Τον Ιανουάριο του 1950 η Καθημερινή δημοσίευσε σειρά άρθρων του στρατηγού Λούσιους Κλέι, ανώτατου εκπρόσωπου των ΗΠΑ στη Γερμανία και αρχιστράτηγου των αμερικανικών δυνάμεων στην Ευρώπη μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Στενός συνεργάτης του στρατηγού Αϊζενχάουερ, ο Κλέι ήταν παρών σε όλες τις διαπραγματεύσεις για τον χωρισμό του Βερολίνου σε τέσσερις ζώνες από τους Συμμάχους (ΗΠΑ, ΕΣΣΔ, Ηνωμένο Βασίλειο, Γαλλία). Επίσης, διαδραμάτισε σημαίνοντα ρόλο σε πολλές από τις συναντήσεις εκπροσώπων των ΗΠΑ και της Σοβιετικής Ένωσης, από το 1945 έως το 1949.
Κορυφαία στιγμή στην καριέρα του ήταν η εισήγησή του για τη δημιουργία αερογέφυρας, ώστε να μεταφέρονται προμήθειες στο Δυτικό Βερολίνο. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα την άρση του αποκλεισμού της πόλης από τους Σοβιετικούς, τον Μάιο του 1949.
Το αφήγημα του Κλέι, που περιγράφει με εξαιρετικό τρόπο το κλίμα καχυποψίας μεταξύ Αμερικανών, Βρετανών, Σοβιετικών και Γάλλων αξιωματούχων, αρχίζει λίγες εβδομάδες μετά τη συνθηκολόγηση των γερμανικών στρατευμάτων στις 8 Μαΐου 1945, καθώς ο Κλέι ήταν μέλος της αντιπροσωπείας που συνόδευσε τον Αϊζενχάουερ στο Βερολίνο, όπου οι Σύμμαχοι επρόκειτο να υπογράψουν το καταστατικό κατοχής της Γερμανίας που είχε συνταχθεί στο Λονδίνο πριν από τη συνθηκολόγηση.
Πρώτη επαφή εις το Βερολίνον
Tο πρωί της 5ης Ιουνίου εξεκινήσαμεν αεροπορικώς από την Φραγκφούρτην διά το Βερολίνον διά να υπογράψωμεν τα τρία έγγραφα που είχαν συνταχθή από την Ευρωπαϊκήν Συμβουλευτικήν Επιτροπήν. Η ημερομηνία της συναντήσεως του στρατηγού Αϊζενχάουερ, του στρατάρχου Μοντγκόμερυ, του στρατάρχου Ζούκωφ και του στρατηγού ντε Λατρ ντε Τασσινύ είχε καθορισθή κατόπιν συνεννοήσεως μεταξύ των ενδιαφερομένων κυβερνήσεων διά της διπλωματικής οδού.
Είχαμεν επιβιβασθή διαφόρων αεροπλάνων. Ο στρατηγός Αϊζενχάουερ εσκόπευε να επιστρέψη αυθημερόν, ενώ ο πρεσβευτής Μώρφυ και εγώ επρόκειτο να παραμείνωμεν εις το Βερολίνον διά να συνεννοηθούμε διά την είσοδον των αμερικανικών στρατευμάτων εις το Βερολίνον· και την έναρξιν της Τετραμερούς Διοικήσεως. Είχαμε μαζί μας πομπούς και δέκτας ασυρμάτου με τους χειριστάς των, τους οποίους θα εχρησιμοποιούσαμεν διά να ευρισκώμεθα εις επαφήν με την Φραγκφούρτην, ανεξαρτήτως της ρωσικής συνδρομής. Όταν επεβιβαζόμεθα του αεροπλάνου μας ενεθυμήθημεν την απροθυμίαν των Ρώσων να συμμετάσχουν εις την πρώτην τελετήν της συνθηκολογήσεως που είχε γίνει εις την Ρενς και την επιμονήν των Σοβιέτ να γίνη δευτέρα τελετή εις το Βερολίνον, και διηρωτώμεθα τι επεφύλασσε το μέλλον. Η καθυστέρησις του προσδιορισμού της συναντήσεως αυτής και η επίγνωσις της ανεπαρκείας των προηγουμένων διεθνών συμφωνιών είχεν ήδη προκαλέσει την ανταλλαγήν διπλωματικών συνεννοήσεων, αι οποίαι απέληξαν εις την Διάσκεψιν του Πότσδαμ.
Οι τρεις δυτικοί αρχιστράτηγοι έφθασαν χωριστά εις το Βερολίνον το πρωί της ιδίας ημέρας. Η τελετή της υπογραφής είχε καθορισθή διά την 12ην μεσημβρινήν ώραν.
Όταν προσεγειώθημεν εις το αεροδρόμιον του Τέμπελχοφ, ο στρατηγός Αϊζενχάουερ έγινε δεκτός με τας νενομισμένας τιμάς από ένα απόσπασμα σοβιετικών στρατευμάτων που αντιστοιχούσε περίπου εις δύναμιν ενός αμερικανικού τάγματος, δηλαδή 800 περίπου ανδρών. Ήτο η πρώτη σοβιετική μονάς που αντίκρυζα.
Αφού ο στρατηγός Αϊζενχάουερ επεθεώρησε την παρατεταγμένην τιμητικήν φρουράν, επέβημεν αυτοκινήτων, τα οποία, συνοδευόμενα υπό πλήθους μοτοσυκλεττιστών, μας έφεραν, μέσω της πόλεως του Βερολίνου, προς το ανατολικόν της προάστιον Καρλσχόρστ, όπου ήτο εγκατεστημένον το στρατηγείον του στρατάρχου Ζούκωφ.
