Ταυτόχρονα, η αφήγηση εξερευνά – ως απρόσκλητη ντετέκτιβ ήχου – η πηγή ενός μυστηριώδους θορύβου που φαίνεται να προέρχεται από τα ίδια τα βάθη της Αττικής. Κοιτάζοντας μέσα από το ιδιαίτερα διαφανές κέλυφος του ήρωα, γινόμαστε ακούσιοι μάρτυρες του χαοτικού ρυθμού και του ανεμοστρόβιλου των αισθήσεων που αγωνίζονται για την επιβίωση ενός αστικού πλάσματος.
- Διαβάστε επίσης: Bookreads: Το πρώτο και πιο σημαντικό βιβλίο του Michel Houellebecq – Τρέχον και σκοτεινό
ο Βιβλίο ξεκίνησε με μια δοκιμή ήχου ηχογραφημένη σε «βινιέτες», μια διαγώνια χαρτογράφηση του θορύβου στη σοφίτα. Ωστόσο, το κείμενο σταδιακά μετατράπηκε σε οριακή λογοτεχνία, την οποία ο συγγραφέας ονομάζει «ψευδονουάρ», κινούμενος σαν στη σκιά για να προστατευτεί από τη σιωπή της καθημερινότητας. Ένας περιθωριοποιημένος δημοσιογράφος και μουσικός προσπαθεί να καλύψει τις εμβοές του με τον τεχνητό ήχο των συνθεσάιζερ απλωμένο στο γραφείο του σαν μινιατούρα πανοπλία.
Από καιρό σε καιρό, δυνατά χτυπήματα αντηχούν στα στηρίγματα του κτιρίου. Πυροτεχνήματα στον νυχτερινό αέρα, σπασμένοι σωλήνες εξάτμισης, σκουπίδια που πέφτουν από τις στέγες, απορριμματοφόρα που γεμίζουν την κοιλιά τους, συγκρούσεις οχημάτων, ανακαινίσεις συμπιεστών, σκάψιμο στις στραγγισμένες φλέβες των πολυκατοικιών της δεκαετίας του 1950.
Ο αφηγητής μεταμορφώνει την παθογένειά του σε κρυμμένη υπερδύναμη. Οι γιατροί συστήνουν θεραπεία με κορτιζόνη και άλλα αντιφλεγμονώδη φάρμακα. Βρίσκεται όμως συνεχώς ανάμεσα σε καταστάσεις, πράγματα, συναισθήματα, εμμονές, ακόμα και εποχές. Μπορεί να είναι μόνο «ενδιάμεσα». Αναζητώντας απεγνωσμένα την αγνότητα, παρασύρεται και βυθίζεται συνεχώς σε κάθε είδους σύγχυση, εσωτερική και εξωτερική. Οι ασθένειες μας χαρακτηρίζουν περισσότερο από την υγεία. Η ζωή είναι συνήθως σωματική και ψυχική ταλαιπωρία.
Ο αφηγητής μάλλον πάσχει από άτυπο αυτισμό, ο οποίος είναι δύσκολο να διαγνωστεί, αλλά τον καταπραΰνει προσωρινά με τον θόρυβο των ηχητικών μηχανημάτων. Ο πόνος είναι ένας συνεχής θόρυβος. Η απόλαυση είναι και θόρυβος. Όταν σταματάει για μια στιγμή, πέφτει σε κατάθλιψη, ντρέπεται και μετά αναζητά ένα νέο είδος πόνου, που δεν έχει εφευρεθεί ακόμη. Μια θεραπεία για τον πόνο οδηγεί τον αναγνώστη στην απελπιστικά δύσκολη πραγματικότητα της Αθήνας, σε μια διαδρομή που αναπόφευκτα καταλήγει στο αστυνομικό τμήμα της Ομόνοιας.
ΑΥΤΟ διήγημα γεννιέται, αναπτύσσεται και περιπλέκεται με τη μορφή «βινιέτας», κατακερματισμένη σε θραύσματα. Ο ήρωας φωλιάζει σε παλιές πολυκατοικίες και σπάει τα πόδια του σε φθαρμένα μαρμάρινα κατώφλια.
Ο αναγνώστης, σαν σκιά, παρατηρεί συνεχώς τον «ήρωα» που ξεπαγώνει στα σοκάκια, σε απόσταση αναπνοής, σκαρφαλώνοντας αιώνια, παράλληλα με τις κύριες οδικές αρτηρίες, δίνοντας τελικά μαρτυρία για την ύπαρξη υπόγειας πόλης.
Με κίνητρο τη διαχείριση του πόνου, η νουβέλα ταξιδεύει τον αναγνώστη στην απελπιστικά σκληρή πραγματικότητα της Αθήνας, ένα μονοπάτι εντροπίας που αναπόφευκτα καταλήγει σε αντανακλαστικά, τρομερές πράξεις και αστυνομικά τμήματα.
Ακούς αυτόν τον θόρυβο ή μήπως είμαι μόνο εγώ;