Σύμφωνα με έρευνα του Ινστιτούτου Ερευνών της Κεντρικής Ένωσης Επιμελητηρίων Ελλάδος (ΚΕΕΕ) σε συνεργασία με την Palmos Analysis, μετά από πανελλαδική επιτόπια έρευνα, περισσότερες από μία στις τρεις εταιρείες (37%) δηλώνουν ότι έχουν κενές θέσεις εργασίας μέχρι τον Φεβρουάριο- Μάιος 2024 σε αντιπροσωπευτικό δείγμα 5.076 επιχειρήσεων.
Όπως σημειώνεται στη σημερινή ανακοίνωση της ΚΕΕΕ, καθώς αναλυτική έρευνα έχει αναρτηθεί στην ιστοσελίδα της (http://uhc.gr/wp-content/uploads/2024/07/KEEE_Ereyná-agoras-ergassias-2024-ELLADA-FULL-1. pdf .), το ποσοστό αυτό αυξάνεται στο 60% σε επιχειρήσεις που απασχολούν περισσότερους από 25 εργαζομένους, ενώ βρίσκεται σε πολύ υψηλότερα επίπεδα, σε σχέση με τον εθνικό μέσο όρο, στις νησιωτικές περιοχές της χώρας, αλλά και στην Περιφέρεια Θεσσαλίας.
Οι κλάδοι με το υψηλότερο ποσοστό εταιρειών που αναφέρουν κενές θέσεις εργασίας είναι η παραγωγή (50%), η στέγαση και η εστίαση (48%) και οι κατασκευές (55%), ενώ υψηλό ποσοστό (48%) καταγράφεται και μεταξύ των εξαγωγικών εταιρειών. Με τον μέσο αριθμό κενών θέσεων εργασίας που αναφέρθηκαν από τις εταιρείες που αναφέρουν να είναι δύο, υπολογίζεται ότι υπάρχουν περίπου 260.000 κενές θέσεις εργασίας σε εθνικό επίπεδο. Μεταξύ των εταιρειών που ισχυρίζονται ότι έχουν κενές θέσεις εργασίας, το 28% αναζητά εργαζόμενους σε υπηρεσίες και πωλήσεις, το 27% για ανειδίκευτους εργάτες, τεχνίτες και εμπόρους και το 23% για ειδικευμένους τεχνίτες και συναφή επαγγέλματα.
Η έλλειψη ατόμων που ενδιαφέρονται για την εκτέλεση αυτού του είδους εργασίας (45%) και η έλλειψη ατόμων με τα απαιτούμενα προσόντα – δεξιότητες – εμπειρία (36%) είναι οι δύο βασικοί λόγοι για τους οποίους υπάρχουν κενές θέσεις εργασίας σε εταιρείες, σύμφωνα με τις απαντήσεις της έρευνας. Όσον αφορά τις πιο βασικές δεξιότητες και ικανότητες που πρέπει να έχουν οι εργαζόμενοι, οι απαντήσεις των επιχειρήσεων στην έρευνα δείχνουν ότι η πιο κοινή επιλογή είναι η γνώση/χρήση αγγλικών (39%), ακολουθούμενη από τις βασικές ψηφιακές δεξιότητες/διαδικτυακή συνεργασία/εξ αποστάσεως εργασία (33% ). επικοινωνιακές/κοινωνικές δεξιότητες (30%), δεξιότητες ομαδικής εργασίας (24%) και οργανωτικές δεξιότητες (20%).