Όπου και αν εστρέφαμε το βλέμμα αντικρύζαμεν την καταστροφήν. Οι δρόμοι ήσαν γεμάτοι από όγκους ερειπίων, οι οποίοι εις πολλά σημεία ήσαν τόσον υψηλοί, ώστε δεν άφιναν μεταξύ των παρά μίαν μόνον στενήν ατραπόν απ’ όπου ημπορούσε να περάση μοναχά ένας πεζός. Τα αυτοκίνητά μας ηναγκάζοντο να κάμουν συχνάς λοξοδρομίας εκεί όπου είχαν καταστραφή γέφυραι ή οδογέφυραι.
Καθ’ όλην την διαδρομήν είχαν παραταχθή σοβιετικά στρατεύματα και δεν έβλεπε κανείς κανένα εκ του αστικού πληθυσμού –που είχε διαταχθή προφανώς να παραμείνη κλεισμένος εις τα σπίτια του– παρά μόνον εις μερικάς διασταυρώσεις. Οι πολίται αυτοί εφαίνοντο αδύνατοι, φοβισμένοι και δεν είχαν ακόμη συνέλθει από τον κλονισμόν που είχε προκαλέσει η μάχη του Βερολίνου. Η πόλις παρουσίαζεν όψιν νεκρουπόλεως. Δεν είχα ιδή τίποτε παρόμοιον εις την Δυτικήν Γερμανίαν, και πρέπει να ομολογήσω ότι η εκ της νίκης χαρά μου εμειώθη αρκετά όταν αντίκρυσα την ανθρωπίνην εκείνην κατάπτωσιν. Απεφάσισα αμέσως τότε να μη λησμονήσω ποτέ ότι είμεθα υπεύθυνοι διά την διοίκησιν των ανθρωπίνων εκείνων φασμάτων.
Μόλις εφθάσαμεν εις το Κάρλσχορστ μάς ωδήγησαν εις ένα οίκημα που είχεν ετοιμασθή ως κατάλυμά μας και εκεί μάς παρέθεσαν ένα άριστον πρόγευμα που είχαν προετοιμάσει και μας «εσερβίριζαν» γυναίκες του σοβιετικού βοηθητικού στρατιωτικού σώματος.
Μέχρι της στιγμής μόνον κατώτεροι σοβιετικοί αξιωματικοί μάς είχαν υποδεχθή, και μολονότι εφαίνοντο να γνωρίζουν αρκετά περί των λεπτομερειών της τελετής που επρόκειτο να γίνη, εν τούτοις δεν έδειξαν καμμίαν προθυμίαν να μας δώσουν οιανδήποτε πληροφορίαν.
Ολίγον μετά το πρόγευμα, και αφού είχε περάσει προ πολλού η ώρα που είχε καθορισθή διά την τελετήν της υπογραφής, ο στρατάρχης Μοντγκόμερυ και ο στρατηγός Λατρ ντε Τασσινύ έφθασαν πεζή από το κατάλυμά των που ευρίσκετο εις μεγάλην απόστασιν. Και οι τρεις αρχιστράτηγοι ήρχισαν να δυσανασχετούν διά την αργοπορίαν και διά την αγένειαν των Ρώσων, οι οποίοι δεν παρείχαν καμμίαν εξήγησιν διά τους λόγους της καθυστερήσεως. Ανεκαλύψαμεν επί τέλους ότι η δυσχέρεια ωφείλετο εις ένα όρον του συμφώνου, διά του οποίου εζητείτο από την Ρωσίαν να φυλακίση όλους τους επί του ρωσικού εδάφους ευρισκομένους Ιάπωνας υπηκόους. Προφανώς, επρόκειτο περί μικρού λάθους, καθ’ όσον η Σοβιετική Ενωσις δεν ευρίσκετο τότε ακόμη εις εμπόλεμον κατάστασιν έναντι της Ιαπωνίας. Ουχ ήττον μάς παρείχετο ένα δείγμα της διονυχιστικής εξετάσεως την οποίαν υφίστατο η διατύπωσις όλων των εγγράφων εκ μέρους των σοβιετικών αντιπροσώπων.
****
Μολονότι η συμφωνία είχεν επικυρωθή από τας ενδιαφερομένας κυβερνήσεις, εδέχθην να αναλάβω την ευθύνην της απαλείψεως του όρου αυτού και διεβεβαίωσα τον σοβιετικόν αντιπρόσωπον κ. Σεμιόνωφ ότι ο στρατηγός Αϊζενχάουερ θα εμονογράφει την απάλειψιν. Και οι Βρεταννοί και οι Γάλλοι αντιπρόσωποι συνεφώνησαν εις τούτο, και έτσι εφαίνετο ότι δεν υπήρχαν πλέον εμπόδια διά την υπογραφήν. Εν τούτοις τούτο δεν συνέβη, ίσως λόγω της συνήθους επιθυμίας των σοβιετικών αντιπροσώπων να εξασφαλίσουν πρώτον την έγκρισιν της προϊσταμένης των αρχής. Επέρασαν αρκετές ώρες έως ότου, την 5ην περίπου μεταμεσημβρινήν, κατέφθασαν τα αυτοκίνητα που επρόκειτο να μας παραλάβουν και να μας μεταφέρουν εις το κτίριον όπου θα εγίνετο η τελετή της υπογραφής.
