Συγγραφέας: Χρήστος Χωμενίδης
«Ξέρετε ποιος αποτυπώνει καλύτερα από τον καθένα την ατμόσφαιρα που επικρατούσε στην Αθήνα κατά τη διάρκεια του εμφυλίου; Μάνος Χατζιδάκις. Και όχι με τραγούδια που έγραψε, αλλά με ρεμπέτικα που διασκεύαζε. Στο έργο του «Σκληρός Απρίλης ’45» αυτό περιλαμβάνεται στο «Τα κλαδιά σου λάμπουν» του Μάρκου Βαμβακάρη. Παρατηρήστε πώς ενορχηστρώνει τα τύμπανα. Βαρύς. Κουφός. Ο Χατζιδάκις λοιπόν πέτυχε ακριβώς τον ήχο που έφτασε στα αυτιά μας στην Κυψέλη από την Πάρνηθα, από τις βροντές τις πρώτες μέρες του 1945, όταν ο ΕΛΑΣ υποχωρούσε και οι Άγγλοι τον βομβάρδιζαν! Το ακούω και ανατριχιάζω…»
Αυτό είπε ο πατέρας μου στην ομάδα το φθινόπωρο του 1978 και εγώ -ένας δωδεκάχρονος μαγνητόφωνο- δεν έχασα λέξη από τη συνομιλία του.
«Αλλά και το προτελευταίο κομμάτι του δίσκου «Bitter Boy». Ήμουν εκείνο το πικραμένο παιδί όταν, στη μετακατοχική φτώχεια, πούλησα λεμόνια στην πλατεία Ομονοίας. Εγώ και οι συνομήλικοί μου, συχνά παιδιά από πόλεις, που η ζωή τους έχει πάει από το κακό στο χειρότερο…»
– Λέτε, Αλέξανδρε, ο Χατζιδάκις είναι πιο εύστοχος από τον Θεοδωράκη;
«Ο Θεοδωράκης είναι γεμάτος ορμή και πάθος. Όμως ο Χατζιδάκις έχει ένα σπάνιο χάρισμα όταν μετατρέπει την κοινή τους νιότη σε μουσική. Δεν το λέει αυτό. προτείνει. Τι είναι η υψηλή τέχνη αν όχι καθοδήγηση;
Θυμηθείτε τον Τσέχοφ. Και πολύ, πολύ νωρίτερα, ο Ευριπίδης, που θέλοντας να επιπλήξει τους συμπατριώτες του για τη σφαγή των Μηλιών, έγραψε την Τρωάδα. Γυναίκες που πέτυχαν την ολοκλήρωση, που έλκονταν από τα πάντα μετά την κατάληψη της πόλης τους από τους Έλληνες. Είχε την Κασσάνδρα, μια προφήτισσα στην οποία κανείς δεν πίστευε, που προέβλεψε το τρομερό τέλος του Αγαμέμνονα. Σαν να προειδοποιεί τους θεατές για την τελική ήττα τους στον Πελοποννησιακό Πόλεμο. «Ένα μαύρο σύννεφο έπεσε πάνω από αυτούς που έκαναν το κακό…» όπως το έλεγε ο Ελύτης, που -θυμηθείτε με- μπορεί να πάρει και το Νόμπελ…
“Τέχνη στη ζέστη, άρα είναι αδύνατο;”
«Ο Σολωμός άφησε να περάσουν σχεδόν είκοσι χρόνια μετά την έξοδο του Μεσολογγίου πριν αρχίσει να συνθέτει τους Ελεύθερους Πολιορκητές. Και ο Τολστόι δημοσίευσε τον Πόλεμο και την Ειρήνη, η πρώτη ύλη του οποίου ήταν η εισβολή του Ναπολέοντα στη Ρωσία, το 1869. Οι Γάλλοι απωθήθηκαν το 1812».
