Το τέλος Ιουνίου θα ήταν η πιο κατάλληλη στιγμή για να συνεχίσουμε ευρωπαϊκός Κεντρικός Τράπεζα Σύμφωνα με τον διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος (ΕΚΤ), έκανε την πρώτη μείωση των επιτοκίων Ιαν Αστερίας.

Μιλάει στο πανεπιστήμιό του Λίβερπουλ Ο πρόεδρος της ΤτΕ επανέλαβε ότι «το τέλος του πρώτου εξαμήνου του 2024 θα ήταν ίσως η καταλληλότερη στιγμή για την πρώτη μείωση των επιτοκίων, υπό την προϋπόθεση βέβαια ότι τα εισερχόμενα στοιχεία δεν αλλάξουν την εικόνα του αποπληθωριστικού πληθωρισμού».

Ειδικότερα, εκτίμησε ότι παρόλο που έχει σημειωθεί σημαντική πρόοδος στη μείωση του πληθωρισμού στη ζώνη του ευρώ (ο πληθωρισμός τον Οκτώβριο του 2022 κορυφώθηκε στο 10,6%, ενώ τον Ιανουάριο του 2024 ήταν 2,8%), η καταπολέμηση του πληθωρισμού δεν έχει ακόμη κερδηθεί, ενώ η αβεβαιότητα είναι πολύ υψηλή.

Είπε ότι η ΕΚΤ θα λάβει προσεκτικά μέτρα ώστε να μην τεθεί σε κίνδυνο η πρόοδος που έχει επιτευχθεί μέχρι στιγμής.

Σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία, ο πληθωρισμός επιβραδύνεται ταχύτερα σε σύγκριση με τις μακροοικονομικές προβλέψεις του Δεκεμβρίου και πιθανότατα θα πλησιάσει πολύ τον στόχο του 2% για τον πληθωρισμό που τέθηκε το φθινόπωρο του τρέχοντος έτους.

Η πρόσφατη ελαφρά επιβράδυνση της αύξησης των μισθών είναι επίσης ενθαρρυντική και πολλά θα εξαρτηθούν από την εξέλιξη των περιθωρίων κέρδους καθώς και από την εξέλιξη των γενικών εξόδων, συμπεριλαμβανομένου του ενεργειακού κόστους.

Διαβάστε επίσης: Πόσο πιθανές είναι οι μειώσεις των επιτοκίων της ΕΚΤ και της Fed το καλοκαίρι του 2024;

Αναφέρεται σε τραπεζικός τομέας τόνισε ότι ο τραπεζικός τομέας της ΕΕ φαίνεται να έχει ικανοποιητικές επιδόσεις μέχρι στιγμής πολλές προκλήσεις. Ωστόσο, δεν υπάρχει περιθώριο εφησυχασμός. Οι αρχές, είπε, θα πρέπει να προετοιμαστούν εγκαίρως για μια δυσμενή οικονομική κατάσταση. Οι προηγούμενες κρίσεις δείχνουν πόσο σημαντικό είναι να ενισχυθεί το θεσμικό πλαίσιο πριν εμφανιστούν απειλές.

Αναφερόμενος στη μελλοντική πορεία τόσο του δημόσιου όσο και του ιδιωτικού χρέους, ο κ. Στουρνάρας σημείωσε ότι η διατηρησιμότητα του μέχρι στιγμής έχει βασιστεί σε μεγάλο βαθμό στο γεγονός ότι η διαφορά μεταξύ των ονομαστικών επιτοκίων και της δυναμικής του ΑΕΠ είναι αρνητική.

Αυτό σημαίνει ότι το εν λόγω επιτόκιο ήταν χαμηλότερο από τον ονομαστικό ρυθμό ανάπτυξης και συνέβαλε στην άνοδο της χρηματοδότησης σταθερότητα δημόσιο και ιδιωτικό τομέα.

Όπως σημείωσε, οι υπεύθυνοι λήψης αποφάσεων θα πρέπει να κατανοήσουν τη σημασία του μεταβλητός και φροντίστε να έχει το σωστό σημάδι, αν όχι πάντα, τουλάχιστον τις περισσότερες φορές.

Ευνοϊκή διαφορά επιτόκιο αύξησης των επιτοκίων μπορεί να βοηθήσει τις οικονομίες μας να επιβιώσουν διαρκής κατά τη μετάβαση στη νέα κανονικότητα.