Εκεί είχε τοποθετηθή μία μεγάλη στρογγυλή τράπεζα, πέριξ της οποίας είχαν καθορισθή αι θέσεις των τεσσάρων αντιπροσώπων. Υπό το φως των προβολέων οι πολυάριθμοι φωτογράφοι μάς εφωτογράφιζαν, ενώ υπεγράφαμεν τα σχετικά έγγραφα συντεταγμένα εις την αγγλικήν, την γαλλικήν, την ρωσικήν και την γερμανικήν, και η επίσημος τελετή ετερματίσθη εντός ολίγων λεπτών της ώρας.
Κατόπιν ο στρατάρχης Ζούκωφ μάς έφερε πάλιν εις τον προθάλαμον, όπου μας προσέφεραν βότκα και μας εκάλεσεν εις επίσημον δείπνον. Ο στρατηγός Αϊζενχάουερ υπέμνησεν εις τον στρατάρχην Ζούκωφ ότι ευρίσκετο εις το Βερολίνον από αρκετών ήδη ωρών διά μίαν τελετήν που δεν απήτει παρά ολίγα λεπτά της ώρας και ότι, μολονότι θα συμμετείχεν ευχαρίστως εις το δείπνον, θα έπρεπε να φύγη εις τας 6 μ.μ., διότι ήτο υποχρεωμένος να επιστρέψη εις την Φραγκφούρτην εντός της ημέρας. Του εδήλωσεν ακόμη ότι θα άφινεν εις το Βερολίνον μερικούς εκ των υφισταμένων του διά να τακτοποιήσουν τας λεπτομερείας της εισόδου των αμερικανικών στρατευμάτων εις την πόλιν.
Ήτο προφανές ότι ο στρατάρχης Ζούκωφ δεν είχε λάβει ακόμη την απάντησιν του Κρεμλίνου επί του ζητήματος τούτου και απήντησεν ότι δεν επίστευε να απητείτο τούτο, δεδομένου ότι αι σχετικαί διευθετήσεις θα ημπορούσαν να γίνουν μόνον όταν τα στρατεύματα ευρίσκοντο εις τας προκαθορισθείσας διά την κατοχήν περιοχάς. Την εποχήν εκείνην τα υπό το Ανώτατον Συμμαχικόν Στρατηγείον στρατεύματα κατείχαν όχι μόνον τας τρεις δυτικάς ζώνας, αλλά και μέγα μέρος της Σαξωνίας και της Θουριγγίας. Ο στρατηγός Αϊζενχάουερ απήντησεν ότι είχε την αντίληψιν ότι η απομάκρυνσις των στρατευμάτων κατοχής από τας κατεχομένας περιοχάς ήτο ζήτημα που θα ελύετο ταυτοχρόνως με την είσοδον των στρατευμάτων μας εις το Βερολίνον. Εν τούτοις δεν επέμενε να λυθή το ζήτημα αμέσως, αφού ο στρατάρχης Ζούκωφ δεν ήτο έτοιμος να συζητήση επ’ αυτού.
****
Επήγαμε κατόπιν εις την αίθουσαν του συμποσίου. Εις μίαν πρόχειρον σκηνήν που είχε στηθή εις το ένα άκρον της αιθούσης ευρίσκετο μία πολυάριθμος χορωδία Ρώσων στρατιωτών, και τα ωραία τραγούδια των μας επροξένησαν πολλήν ευχαρίστησιν.
Το τραπέζι του συμποσίου ήτο κατάφορτον από χαβιάρι, σολωμούς, κρύα ψάρια και ψητά, και αρκεταί φιάλαι κρασιών και βότκας ήσαν τοποθετημέναι εμπρός εις κάθε συνδαιτυμόνα. Αλλά δεν είχαμε καιρό παρά για μερικές βιαστικές «μπουκιές» και για να πιούμε μερικά ποτήρια βότκας που μας προσέφεραν οι Ρώσοι αμφιτρύονες.
Ο στρατάρχης Ζούκωφ προέπιεν εις υγείαν των τριών άλλων Συμμάχων αρχιστρατήγων και των Κυβερνήσεών των, ομιλήσας δι’ ολίγων και με θερμοτάτας εκφράσεις. Ο στρατηγός Αϊζενχάουερ απήντησεν αναλόγως, και εξήρε την νικηφόρον δράσιν του ερυθρού στρατού και των ηγετών του, εξέφρασε δε την πεποίθησιν ότι οι τέσσαρες σύμμαχοι που συνειργάσθησαν τόσον επιτυχώς διά την διεξαγωγήν του πολέμου θα συνεργασθούν εξ ίσου καλά και διά την παγίωσιν της ειρήνης. Εν τούτοις ενεθυμήθη, φαίνεται, τας μακράς ώρας της αναμονής, η οποία δεν ήρμοζεν εις την αξιοπρέπειαν ενός εκπροσώπου των Ηνωμ. Πολιτειών. Ετερμάτισε λοιπόν συντόμως την πρόποσίν του, διότι η καθυστέρησις ημπόδισε το γεύμα από του να αρχίση ενωρίτερον. Ήδη όμως έπρεπε να ευχαριστήση τους φιλοξενούντας μας και να τους αποχαιρετήση. Είμαι βέβαιος ότι οι Ρώσοι δεν επερίμεναν ότι ο αρχιστράτηγος θα έφευγεν όπως είχε προκαθορίσει και τούτο απετέλεσε δι’ αυτούς διδακτικώτατον μάθημα, διότι εις το εξής ετήρησαν όλας των τας συνεντεύξεις με τον στρατηγόν Αϊζενχάουερ με την ιδίαν σχολαστικήν ακρίβειαν που εκρατούσε και ο ίδιος τας ιδικάς του.