«Κι αν ένας καλλιτέχνης ασφυκτιά υπό την επίδραση των συναισθημάτων; Κι αν δεν αντέχει να μην εκφράζεται;»
«Σύμφωνα με την κοινή γνώμη; Παρόλα αυτά;»
– Σαν τον Ευριπίδη;
«Και όπως ο Εμίλ Ζολά. Ένας αληθινός καλλιτέχνης έρχεται σε αντίθεση με αυτό που πιστεύουν οι περισσότεροι. Βρίσκει το θάρρος – ακριβώς επειδή είναι αληθινός καλλιτέχνης – να συγκρουστεί με τους θαυμαστές του. Δεν είναι αυτός ο λόγος που ο Κλεμανσό επαινεί τον Ζολά; βρες το, θα σου το διαβάσω. «Υπάρχουν άνθρωποι που αντιτίθενται στους πιο ισχυρούς βασιλιάδες. Ο οποίος αρνήθηκε να υποκλιθεί μπροστά τους. Λίγοι όμως ήταν εκείνοι που αντιστάθηκαν στον κόσμο. Ποιος στάθηκε μόνος ενάντια στις μάζες – οι μάζες πολύ συχνά παραπλανήθηκαν από τη χειρότερη έκφραση οργής. Ο οποίος, χωρίς όπλα και με σταυρωμένα χέρια, αντιμετώπισε ανελέητη οργή. Ποιος τόλμησε, όταν όλοι ζητούσαν «ναι», να σηκώσει το κεφάλι και να πει «όχι»…
Ο Μίκης Θεοδωράκης ανακοίνωσε «Καραμανλής ή Τάνκς». Ο επίσημος γραφειοκρατικός έφυγε και λίγοι ακτιβιστές φακής τον έβριζαν. Η ιστορία θα το αναγνωρίσει…
«Δεν επιτρέπεται σε έναν καλλιτέχνη να εναρμονίζεται με τη διάθεση του κοινού;»
«Φυσικά όχι. Αλλά τότε πρέπει να είναι ιδιαίτερα προσεκτικός. Μην γίνεστε εκπρόσωπος του «λαού». Μη γράφετε μανιφέστο αντί για λογοτεχνία. Και αντί για τραγούδια συνθέστε συνθήματα. Ας τον χειροκροτούν, ας τον ειδωλοποιούν στα γήπεδα και ας τον κολακεύουν ο ανόητος. Παρόλο που κατά βάθος ξέρει ότι προδίδει «το μεγαλύτερο κέρατο», όπως λέει ο Καβάφης. Η δική του τέχνη.
Και καλά που δεν έχει ταλέντο. Να είσαι ένας περιπετειώδης μέσος άνθρωπος που βγάζει τα προς το ζην χαϊδεύοντας αυτιά, γαργαλώντας πατούσες… Αν όμως δεν του λείπει η προίκα και τη σπαταλήσει, θα έρθει καιρός που θα το μετανιώσει πικρά.
Όταν είδα το «Θίασος», θαύμασα τη μυρωδιά του Αγγελόπουλου – τι θάρρος χρειάζεται για να γυρίσεις τις πιο δύσκολες δεκαετίες σε επική μορφή! Γέλασα όμως με τη σκηνή της επιθεώρησης του 1946 που έδειχνε τους Επονίτες να χορεύουν με όμορφα κορίτσια και τους ίδιους τους Χετταίους, άντρας με άντρα! Πώς μπήκαν οι Χετταίοι στην ομοφυλοφιλία; Ως πρώην Επονίτης το αρνούμαι!
Η τέχνη απαιτεί ειλικρίνεια. Και ακρίβεια. Και γνωρίστε τον εαυτό σας. Το «ελαφρύ», λυρικό Atticus θα κρατήσει πολύ περισσότερο από τον πομπώδη Καλομοίρη. Και ο «πεζός» Ταχτσής – τι αριστούργημα είναι το «Τρίτο του Στεφανή»! – θα ξεχαστεί όταν διάφοροι στρατιώτες ξεχάσουν τελείως. Και θα τραγουδήσουν για τον Τσίλα, τον Βλάχο, τον Τσιτσάνη σε τριακόσια χρόνια. «Ένα παράξενο κορίτσι περιπλανιέται σαν σκιά σε έρημο», μίλησε για την Ελλάδα όσο κανένας άλλος. Πάμε στο Χάραμα;
Με έβαλαν για ύπνο και με άφησαν ένα βράδυ του Οκτώβρη του 1978. Ξύπνησα μόλις τώρα, ακούγοντας τις συζητήσεις τους στα αυτιά μου.
* Ο Χρήστος Χωμενίδης είναι συγγραφέας