ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

Κάθε τρίτος εργαζόμενος ξοδεύει τον μηνιαίο κατώτατο μισθό για δαπάνες εκπαίδευσης

Υψηλό κόστος εκπαίδευσης εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα.

Η Γενική Συνομοσπονδία Εργαζομένων Ελλάδος και το Ινστιτούτο Εργασίας συνεχίζουν να καταγράφουν, μετρούν και αξιολογούν δείκτες για το κόστος των δαπανών εκπαίδευσης στο οικογενειακό εισόδημα των εργαζομένων.

Η μελέτη της ΓΣΕΕ που πραγματοποιήθηκε σε συνεργασία με την Alco μεταξύ εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα εξάγει χρήσιμα συμπεράσματα και δείχνει τον εξεταστικό τρόπο λειτουργίας του εκπαιδευτικού συστήματος.

Μια θηλιά στο λαιμό των νοικοκυριών που βλέπουν ότι οι αυξήσεις στους μισθούς είναι ανεπαρκείς

Πρέπει να σημειωθεί ότι αυτό πραγματοποιήθηκε σε μια περίοδο που η πίεση από την αύξηση των τιμών των αγαθών και των υπηρεσιών δεν μπορεί να αντισταθμιστεί επαρκώς από προτεινόμενες ή/και υλοποιούμενες αυξήσεις μισθών στον ιδιωτικό τομέα.

Τα σημαντικότερα ευρήματα είναι τα ακόλουθα:

«- Το 74% του δείγματος λέει ότι έχει πληρώσει για φροντιστήρια τους τελευταίους 12 μήνες. Ειδικότερα, το 36% αφορούσε φροντιστήρια για την υποστήριξη της σχολικής επίδοσης και ένα επιπλέον 38% έπρεπε να πληρώσει για ιδιωτικές υπηρεσίες διδασκαλίας γλωσσών για τα παιδιά του, παρόλο που η εκμάθηση γλωσσών περιλαμβάνεται στα προγράμματα σπουδών σε δωρεάν υποχρεωτικά και δευτεροβάθμια σχολεία. Είναι προφανές ότι το κόστος της εκπαίδευσης που επιβαρύνει τους εργαζόμενους στον ιδιωτικό τομέα με παιδιά φέρει τα χαρακτηριστικά του εξεταστικού τρόπου λειτουργίας του εκπαιδευτικού συστήματος και σχετίζεται άμεσα με την ανάγκη βελτίωσης των αποτελεσμάτων του σχολείου ή συμπλήρωσης των δομικών του ελλείψεων.

Το 38% έπρεπε να πληρώσει για ιδιωτικά φροντιστήρια

– Αξίζει να σημειωθεί ότι στο δείγμα των εργαζομένων των οποίων τα παιδιά φοιτούν σε σχολεία δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης δεν υπάρχει ούτε ένας που να μην πληρώνει δίδακτρα για φροντιστήρια και φροντιστήρια ξένων γλωσσών, ενώ ήδη στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση τα αντίστοιχα ποσοστά είναι στο επίπεδο του 80% για φροντιστήριο και 80% για φροντιστήριο ξένων γλωσσών.

– Κάθε δεύτερος εργαζόμενος στον ιδιωτικό τομέα (49%) πληρώνει τουλάχιστον 500 ευρώ κάθε μήνα για την εκπαίδευση των παιδιών του και το 30% ξοδεύει τουλάχιστον 750 ευρώ, που είναι σχεδόν τουλάχιστον ο μηνιαίος κατώτατος μισθός.

– Οι εργαζόμενοι στον ιδιωτικό τομέα με παιδιά εκτιμούν ότι οι ιδιωτικές δαπάνες για την εκπαίδευσή τους είναι άκαμπτες και δύσκολο να περιοριστούν. Έτσι μόνο το 9% φαίνεται να λέει ότι το μείωσε πολύ, το 48% λίγο και το 43% καθόλου.