[Αμέσως μετά την επιστροφήν του εις την Φραγκφούρτην ο στρατηγός Αϊζενχάουερ διέταξε τον στρατηγόν Κλαίυ να επιστρέψη εις το Βερολίνον, όπου διεξήχθησαν αι τρεις ιστορικαί συσκέψεις μετά του στρατάρχου Ζούκωφ. Όπως εξειλίχθησαν τα πράγματα κατέστη δυνατόν εις τους Ρώσους μετά τρία έτη να εφαρμόσουν τον αποκλεισμόν της πόλεως κατά τον τρόπον που αποκαλύπτει ο στρατηγός Κλαίυ εις το άρθρον «Αι πρώται δυσκολίαι αρχίζουν».]
Η Καθημερινή, 18 Ιανουαρίου 1950
Αι πρώται δυσκολίαι αρχίζουν
Οταν επεστρέψαμεν εις την Φραγκφούρτην δεν εγνωρίζαμεν ακόμη πότε θα εγκαθιδρύετο το Συμμαχικόν Συμβούλιον Ελέγχου και πότε θα εισήρχοντο τα στρατεύματά μας εις το Βερολίνον. Μία νέα ανταλλαγή τηλεγραφημάτων μεταξύ των ενδιαφερομένων κυβερνήσεων είχεν ως επακόλουθον νέαν συνάντησιν μετά του στρατάρχου Ζούκωφ εις το στρατηγείον του του Βερολίνου την 29ην Ιουνίου 1945. Εγώ αντεπροσώπευα τον στρατηγόν Αϊζενχάουερ κατά την συνάντησιν αυτήν, κατά την οποίαν με συνώδευαν ο πρεσβευτής Μώρφυ και ο υποστράτηγος Φλόυντ Παρκς, ο οποίος είχεν ορισθή διοικητής των στρατευμάτων μας που θα απετέλουν την φρουράν του Βερολίνου. Βρεταννός εκπρόσωπος ήτο ο νεοδιορισθείς αντιστράτηγος σερ Ρόναλντ Ουήκς. Κατά τας πρώτας αυτάς συζητήσεις δεν παρευρίσκοντο Γάλλοι αντιπρόσωποι, δεδομένου ότι ο στρατάρχης Ζούκωφ εφάνη απρόθυμος να συναντηθή μετ’ αυτών εφ’ όσον δεν είχαν καθορισθή ακόμη τα όρια του γαλλικού τομέως του Βερολίνου.
Μολονότι η συνάντησις της 29ης Ιουνίου έγινε διά να επιτευχθή συμφωνία ως προς την είσοδόν μας εις το Βερολίνον, εν τούτοις εχρειάσθησαν ακόμη δύο συναντήσεις διά να καθορισθή η λειτουργία του τετραμερούς ελέγχου. Και αι τρεις αυταί συναντήσεις έγιναν εις το στρατηγείον του στρατάρχου Ζούκωφ. Μολονότι τον είχομεν συναντήσει ήδη την 5ην Ιουνίου, εν τούτοις αυτή ήτο η πρώτη φορά που εμείναμεν επ’ αρκετόν μαζί του διά να ημπορέσωμεν να εκτιμήσωμεν την προσωπικότητά του. Ο στρατάρχης Ζούκωφ είναι αναστήματος κατωτέρου του μετρίου, είναι βαρύς σε σωματική διάπλασι, αλλά μάλλον σφιχτοδεμένος παρά παχύς, και η συμπεριφορά του δείχνει ότι είναι συνηθισμένος να ασκή την δύναμιν και την εξουσίαν. Ήτο η συμπεριφορά ενός εξ επαγγέλματος στρατιωτικού, ο οποίος ήσκησε την ανωτάτην διοίκησιν με περισσοτέραν επίγνωσιν της θέσεώς του παρ’ όσον συμβαίνει συνήθως σ’ εμάς. Ήτο ευγενής με αρκετήν δόσιν «χιούμορ» και με την προφανή πρόθεσιν να φανή εμφορούμενος από φιλικά αισθήματα. Ο Ζούκωφ, που συνωδεύετο και από τον αναπληρωτήν του στρατηγόν Σοκολόφσκυ και από τον πολιτικόν του σύμβουλον Αρκάδιον Σομπόλεφ, διεξήγεν αυτοπροσώπως τας συνεννοήσεις και εφαίνετο ότι είχεν υπό τον πλήρη έλεγχόν του την εν Γερμανία σοβιετικήν εξουσίαν. Εξ ενστίκτου αισθανόμουνα φιλικήν διάθεσιν απέναντι του στρατάρχου Ζούκωφ και δεν μου εδόθη ποτέ αφορμή να μεταβάλω τας γνώμας μου περί αυτού.
****
Αι συζητήσεις περιεστράφησαν κυρίως περί την παραλαβήν της διοικήσεως του Βερολίνου και την αποχώρησιν των συμμαχικών στρατευμάτων εις τας συμφωνηθείσας ζώνας κατοχής. Καθωρίσαμε συντόμως τον αριθμόν των στρατευμάτων που θα απετέλουν την φρουράν του Βερολίνου εις 25.000 περίπου. Είχαμε συζητήσει προηγουμένως με τους σοβιετικούς στρατιωτικούς ηγέτας περί του χρόνου που θα απητείτο διά την αποχώρησιν των στρατευμάτων μας και των μετακινήσεων των προς αντικατάστασιν αυτών απαιτουμένων σοβιετικών στρατευμάτων, και είχομεν συμφωνήσει προσωρινώς να γίνη τούτο εντός 9 ημερών.
