Νέα κριτήρια και προϋποθέσεις χαρακτηρισμού μακρύς νέα απόφαση του Βοεβόδα της φέρνει ως «απαράδεκτη προς είσπραξη». ΑΑΔΕΓιώργος Πιτσιλής.
Σύμφωνα με την απόφαση, οι ληξιπρόθεσμες οφειλές προς το Δημόσιο και οι εγγυημένες οφειλές προς τρίτους θα θεωρούνται μη ανακτήσιμες εφόσον πληρούνται ορισμένα γενικά κριτήρια, το κυριότερο από τα οποία είναι αν είναι πρακτικά αδύνατη η είσπραξή τους.
Ειδικότερα, η νέα Απόφαση Πιτσιλή προβλέπει τα εξής:
1. Οι ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις προς το Δημόσιο και οι εγγυημένες οφειλές προς τρίτους χαρακτηρίζονται ως μη εισπράξιμες εφόσον προκύπτουν από κοινού:
α) Οι έρευνες έχουν ολοκληρωθεί με βάση τα διαθέσιμα ηλεκτρονικά μέσα της Φορολογικής Διοίκησης και από τις έρευνες αυτές δεν προέκυψε η ύπαρξη περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη και των συνεργαζόμενων προσώπων ή η πώληση των περιουσιακών τους στοιχείων με οποιονδήποτε τρόπο μη ακυρώσιμο ή παραβατικό. με τα άρθρα 939 επ. του Αστικού Κώδικα και ειδικότερα έχει διαπιστωθεί ότι η εκτελεστική διαδικασία για κινητή, ακίνητη περιουσία ή αξιώσεις κατά των προαναφερόμενων υπευθύνων έχει επιταχυνθεί από το Δημόσιο ή τρίτους ή τον εκκαθαριστή στο πλαίσιο εκκαθαριστικής διαδικασίας και την αναστολή της πτωχευτικής διαδικασίας εφόσον έχει κηρυχτεί και δεν έχει ολοκληρωθεί η πτώχευση των υπευθύνων. Η ενοικίαση τραπεζικού χρηματοκιβωτίου από τον οφειλέτη ή συνοφειλέτη δεν εμποδίζει την αναγνώριση της απαίτησης ως ανείσπρακτη ακόμη και πριν από τη διάρρηξη, εφόσον η κατάσχεση έχει ήδη γίνει στα χέρια τρίτου.
β) Η αίτηση κίνησης ποινικής δίωξης υποβλήθηκε σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθ. 25 του ν. 1882/1990 (Α' 43) σε όλες τις περιπτώσεις που συντρέχουν οι νόμιμες προϋποθέσεις ή δεν είναι δυνατή η υποβολή του.
γ) Ο έλεγχος διενεργήθηκε από ειδικά διορισμένο ελεγκτή της αρμόδιας αρχής της Ανεξάρτητης ΔΟΥ, ο οποίος, βάσει ειδικά αιτιολογημένου πρωτοκόλλου ελέγχου, δηλώνει ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις που ορίζονται στο στοιχείο α). α) και β). και είναι αντικειμενικά αδύνατη η είσπραξη οφειλών. Κατ' εξαίρεση, σε περίπτωση εφαρμογής των διατάξεων του εδαφ 4 ή τμήμα α) ενότητα 5, η έκθεση ελέγχου πιστοποιεί, αντί να υποστηρίζει την παράγραφο. α) της παραγράφου αυτής, τήρηση των διατάξεων των παραγράφων αυτής, κατά περίπτωση. Αν ο οφειλέτης ή ο συνοφειλέτης έχει πεθάνει και εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της παραγράφου β) τμήμα 5, ιδίως σε σχέση με αποβιώσαντα οφειλέτη ή συνοφειλέτη, βεβαιώνεται μόνο η εισφορά στο θέμα αυτό.
2. Σε περίπτωση εταιρειών υπό κρατικό έλεγχο ή επί των οποίων ασκείται κρατική εποπτεία και οι οποίες βρίσκονται σε εκκαθάριση ή πτώχευση, κοινοποίηση προς το κράτος των διαδικασιών αυτών και της συνδρομής της παραγράφου. 1 ενότητα (β) και (γ) της προηγούμενης παραγράφου. απαιτείται.
3. Σε περίπτωση οφειλών που αφορούν κοινότητες ομογενειακών οργανώσεων που διαθέτουν ελληνικά σχολεία στο εξωτερικό, η συνδρομή που προβλέπεται στην εδ. 1 γράμμα ντο).
