Μεγάλη ήταν η ζήτηση για την έκδοση νέου 30ετούς ομολόγου, καθώς οι προσφορές έφτασαν τα 33 δισ. ευρώ, εκ των οποίων το ελληνικό δημόσιο θα αντλήσει 3 δισ. ευρώ.
Το τελικό επιτόκιο μειώθηκε σχεδόν στο 4,15% από αρχικά περίπου 4,3%, και το διατραπεζικό επιτόκιο των κρατών μελών +1,65%.
Το 30ετές ομόλογο λήξης 2021 είχε κουπόνι 1,875% και εισήχθη στη δευτερογενή αγορά με απόδοση 3,93%.
Υπενθυμίζεται ότι διαχειριστές της νέας κοινοπρακτικής έκδοσης είναι οι τράπεζες BNP Paribas SA, Bank of America Corp., Deutsche Bank AG, Goldman Sachs Group Inc., JPMorgan Chase & Co. και η Τράπεζα Πειραιώς Α.Ε
Εκτιμάται ότι η ενίσχυση των ταμειακών αποθεμάτων του ελληνικού δημοσίου μετά τη σημερινή έκδοση θα διευκολύνει την πρόωρη αποπληρωμή μέρους των δανείων που ελήφθησαν στο πλαίσιο του μνημονίου. Να σημειωθεί ότι η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Εθνικής Οικονομίας έχει επικεντρωθεί στην πρόωρη αποπληρωμή έως και 5 δισ. ευρώ από το πρόγραμμα διάσωσης (Greek Loan Facility – GLF). Υπολογίζεται ότι χάρη σε αυτή την πρωτοβουλία το ελληνικό κράτος θα εξοικονομήσει τόκους 40 εκατ. ευρώ.
Υπενθυμίζεται ότι το ελληνικό δημόσιο δανείστηκε τελευταία φορά με τη μορφή 30ετών ομολόγων το 2021, ενώ η τελευταία έξοδος του κράτους στις αγορές με έκδοση ομολόγου έγινε τον περασμένο Ιανουάριο, όταν δανείστηκε 4 δισ. ευρώ, ενώ συγκέντρωσε προσφορές για 35 δισ. ευρώ. Συνολικά, σκοπεύει να δανειστεί 10 δισ. ευρώ για ολόκληρο το έτος. Η αξία της νέας έκδοσης 30ετών ομολόγων εκτιμάται στα 2–3 δισ. ευρώ.
Η νέα είσοδος του κράτους στις αγορές με τόσο μακροπρόθεσμη έκδοση διευκολύνεται από την πρόσφατη αναβάθμιση των προοπτικών της ελληνικής οικονομίας -στη θετική κατηγορία- από τον οίκο αξιολόγησης Standard & Poor's.
Να σημειωθεί ότι πέρυσι όλοι οι οίκοι αξιολόγησης εκτός από τη Moody's Ratings τοποθέτησαν την Ελλάδα ξανά στη ζώνη επενδυτικής βαθμίδας, την οποία η Ελλάδα έχασε το 2010 όταν ξεκίνησε η κρίση χρέους. Η S&P Global Ratings ανέβασε την προοπτική της Ελλάδας σε θετική από σταθερή την Παρασκευή, καθώς προσδοκίες ότι η συνέχιση της περιοριστικής δημοσιονομικής πολιτικής θα μειώσει αναλογικά περισσότερο το δημόσιο χρέος της Ελλάδας, ενώ ο ρυθμός ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας θα παραμείνει υψηλότερος από ό,τι σε άλλες χώρες της ευρωζώνης.