Ο στρατάρχης Ζούκωφ επίστευεν ότι το διάστημα αυτό ήτο πάρα πολύ μακρόν, και εν τέλει συνεφώνησα μαζί του, ιδίως διότι εγνώριζα ότι και εμείς θα ημπορούσαμε να μετακινήσωμεν τα στρατεύματά μας εξ ίσου ταχέως όπως και εκείνος τα ιδικά του. Συνεπώς συνεφωνήσαμεν επί ενός 4ημέρου χρονικού διαστήματος αρχομένου από της 1ης Ιουλίου, εις τρόπον ώστε τα στρατεύματά μας θα ημπορούσαν να εισέλθουν εις το Βερολίνον την 4ην Ιουλίου (επέτειον της ανακηρύξεως της ανεξαρτησίας των Ηνωμένων Πολιτειών). Τα σοβιετικά στρατεύματα θα ηκολούθουν τα αποχωρούντα στρατεύματά μας εις απόστασιν όχι μικροτέρην του ενός χιλιομέτρου. Αξιωματικοί-σύνδεσμοι θα αντηλλάσσοντο απ’ ευθείας μεταξύ των στρατιωτικών διοικητών που ήσαν υπεύθυνοι διά τας μετακινήσεις. Επετράπη εις σοβιετικά αναγνωριστικά αποσπάσματα να εισέλθουν αμέσως εις τας περιοχάς που επρόκειτο να καταληφθούν από τα σοβιετικά στρατεύματα, ενώ ταυτοχρόνως τα ιδικά μας αναγνωριστικά αποσπάσματα θα ημπορούσαν να εισέλθουν εις το Βερολίνον.
Συνεφωνήθη όπως αι στρατιαί παραβάλουν μεθ’ εαυτών τους Γερμανούς αιχμαλώτους των, συμπεριλαμβανομένων των τραυματιών, καθώς και όλα τα εκτοπισμένα άτομα – πλην των σοβιετικών υπηκόων. Ηρνήθην να απαιτήσω την μετακίνησιν των εκτοπισμένων ατόμων που επεθύμουν να παραμείνουν και διεσαφήνισα ότι με τον όρον «σοβιετικοί υπήκοοι» εννοούσαμεν μόνον όσους η Κυβέρνησίς μας ανεγνώριζεν ως τοιούτους και όχι, επί παραδείγματι, τους υπηκόους των Βαλτικών κρατών, τα οποία ημείς δεν ανεγνωρίζαμεν ως υπηκόους της Σοβ. Ενώσεως. Ο στρατηγός Ουήκς συνεφώνησεν επίσης επ’ αυτού. Ούτε εκείνος, ούτε και εγώ ήμεθα διατεθειμένοι να αφήσωμεν 5 ημερών τροφάς διά τα εκτοπισμένα άτομα που ήθελαν ενδεχομένως να παραμείνουν, εις το τέλος όμως εδέχθημεν να αφήσωμεν τροφάς προς συντήρησίν των επί διήμερον, αναγνωρίζοντες το δίκαιον των σοβιετικών αντιρρήσεων ότι θα παρήρχοντο μερικαί ημέραι έως ότου ήθελε κατορθωθή να οργανωθή ο ανεφοδιασμός. Το επιχείρημα αυτό ήτο εντελώς ακαδημαϊκόν, δεδομένου ότι ελάχιστοι ήσαν οι εκτοπισμένοι εκείνοι που δεν ανεχώρησαν συγχρόνως με τα αποχωρούντα στρατεύματά μας.
****
Τα υπόλοιπα θέματα επί των οποίων συνεζητήσαμεν δεν ήσαν εν τούτοις τόσον εύκολα να λυθούν. Εξηγήσαμεν ότι επιθυμούμεν να εισέλθουν τα στρατεύματά μας εις το Βερολίνον χρησιμοποιούντα τρεις σιδηροδρομικάς γραμμάς και δύο δημοσίας οδούς καθώς και όλον τον απαιτούμενον εναέριον χώρον. Ο στρατάρχης Ζούκωφ δεν ήθελε να παραδεχθή ότι οι οδοί αυταί ήσαν απαραίτητοι και ισχυρίσθη ότι η αποστράτευσις των σοβιετικών στρατευμάτων απησχόλει τα διαθέσιμα συγκοινωνιακά μέσα.
Αντέτεινα εις τον ισχυρισμόν αυτόν ότι δεν εζητούσαμεν την αποκλειστικήν χρησιμοποίησιν των οδών αυτών, αλλά μόνον το δικαίωμα να τας χρησιμοποιούμεν και ημείς χωρίς άλλους περιορισμούς από τους συνήθεις κανονισμούς της τροχαίας κινήσεως που θα ίσχυαν και διά τας σοβιετικάς συγκοινωνίας. Ο στρατηγός Ουήκς υπεστήριξε σθεναρώς την άποψίν μου. Και οι δύο εγνωρίζαμεν ότι εις την συμφωνίαν που είχεν επιτευχθή υπό της Ευρωπαϊκής Συμβουλευτικής Επιτροπής δεν υπήρχε κανείς όρος που να προέβλεπε περί της εισόδου μας εις το Βερολίνον. Δεν ηθέλαμεν να δεχθώμεν την χρησιμοποίησιν ωρισμένων οδών που θα ημπορούσε να ερμηνευθή ως παραίτησις από του δικαιώματός μας να χρησιμοποιούμεν όλας τας οδούς προσπελάσεως,
εν τούτοις όμως ανεγνωρίσαμεν το βάσιμον των σοβιετικών ισχυρισμών ότι αι διαθέσιμοι οδοί εχρειάζοντο διά τας ανάγκας της αποστρατεύσεως των σοβιετικών στρατευμάτων. Αι συγκοινωνίαι
απετέλουν ήδη σημαντικήν δυσχέρειαν διά την ανάπτυξιν των στρατευμάτων μας. Συνεπώς ο στρατηγός Ουήκς και εγώ εδέχθημεν ως προσωρινήν διευθέτησιν να μας παραχωρηθή μία σιδηροδρομική γραμμή και μία εκ των δημοσίων οδών καθώς και δύο εναέριοι διάδρομοι, επιφυλαχθέντες του δικαιώματος να εγείρωμεν και πάλιν το ζήτημα ενώπιον του Συμμαχικού Συμβουλίου Ελέγχου.