Το 100% των μηνιαίων οικογενειακών εισοδημάτων άνω των 2.500 ευρώ δηλώνει ότι δεν έχει κάνει καμία περικοπή

– Όπως ήταν αναμενόμενο, οι μειώσεις είναι ευθέως ανάλογες με το οικογενειακό εισόδημα. Σε οικογένειες με εισοδήματα έως 1.000 ευρώ το μήνα, μόνο το 14% δηλώνει ότι δεν έχει συνεχίσει καμία μείωση στις δαπάνες για την εκπαίδευση, ενώ το 86% δηλώνει ότι συνεχίζει τις μειώσεις δαπανών. Αυτή είναι μια πληθυσμιακή ομάδα στην οποία βρίσκουμε εργαζόμενους που λαμβάνουν τον κατώτατο μισθό ή απασχολούνται σε ευέλικτες μορφές εργασίας, ακόμη και οικογένειες που ζουν με έναν μισθό για να καλύψουν τις ανάγκες του νοικοκυριού.

Με τη σειρά τους, το 100% των οικογενειών με μηνιαίο εισόδημα άνω των 2.500 ευρώ δηλώνουν ότι δεν έχουν κάνει καμία απολύτως περικοπή. Η κατανομή των απαντήσεων σε σχέση με το εισόδημα δείχνει ξεκάθαρα ότι υπάρχουν σημαντικές εκπαιδευτικές και κοινωνικές ανισότητες μεταξύ χαμηλών και υψηλών μηνιαίων αποδοχών.

– Το 91% των συμμετεχόντων στο δείγμα λέει ότι το κόστος εκπαίδευσης αυξάνεται σταθερά τα τελευταία τρία χρόνια. Ταυτόχρονα, το 20% των ερωτηθέντων του δείγματος ισχυρίζεται ότι λαμβάνει υποστήριξη από συγγενείς του ευρύτερου οικογενειακού περιβάλλοντος για την κάλυψη των εξόδων ιδιωτικής οικογενειακής εκπαίδευσης.

Συμπεράσματα έρευνας

«Τα γενικότερα συμπεράσματα που προκύπτουν από τα αποτελέσματα της έρευνας αφορούν τον εύλογα διαφοροποιημένο αντίκτυπο του κόστους των ιδιωτικών εκπαιδευτικών υπηρεσιών ανάλογα με το μέγεθος του νοικοκυριού και την παρουσία εξαρτώμενων ατόμων σε αυτό. Το κόστος υποστήριξης της λειτουργίας σχολείων σε φροντιστήρια, δομές εκμάθησης ξένων γλωσσών ή διατήρηση μαθητών εκτός οικογενειακής εστίας εκτιμάται από τους ίδιους τους εργαζόμενους ότι δεν μειώνεται εύκολα, στο βαθμό που συνδέονται με τις προσδοκίες για θετικό κοινωνικό αντίκτυπο και κινητικότητα μέσω επιτυχημένα αποτελέσματα στο σχολείο», σημειώνει η ΓΣΕΕ.

Ο τρόπος λειτουργίας του ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος συμβάλλει στην αύξηση του μεριδίου των ιδιωτικών δαπανών για την εκπαίδευση

Στα συμπεράσματά της η Συνομοσπονδία τονίζει ότι «είναι προφανές ότι ο τρόπος λειτουργίας του ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος συμβάλλει στην αύξηση του μεριδίου των ιδιωτικών δαπανών για την εκπαίδευση. Ταυτόχρονα, η δημόσια χρηματοδότηση παραμένει ιδιαίτερα χαμηλή. Σε κάθε περίπτωση, πιστεύουμε ότι η πολιτική δημόσιας εκπαίδευσης που υιοθετήθηκε δεν λαμβάνει υπόψη το υψηλό κόστος που ουσιαστικά προκαλεί η ιδιωτική εκπαίδευση. Επιπλέον, η διαφορετική σύνθεση των δαπανών για την εκπαίδευση ως ποσοστό του διαθέσιμου εισοδήματος δεν περιλαμβάνεται ως κρίσιμη παράμετρος των πολιτικών της δημόσιας εκπαίδευσης, γεγονός που αντιπροσωπεύει έναν επιπλέον παράγοντα ανισότητας για τα πιο ευάλωτα νοικοκυριά.

Από αυτή την άποψη, «προτείνουμε κάθε νέα νομοθετική παρέμβαση στη λειτουργία του εκπαιδευτικού συστήματος να συνοδεύεται όχι μόνο από εκτιμήσεις για το ύψος των δαπανών που θα προκαλέσει στον κρατικό προϋπολογισμό, αλλά και από ρεαλιστικές εκτιμήσεις για το ύψος του νέα δαπάνη που μπορεί να προκαλέσει σε οικογενειακούς προϋπολογισμούς» καταλήγει.Η ΓΣΕΕ.

Latest Posts

ΣΗΜΑΝΤΙΚΑ