4. Κατά παρέκκλιση των διατάξεων της παραγράφου. 1 ενότητα α) οι οφειλές ταξινομούνται ως μη εισπράξιμες παρά την ύπαρξη περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη ή του συνοφειλέτη, εάν πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις για τα υπάρχοντα περιουσιακά στοιχεία:
α) Η συνολική αξία της περιουσίας και των λοιπών περιουσιακών δικαιωμάτων του οφειλέτη και των συνοφειλετών έχει ιδιαίτερα μικρή αξία σε σχέση με τη συνολική βασική ληξιπρόθεσμη οφειλή, δεν υπερβαίνει το πέντε τοις εκατό (5%) του ποσού της οφειλής και το ποσό των εκατό χιλιάδων (100.000) ευρώ κάθε φορά, όπως αυτή η αξία προκύπτει με τη σειρά της από την εκτίμηση πραγματογνώμονα εκτιμητή, εάν υπάρχει, ή από το ποσό του αθροίσματος της φορολογητέας αξίας των απαιτήσεων αυτών, το δικαίωμα υπολογισμού του ΕΝΦΙΑ. σύμφωνα με τον Ν. 4223/2013, όπως προκύπτει από τον τελευταίο υποβληθέντα φορολογικό νόμο ή από την έκθεση κατάσχεσης. Εάν πληρούνται οι υπόλοιπες προϋποθέσεις της προηγούμενης παραγράφου, αλλά η συνολική αξία της κυριότητας και των λοιπών εμπράγματων δικαιωμάτων στην ακίνητη περιουσία του οφειλέτη και των συνοφειλετών υπερβαίνει το ποσό των εκατό χιλιάδων (100.000) ευρώ, το υπόλοιπο μέρος της οφειλής. αφού αφαιρεθεί η διπλάσια αξία τους. Για την εφαρμογή του προηγούμενου εδαφίου, οι απαιτήσεις ταξινομούνται ως ανείσπρακτες ανάλογα με την αρχαιότητά τους, από το παλαιότερο έως το νεότερο, με βάση τη στιγμή που η απαίτηση καταχωρείται στα βιβλία απαιτήσεων.
β) Η συνολική αξία της κινητής περιουσίας του οφειλέτη και των συνοφειλετών είναι ιδιαίτερα χαμηλής αξίας σε σχέση με το ποσό της συνολικής βασικής ληξιπρόθεσμης οφειλής και δεν υπερβαίνει το ποσό των τριάντα χιλιάδων (30.000) ευρώ, όπως η αξία αυτή προκύπτει από την αποτίμηση του εκτιμητή ή την έκθεση κατάσχεσης.
5. Κατά παρέκκλιση των διατάξεων της παραγράφου. 1 γράμμα α) οι οφειλές χαρακτηρίζονται ως ανείσπρακτες στις ακόλουθες περιπτώσεις:
α) Εάν έχουν παρέλθει τουλάχιστον δέκα χρόνια από τότε που η επιχείρηση, το φυσικό ή νομικό πρόσωπο του οφειλέτη υποβλήθηκε σε ειδική διαδικασία εκκαθάρισης ή από την εκκαθάριση του νομικού προσώπου και της τρέχουσας συνολικής αξίας των περιουσιακών στοιχείων των περιουσιακών στοιχείων που εκκαθαρίζονται και των περιουσιακών στοιχείων του Οι συνοφειλέτες προσώπων είναι ιδιαίτερα χαμηλής αξίας σε σχέση με τη συνολική βασική ληξιπρόθεσμη οφειλή, η οποία δεν υπερβαίνει το πέντε τοις εκατό (5%) του ποσού της οφειλής και σε κάθε περίπτωση το ποσό των εκατό χιλιάδων (100.000) ευρώ. Εάν συντρέχουν οι υπόλοιπες προϋποθέσεις της προηγούμενης παραγράφου, αλλά η τρέχουσα συνολική αξία των περιουσιακών στοιχείων της εκκαθαρισμένης περιουσίας και των περιουσιακών στοιχείων των συνοφειλετών υπερβαίνει το ποσό των εκατό χιλιάδων (100.000) ευρώ, το υπόλοιπο μέρος της οφειλής μετά έκπτωση του διπλάσιου ποσού χαρακτηρίζεται ως μη είσπραξη σε σχέση με την αξία τους, σύμφωνα με την ισχύουσα εφαρμογή τρίτο εδάφιο (α) της παραγράφου 4 του παρόντος άρθρου. Για την εφαρμογή των προηγούμενων εδαφίων, η αξία των υπό εκκαθάριση περιουσιακών στοιχείων προσδιορίζεται με βάση το πιστοποιητικό του εκκαθαριστή και τις διατάξεις των παραγράφων που γεννήθηκαν ή μειώθηκαν κατά την έναρξη της διαδικασίας εκκαθάρισης, ανεξάρτητα από τη στιγμή της πιστοποίησής τους, και που ανακοινώνονται σε αυτό, ισχύουν για τους συνοφειλέτες.
β) Αν ο οφειλέτης ή ο συνοφειλέτης αποβιώσει χωρίς να αφήσει περιουσιακά στοιχεία, και ο επιζών σύζυγος ή ο συγκάτοικος, τα τέκνα του οφειλέτη και οι κληρονόμοι του έχουν παραιτηθεί από την βαρύνουσα περιουσία. Σε μια τέτοια περίπτωση, για να αναγνωριστεί η οφειλή ως απαράδεκτη προς είσπραξη, δεν απαιτείται η διενέργεια έρευνας και η επιτάχυνση της διαδικασίας είσπραξης οφειλών σε βάρος των άλλων κληρονόμων του θανόντος.»