Πρέπει να αναγνωρίσω ότι δεν αντελήφθημεν τότε πλήρως ότι η ανάγκη μιας ομοφώνου συγκαταθέσεως θα καθίστα δυνατόν εις τα Σοβιέτ με ένα «βέτο» ενώπιον του Συμμαχικού Συμβουλίου Ελέγχου να ματαιώσουν όλας μας τας προσπαθείας. Μολονότι δεν ετηρήθησαν πρακτικά των συναντήσεών μας αυτών, την ιδίαν εσπέραν υπηγόρευσα τας σημειώσεις μου και ιδού τι διαλαμβάνεται εις αυτάς:
«Συνεφωνήθη ότι όλη η κίνησις, είτε διά του σιδηροδρόμου, είτε διά των οδών, είτε από αέρος, θα διεξήγετο άνευ συνοριακών ερευνών ή οιουδήποτε ελέγχου τελωνειακού ή εκ μέρους των στρατιωτικών αρχών».
Δεν αντελαμβανόμην τότε ότι η επιμονή των Σοβιέτ διά την διεξαγωγήν τελωνειακού ελέγχου εις τα σύνορα των ζωνών θα τους παρείχε την πρόφασιν διά την επιβολήν του αποκλεισμού του Βερολίνου.
Σήμερον νομίζω ότι υπήρξε σφάλμα μου το να μη προβάλω τον όρον της ελευθέρας εισόδου εις το Βερολίνον, ως απαραίτητον προϋπόθεσιν διά την αποχώρησιν των στρατευμάτων μας εις την ζώνην μας κατοχής. Ανεγνωρίζετο η σημασία του ζητήματος, δεν ήθελα όμως να γίνη καμμία γραπτή συμφωνία η οποία να παρεδέχετο τίποτε ολιγώτερον παρά το δικαίωμα της απροσκόπτου εισόδου και εξόδου εκ του Βερολίνου. Ημείς ήμεθα ειλικρινείς εν τη επιθυμία μας να εγκαθιδρύσωμεν μίαν τετραμερή διοίκησιν εις το Βερολίνον, η οποία ως ηλπίζαμεν θα κατώρθωνε να επιτύχη καλυτέραν συνεννόησιν και την λύσιν πολλών προβλημάτων. Άλλωστε διεθέταμεν πολυάριθμον και αξιόμαχον στρατόν εν Γερμανία ο οποίος τότε μας εξησφάλιζεν από κάθε ανησυχίαν διά το ενδεχόμενον του εκεί αποκλεισμού μας.
Εν τούτοις πολύ αμφιβάλλω εάν μία γραπτή συμφωνία θα επηρέαζε περισσότερον της προφορικής την εξέλιξιν των γεγονότων που επηκολούθησαν. Η σοβιετική κυβέρνησις φαίνεται ότι κατωρθώνει να εξευρίσκη «τεχνικούς λόγους» οπότε το θελήση διά να δικαιολογή δι’ αυτών την παραβίασιν συμφωνιών είτε γραπτών είτε προφορικών. Εν πάση περιπτώσει ο στρατηγός Αϊζενχάουερ με είχεν εφοδιάσει με πλήρη εξουσιοδότησιν διά την διεξαγωγήν των διαπραγματεύσεων και θα ανελάμβανα πάσαν ευθύνην διά την απόφασιν που θα επηκολούθει. Ο κύβος είχε ριφθή, τις οίδε εάν προς το καλύτερον ή προς το χειρότερον και αι Δυτικαί Δυνάμεις είχον αναλάβει την υποχρέωσιν να αποσυρθούν εις τας αντιστοίχους των ζώνας κατοχής και να αρχίσουν να μετακινούν τα στρατεύματά των εις το Βερολίνον την 1ην Ιουλίου. Έτσι είχε συντελεσθή το πρώτον βήμα διά την εγκαθίδρυσιν της Τετραμερούς Διοικήσεως.
[Ευθύς μετά την είσοδον των στρατευμάτων των Δυτικών Δυνάμεων εις το Βερολίνον ο Πρόεδρος Τρούμαν, ο Στρατάρχης Στάλιν και οι Πρωθυπουργοί της Αγγλίας –ο κ. Τσώρτσιλ εν αρχή και εν συνεχεία ο κ. Άτλυ– συνηντήθησαν πλησίον του Βερολίνου, εις την περίφημον Διάσκεψιν του Πότσδαμ, όπου ενέκριναν και ανεθεώρησαν το καταστατικόν της κατοχής της Γερμανίας. Οι όροι της συμφωνίας αυτής έδωσαν λαβήν εις πολλάς συζητήσεις και διενέξεις, επέτρεψαν όμως την εγκαθίδρυσιν της Συμμαχικής Διοίκησεως, η οποία εκυβέρνησε την Γερμανίαν μέχρις ότου το σχίσμα μεταξύ Ανατολής και Δύσεως ωδήγησεν εις τον αποκλεισμόν του Βερολίνου του 1948.]
