάστες εμβρύου κοτόπουλου και ένα εξασθενημένο στέλεχος του ιού της ερυθράς (Wistar RA 27/3) που καλλιεργήθηκε σε ανθρώπινα διπλοειδή κύτταρα.

3. PRIORIX-TETRA (GSK): Περιέχει εξασθενημένα στελέχη ιών ιλαράς, παρωτίτιδας και ερυθράς, όπως το εμβόλιο PRIORIX, καθώς και ένα εξασθενημένο στέλεχος του ιού της ανεμευλογιάς (στέλεχος Oka) που έχει αναπτυχθεί σε ανθρώπινα διπλοειδή κύτταρα.

Σύμφωνα με τις οδηγίες της Κρατικής Επιτροπής Εμβολιασμών και την αντίστοιχη εγκύκλιο που εκδόθηκε στις 9 Φεβρουαρίου φέτος. από την υφυπουργό Υγείας Ειρήνη Αγαπιδάκη συνιστά:

1. Συνιστάται στα παιδιά και στους έφηβους να λαμβάνουν 2 δόσεις εμβολίου MMR, με τη δεύτερη δόση να χορηγείται σε ηλικία 24-36 μηνών. (μπορεί όμως να χορηγηθεί νωρίτερα, με την προϋπόθεση ότι έχουν περάσει 4 εβδομάδες από την πρώτη δόση). Και οι δύο δόσεις θα πρέπει να χορηγούνται μετά την ηλικία των 12 μηνών. Τα παιδιά και οι νέοι που δεν έχουν εμβολιαστεί με τη δεύτερη δόση θα πρέπει να καλύψουν τη διαφορά το συντομότερο δυνατό.

2. Σε περιόδους επιδημιών, το εμβόλιο MMR μπορεί να χορηγηθεί από την ηλικία των 6 μηνών. Σε αυτή την περίπτωση θα πρέπει να εμβολιαστούν ξανά με 2 δόσεις εμβολίου MMR μετά την ηλικία των 12 μηνών σύμφωνα με το πρόγραμμα. Βρέφη ηλικίας 6 έως 11 μηνών που ταξιδεύουν σε χώρες όπου

ενδημικό της ιλαράς, της παρωτίτιδας και της ερυθράς, συνιστάται ο εμβολιασμός με μία (1) δόση εμβολίου MMR πριν από την αναχώρηση.

3. Σχετικά με τους ενήλικεςΤονίζεται ότι, σύμφωνα με το πρόγραμμα εμβολιασμού των ενηλίκων, τα άτομα που έχουν γεννηθεί πριν από το 1970 θεωρούνται άνοσα.

Τα άτομα που γεννήθηκαν μετά το 1970 θα πρέπει να εμβολιάζονται με δύο (2) δόσεις MMR με μεσοδιάστημα τουλάχιστον 4 εβδομάδων μεταξύ των δόσεων. Εάν δεν υπάρχει ιατρικό ιστορικό ή άγνωστο ιστορικό εμβολιασμού, το άτομο θεωρείται μη εμβολιασμένο και συνιστάται να λάβει δύο δόσεις του εμβολίου με διαφορά τουλάχιστον τεσσάρων εβδομάδων.

Οι ομάδες πληθυσμού που διατρέχουν ιδιαίτερα υψηλό κίνδυνο ιλαράς περιλαμβάνουν:

  • Εργαζόμενοι σε εγκαταστάσεις υγειονομικής περίθαλψης
  • Παιδαγωγοί
  • Φοιτητές, φοιτητές
  • Ενήλικες που πηγαίνουν στο εξωτερικό
  • Μέλη οικογένειας ανοσοκατεσταλμένων ατόμων
  • Ασθενείς που έχουν μολυνθεί με HIV (συνιστάται εμβολιασμός για CD4 ≥200/μL)»

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΕΒ