Με θετική πλειοψηφία των ψήφων της ΝΔ εγκρίθηκε από την αρμόδια Επιτροπή του Sejm το σχέδιο πράξης του υπουργείου Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών για την «Αναγνώριση του κρατικού απολογισμού οικονομικού έτους 2022».
Κατά ψήφισαν ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ, ΚΚΕ, Ελληνική Λύση, Νίκη, Πλεύση Ελευθερίας και Σπαρτιάτες, ενώ στη συζήτηση και την ψηφοφορία δεν συμμετείχε ο αγοραστής της Νέας Αριστεράς. Το νομοσχέδιο, σύμφωνα με το σχέδιο της Υπουργικής Επιτροπής, θα τεθεί την ερχόμενη Πέμπτη προς συζήτηση και ψήφιση στην Ολομέλεια.
Ο αναπληρωτής υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Θάνος Πετραλιάς, συνοψίζοντας τη συνάντηση, τόνισε ότι «ο προϋπολογισμός του 2022 υλοποιήθηκε σε συνθήκες αβεβαιότητας που προκάλεσε ο πόλεμος στην Ουκρανία. Αυτό αναπόφευκτα αφορούσε περισσότερα έσοδα και περισσότερες δαπάνες ανάλογα με τις ανάγκες, και περίπου 10,7 δισεκατομμύρια ευρώ δαπανήθηκαν για μέτρα που σχετίζονται με την ενεργειακή κρίση, που είναι από τα περίπου 8,5 δισεκατομμύρια ευρώ έσοδα. «Ωστόσο, καταφέραμε και επιτύχαμε ρυθμό ανάπτυξης 5,7% παρά τις προβλεπόμενες πληθωριστικές πιέσεις 4,5% και τη μέση ανάπτυξη της ζώνης του ευρώ 3,4%.
«Τα έκτακτα μέτρα που σχετίζονται με την ενεργειακή κρίση που εφαρμόστηκαν μόνο το 2022 και το 2023 ανήλθαν σε 14,2 δισ. ευρώ. Από αυτό το ποσό, το καθαρό κόστος για το ελληνικό δημόσιο ήταν 5,1 δισ. ευρώ. Τα υπόλοιπα 8,5 δισ. ευρώ καλύφθηκαν από τον μηχανισμό διατήρησης κερδών στον τομέα της χονδρικής ενέργειας από υπερβάλλοντα έσοδα από δικαιώματα εκπομπής ρυπογόνων αερίων, από τον φόρο παραγωγού επί των κερδών και από την εισφορά παραγωγού φυσικού αερίου», σημείωσε και συνέχισε:
«Επιπλέον, το 2022 έχουν γίνει πολλές πιο μακροχρόνιες ενέργειες, όπως η μείωση των ασφαλίστρων, η κατάργηση της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης που έγινε μόνιμη, η μείωση του ΕΝΦΙΑ και του ΦΠΑ σε όλους τους συντελεστές παραγωγής και σε μια σειρά εμπορεύματα. Και χωρίς να αποκλίνουμε από τους δημοσιονομικούς στόχους, αντίθετα, αντί για το πρωτογενές έλλειμμα των -1,4 δισ. ευρώ που είχε αναληφθεί στον προϋπολογισμό, καταφέραμε να αντλήσουμε ισοσκελισμένα λογιστικά στοιχεία. Το χρέος μειώθηκε κατά 20 ποσοστιαίες μονάδες και βγήκαμε από την ενισχυμένη εποπτεία, η οποία θα αποτελέσει τη βάση για την απόκτηση επενδυτικής βαθμίδας το 2023».
Απαντώντας σε σχόλια βουλευτών της αντιπολίτευσης για την ολοκλήρωση της λογιστικής μεταρρύθμισης, ο κ. Πετραλιάς δήλωσε:
«Σήμερα έχει αποκατασταθεί η λογοδοσία και η διαλειτουργικότητα των συστημάτων, καθώς ξεκίνησε πριν από λίγους μήνες η εφαρμογή του συστήματος GovRP που λύνει πολλά προβλήματα.
Αναφερόμενος στην υψηλή αρνητική Καθαρή Αξία που καταγράφεται στην Έκθεση, ο Αναπληρωτής Υπουργός ανέφερε ότι αυτό οφείλεται στο ότι δεν περιλαμβάνει στοιχεία από το Περιουσιακό Μητρώο. Για το σκοπό αυτό, εκδόθηκε αρχικά εκπαιδευτική εγκύκλιος στις 15 Μαρτίου 2024 από τα υπουργεία και τους φορείς της Κεντρικής Διοίκησης του Κτηματολογίου για τη συλλογή στοιχείων και στη συνέχεια τη μεταφόρτωσή τους στο σύστημα GovRP.
Για το σκοπό αυτό έχουν συσταθεί ομάδες εργασίας σε όλα τα υπουργεία και φορείς της Κεντρικής Διοίκησης που έχουν ως αποστολή την προκαταρκτική απογραφή και αποτίμηση της περιουσίας τους. Περίπου 250 αξιωματούχοι και κυβερνητικοί φορείς συμμετέχουν σε αυτήν την εκστρατεία και επί του παρόντος καταγράφονται και εισάγονται μηνιαία δεδομένα στο σύστημα».
Ωστόσο, για να επιτευχθεί αυτό, θα χρειαστεί να κατατεθεί νέο νομοσχέδιο έως τα τέλη Δεκεμβρίου 2024, το οποίο θα καταργεί τα υπάρχοντα σχέδια για τους τέσσερις κλάδους. Ενώ ορισμένοι φορείς είναι έτοιμοι, άλλοι θα πρέπει να προσαρμοστούν γρήγορα για να διασφαλίσουν ότι όλοι θα συμπεριληφθούν το 2025. Θα επιδιώξουμε να λάβουμε συγκεντρωτικές καταστάσεις δεδουλευμένης χρήσης στο τέλος του 2025».
Αναφερόμενος στα Αποθεματικά, είπε ότι αφορούν έκτακτες ανάγκες, αλλά στην πραγματικότητα είναι μικρό σε σχέση με αιτήσεις που υποβάλλουν διάφορα υπουργεία και χρησιμοποιείται πολύ αυστηρά.
Αναφερόμενος στο επενδυτικό έλλειμμα, ο αναπληρωτής υπουργός είπε ότι «στην πραγματικότητα ο ευρωπαϊκός μέσος όρος είναι περίπου 22%. Πριν την κρίση το 2008-2009 ήμασταν κοντά στο 20%. Κατά την κρίση 2018-2019, οι επενδύσεις εκφρασμένες σε ΑΕΠ μειώθηκαν στο 11%, αλλά χρόνο με το χρόνο αυξάνονται σταδιακά και το 2023 φτάσαμε στο 15%, το 2024 προβλέπεται στο 16%, το 2025 εκτιμάται ότι θα αυξηθούν στο 17% και το 2026 στο 18%. Σημειώνοντας ότι όσο αυξάνονται οι επενδύσεις, αυξάνεται και το ΑΕΠ».