Η Καθημερινή, 19 Ιανουαρίου 1950
H διάσκεψις της Μόσχας
O χώρος εις την Μόσχαν ήτο πολύ περιωρισμένος και συνεπώς ο πρεσβευτής μας Μπέντελ Σμιθ ηναγκάσθη να εγκαταστήση το πολυάριθμον προσωπικόν της αμερικανικής αντιπροσωπείας εις πρόχειρα γραφεία εις το μέγαρον της πρεσβείας μας. Της αντιπροσωπείας μας μετείχον μεταξύ άλλων ο κ. Κοέν, ο κ. Ντάλλες, ο πρεσβευτής Μώρφυ, ο στρατηγός Μαρκ Κλαρκ, ο κ. Μάθιους κ.ά. Επίσης παρήσαν ο στρατηγός Μάρσαλ με τον στρατηγόν Κάρτερ και τον κ. Μπόλεν και πολυάριθμοι γραμματείς, στενογράφοι, υπάλληλοι, εμπειρογνώμονες κλπ.
Εις την μεγάλην ισόγειον αίθουσαν των δεξιώσεων, όπου είχαν εγκατασταθή πολλά γραφεία, τα εξωτερικά παραθυρόφυλλα εκρατούντο κλειστά, δεδομένου ότι ο επί της ασφαλείας αξιωματικός μας εφοβείτο μήπως οι Ρώσοι, χρησιμοποιούντες ειδικά ηχητικά μηχανήματα ή μακράς αποστάσεως φωτογραφικάς μηχανάς, κατορθώσουν να συλλάβουν και να αντιγράψουν συνομιλίας μας ή έγγραφα. Είναι περιττόν να λεχθή ότι εκυκλοφόρουν μετ’ επιτάσεως φήμαι περί δήθεν αποπειρών τρομοκρατήσεώς μας εκ μέρους των Ρώσων, μεταξύ άλλων δε –πράγμα που δεν κατώρθωσα ποτέ να εξακρίβωσω– ελέγετο ότι οι Βρεταννοί είχαν ανακαλύψει κρυμμένας μέσα εις τους τοίχους των γραφείων των τέσσαρας ηχητικάς συσκευάς λήψεως.
Εν πάση περιπτώσει είχομεν λάβει οδηγίας να μη συζητούμεν σοβαρά ζητήματα εις τα δωμάτια του ξενοδοχείου όπου διεμέναμεν, αν και συχνά πολλοί από ημάς, απαυδήσαντες από τα συνεχή μέτρα ασφαλείας που ελαμβάνοντο, εφώναζαν δυνατά μερικούς ακατονόμαστους χαρακτηρισμούς διά τους φιλοξενούντας μας, ελπίζοντες ότι θα περιήρχοντο εις γνώσιν των […]
****
Πράγματι όμως αι διαφοραί ή διαφωνίαι μεταξύ του κ. Ντάλλες και εμού δεν ήσαν ούτε συχνότεραι ούτε οξύτεραι από εκείνας που εσημειούντο μεταξύ άλλων μελών της αντιπροσωπείας μας.
Η αίθουσα των συνεδριάσεων ήτο γεμάτη από γνωστάς φυσιογνωμίας. Ο κ. Μπέβιν, όταν συνεζητούντο ζητήματα σχετικά με την Γερμανίαν, συνωδεύετο από τον Σερ Ουίλλιαμ Στραγκ και από τον στρατηγόν Ρόμπερτσον. Τον κ. Μολότωφ συνώδευσαν ο Βυσίνσκι και ο στρατάρχης Σοκολόφσκυ. Και ο κ. Μπιντώ είχε πάντοτε μαζί του τον κ. Κουβ ντε Μυρβίλλ και τον κ. Ερβέ Αλφάν.
Κάθε έγγραφον που κατέθεταν προς συζήτησιν οι αντιπρόσωποι των Δυτικών Δυνάμεων, επέσυρε νέας κατηγορίας εκ μέρους του κ. Μολότωφ. Εις την διάσκεψιν αυτήν, που απέβλεπε κυρίως εις την εξεύρεσιν μιας κοινής πολιτικής που να εφαρμοσθή υπό των συμμάχων εις την Γερμανίαν, ο Μολότωφ κατηγορούσε τους Βρεταννούς διότι δήθεν απέτυχαν από του να «αποναζιστικοποιήσουν» την Γερμανίαν, αναφέρων ως παραδείγματα ονόματα ελάχιστα γνωστών προσώπων, τα οποία, κατά το λέγειν του, έπαιζαν «σημαντικούς ρόλους». Εν τούτοις η αμυντική στάσις των συμμαχικών αντιπροσωπειών ήτο τόσον πολύ επιτυχής, ώστε αμέσως απεστέλλοντο τηλεγραφήματα εις το Βερολίνον, εκ των λαμβανομένων δε απαντήσεων κατωρθώναμεν να αποκρούσωμεν τας κατηγορίας αυτάς ως εντελώς εστερημένας βάσεως.
Εις άλλην περίπτωσιν ο κ. Μολότωφ κατηγόρησε τας Ηνωμ. Πολιτείας ότι δήθεν οικειοποιούνται δι’ ίδιόν των όφελος γερμανικά συστήματα ευρεσιτεχνίας ή βιομηχανικών κατασκευών.
Ο κ. Τσαρλς Κίντλεμπεργκερ του αμερικανικού υπουργείου των Εξωτερικών είχε φέρει μεθ’ εαυτού διά παν ενδεχόμενον μίαν επιστολήν του εν Ουασιγκτώνι σοβιετικού εμπορικού ακολούθου, διά της οποίας ούτος ηυχαρίστει τον υπουργόν του Εμπορίου διά τα στοιχεία περί των γερμανικών ευρεσιτεχνιών τα οποία οι Αμερικανοί παρέσχον εις την σοβιετικήν κυβέρνησιν, και ερωτά πότε θα της παρασχεθούν συμπληρωματικά στοιχεία.
