Η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας κράτησε τα έγγραφά της κλειστά Κριστίνα Λαγκάρντ για το αν θα μειώσει τα επιτόκια στις 12 Σεπτεμβρίου, οπότε αναμένεται η επόμενη συνεδρίαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Κεντρικής Τράπεζας.
Στη σημερινή συνεδρίαση του διοικητικού συμβουλίου, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα αποφάσισε να διατηρήσει αμετάβλητα τα επιτόκια.
Συνεπώς, το επιτόκιο των πράξεων κύριας αναχρηματοδότησης και των οριακών επιτοκίων δανείων και καταθέσεων θα παραμείνει στο 4,25%, 4,50% και 3,75% αντίστοιχα.
Κατά τη συνέντευξη Τύπου, ο επικεφαλής της ΕΚΤ απέφυγε οποιαδήποτε ένδειξη για περαιτέρω κινήσεις των επιτοκίων, τονίζοντας ότι «οι αποφάσεις λαμβάνονται κάθε φορά σε συνεδρίαση του Διοικητικού Συμβουλίου και βασίζονται σε οικονομικά δεδομένα». Πρόσθεσε ότι «δεν υπάρχει προκαθορισμένος «οδικός χάρτης» για μειώσεις επιτοκίων».
Ερωτηθείσα εάν ήταν πιο αισιόδοξη για την επίτευξη του στόχου της να περιορίσει τον πληθωρισμό μέχρι τα μέσα του επόμενου έτους, η Κριστίν Λαγκάρντ απάντησε ωμά ότι «θα έπρεπε να έχει περισσότερα δεδομένα για να αισθάνεται λίγο πολύ αισιόδοξη για την επίτευξη του στόχου».
Ο πληθωρισμός αναμένεται να κυμανθεί γύρω από τα τρέχοντα επίπεδα για το υπόλοιπο του έτους, εν μέρει λόγω των υποκείμενων ενεργειακών επιπτώσεων. Στη συνέχεια, αναμένεται να μειωθεί προς τον στόχο της ΕΚΤ το δεύτερο εξάμηνο του επόμενου έτους λόγω της ασθενέστερης αύξησης του κόστους εργασίας, του αντίκτυπου της αυστηρής νομισματικής πολιτικής και της αποδυνάμωσης του πληθωρισμού του παρελθόντος.
Ωστόσο, όσον αφορά τις εξελίξεις στην πραγματική οικονομία, η ΕΚΤ παραμένει επιφυλακτική, αναγνωρίζοντας ότι παραμένει αυξημένος ο κίνδυνος περαιτέρω επιβράδυνσης της ανάπτυξης.
Επιπλέον, νέα στοιχεία δείχνουν ότι η οικονομία της ευρωζώνης αναπτύχθηκε το δεύτερο τρίμηνο, αν και πιθανώς με βραδύτερο ρυθμό από ό,τι το πρώτο τρίμηνο.
Οι υπηρεσίες συνέχισαν να οδηγούν την ανάκαμψη, ενώ η βιομηχανική παραγωγή και οι εξαγωγές αγαθών ήταν αδύναμες. Οι επενδυτικοί δείκτες δείχνουν περιορισμένη ανάπτυξη το 2024 εν μέσω αυξημένης αβεβαιότητας. Όσον αφορά το μέλλον, η ΕΚΤ αναμένει ότι η ανάκαμψη θα υποστηριχθεί από την κατανάλωση, με γνώμονα την ενίσχυση των πραγματικών εισοδημάτων που προκύπτουν από χαμηλότερο πληθωρισμό και υψηλότερους ονομαστικούς μισθούς. Επιπλέον, οι εξαγωγές θα πρέπει να ανακάμψουν καθώς αυξάνεται η παγκόσμια ζήτηση. Τέλος, η νομισματική πολιτική θα πρέπει να δημιουργήσει λιγότερη αντίσταση στη ζήτηση με την πάροδο του χρόνου.
Απειλές στο μέτωπο της ανάπτυξης
Αναφερόμενος στις απειλές στο μέτωπο της ανάπτυξης, ο επικεφαλής της ΕΚΤ είπε ότι «μια πιο αδύναμη παγκόσμια οικονομία ή η κλιμάκωση των εμπορικών εντάσεων μεταξύ των μεγάλων οικονομιών θα επηρεάσει την ανάπτυξη στην ευρωζώνη. Ο αδικαιολόγητος πόλεμος της Ρωσίας με την Ουκρανία και η τραγική σύγκρουση στη Μέση Ανατολή αποτελούν σημαντικές πηγές γεωπολιτικού κινδύνου. Αυτό θα μπορούσε να αφήσει τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά λιγότερο σίγουροι για το μέλλον και να διαταράξει το παγκόσμιο εμπόριο. Η ανάπτυξη θα μπορούσε επίσης να είναι χαμηλότερη εάν τα αποτελέσματα της νομισματικής πολιτικής αποδειχθούν ισχυρότερα από τα αναμενόμενα».
Η Κριστίν Λαγκάρντ έδωσε ιδιαίτερη έμφαση στην ανάγκη διασφάλισης δημοσιονομικής πειθαρχίας μεταξύ των κρατών μελών της ζώνης του ευρώ. «Χαιρετίζουμε την πρόσφατη καθοδήγηση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που καλεί τα κράτη μέλη της ΕΕ να ενισχύσουν τη βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών και τη δήλωση του Eurogroup για τη δημοσιονομική πορεία της ζώνης του ευρώ το 2025. Η πλήρης και ταχεία εφαρμογή του αναθεωρημένου πλαισίου οικονομικής διακυβέρνησης της ΕΕ θα βοηθήσει τις κυβερνήσεις να διατηρήσουν το έλλειμμα και δείκτες χρέους σε βιώσιμα επίπεδα.» είπε η κυρία Λαγκάρντ.