****
Διά να κερδίσωμεν χρόνον είχαμε σχηματίσει μίαν επιτροπήν η οποία έπρεπε να σημειώνη τας συμφωνίας και διαφωνίας επί των διαφόρων εγγράφων που υπεβάλλοντο εις το Συμβούλιον σχετικώς με την διαμόρφωσιν και την έκτασιν της προσωρινής πολιτικής διοργανώσεως της Γερμανίας. Εις την συντονιστικήν αυτήν επιτροπήν εγώ αντεπροσώπευα τας Ηνωμ. Πολιτείας και μεταξύ των άλλων μελών ήσαν ο κ. Βυσίνσκι, ο κ. Αλφάν και ο στρατηγός Ρόμπερτσον. Συνεδριάζαμεν από αργά το απόγευμα μέχρι των πρώτων πρωινών ωρών, οπότε διεκόπταμεν επί τινάς ώρας μέχρις ότου δακτυλογραφηθή η έκθεσίς μας διά να είναι ετοίμη να υποβληθή εις την απογευματινήν συνεδρίασιν του Συμβουλίου.
Η έκθεσις όμως αυτή ελάχιστα μας εβοήθησε, δεδομένου ότι αι διαπιστώσεις των διαφωνιών μας απετέλουν ήδη παλαιάν ιστορίαν. Καθίστατο πάλιν φανερόν ότι οι Αμερικανοί, οι Βρεταννοί και οι Γάλλοι ηυνόουν την εγκαθίδρυσιν μιας ομοσπονδιακής κυβερνήσεως υπό δημοκρατικόν σύνταγμα, με την έννοιαν που αποδίδεται εις την δημοκρατίαν εις τας Δυτικάς χώρας, ενώ η σοβιετική κυβέρνησις ήθελε μίαν ισχυράν κεντρικήν κυβέρνησιν διεπομένην από ένα προσωρινόν σύνταγμα, που θα εξεπονείτο από μίαν συνέλευσιν απαρτιζομένην από αντιπροσώπους των «αντιφασιστικών» οργανώσεων. Τούτο προφανώς θα συνεπήγετο την εκπροσώπησιν των κομμουνιστών και των ποικίλων οργανώσεών των και θα απέδιδε μίαν κυβέρνησιν που θα έτεινε μοιραίως εις την διαμόρφωσιν ενός καθεστώτος κυριαρχουμένου από εν και μόνο πολιτικόν κόμμα.
****
Μολονότι εις τας συνεδριάσεις της επιτροπής συντονισμού μετείχαν μόνον οι προϊστάμενοι και ολίγα μέλη των αντιπροσωπειών, ο κ. Βυσίνσκι δεν ημπορούσε να αντιστή εις την τάσιν που είχεν εκδηλώσει και να παραλείψη την ευκαιρίαν να διεξαγάγη μίαν συνεχή και σφοδράν επίθεσιν κατά των Δυνάμεων της Δύσεως. Εις μίαν περίπτωσιν εξεφράσθη σαρκαστικώς διά την νομιμοφροσύνην των κομμάτων των μειονοτήτων εις τας Ηνωμ. Πολιτείας και εδήλωσεν ότι δεν υφίσταται τοιούτον πρόβλημα εις την Σοβιετικήν Ένωσιν, όπου η νομιμοφροσύνη όλων των πολιτών ήτο αδιαφιλονίκητος. Ηναγκάσθην τότε να του υπενθυμίσω ότι είχομεν εύρει πολλάς χιλιάδας σοβιετικών υπηκόων που επολεμούσαν με τον γερμανικόν στρατόν κατά των Ρώσων, ενώ χιλιάδες άλλαι Ρώσων που επιέζοντο κατά την στιγμήν εκείνην να επιστρέψουν εις την Ρωσίαν επροτιμούσαν να παραιτηθούν της σοβιετικής υπηκοότητος.
Το Συμβούλιον των υπουργών των Εξωτερικών απέτυχεν επίσης εις την προσπάθειάν του να συνδιαλλάξη τα διεστώτα που ανεφέροντο εις την έκθεσιν της επιτροπής μας. Μολονότι το Συμβούλιον συνήρχετο εις αλλεπαλλήλους συνεδριάσεις, εν τούτοις δεν κατώρθωσε να επιτύχη συμφωνίαν ειμή επί ελαχίστων ζητημάτων, εντελώς επουσιώδων, τα οποία άλλωστε περιελαμβάνοντο εις την Συμφωνίαν του Πότσδαμ και συνεζητούντο εκ νέου μόνον και μόνον συνεπεία των αμφισβητήσεων που υπεβάλλοντο ως προς την αποτελεσματικότητα της εφαρμογής των. Εγώ δεν παρέμεινα καθ’ όλην την διάρκειαν της Διασκέψεως, εφ’ όσον ο στρατηγός Μάρσαλ είχεν εγκρίνει την αίτησίν μου να επανέλθω εις τα καθήκοντά μου εις την Γερμανίαν την 31ην Μαρτίου.
[Όταν ο στρατηγός Κλαίυ επέστρεψεν εις το Βερολίνον ήτο ήδη πεπεισμένος ότι η Διάσκεψις της Μόσχας θα κατέληγεν εις αποτυχίαν.]
Η Καθημερινή, 27 Ιανουαρίου 1950