Ο «πόλεμος» της φέτας. Μια παράλογη κόντρα μεταξύ του πρωθυπουργού και του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης που αδυνατεί να αντιμετωπίσει το πραγματικό πρόβλημα της ακρίβειας στα βασικά προϊόντα.
Η τιμή της φέτας αγγίζει τα 13 και 14 ευρώ το κιλό εδώ και τουλάχιστον ενάμιση χρόνο. Προσφορές ευκαιρίας είναι αυτές που μειώνουν την τιμή στα 11 ή 12 ευρώ το κιλό. Λέμε κιλό και χρειάζεται διευκρίνιση γιατί η κυβέρνηση προσπαθεί να μας πείσει ότι ο πρωθυπουργός εννοούσε μισό κιλό όταν είπε 6,28 ευρώ στην ομιλία του στη Βουλή.
Αλήθεια, ποιος αναφέρεται στην τιμή ενός προϊόντος, υπολογίζοντάς την όχι με την τιμή του κιλού, αλλά με το μισό κιλό; ΟΧΙ. Το έκανε ο πρωθυπουργός της χώρας. Γιατί; – αυτή είναι η ερώτηση. Για να πείσουμε τον κόσμο ότι έχουμε χαμηλές τιμές. Το μόνο φθηνό πράγμα εδώ είναι η τακτική, όχι η τιμή.
Με τη σειρά του ο πρόεδρος της αξιωματικής αντιπολίτευσης πήγε με σβάρνα στα σούπερ μάρκετ και άρχισε να ψάχνει για φέτα 6,28 ευρώ το κιλό. Φυσικά και όχι. Βρήκε την ευκαιρία να οργανώσει ένα άλλο πρόγραμμα επικοινωνίας στο Tik Tok δύο εβδομάδες πριν από τις εκλογές.
Το βασικό λάθος τόσο του πρωθυπουργού όσο και του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης είναι ότι φαίνεται να αγνοούν το γεγονός ότι το κοινό γνωρίζει τιμές. Φυσικά, εννοούμε ανθρώπους που πηγαίνουν στο σούπερ μάρκετ ή για ψώνια εδώ και καιρό και τους ζητήθηκε να είναι ακριβείς εδώ και καιρό. Δεν περίμεναν λοιπόν ούτε από τον κ. Μητσοτάκη ούτε από τον κ. Κασελάκη να τους πουν πόσο κοστίζουν η φέτα, το λάδι (βιολογικό ή όχι), το χαρτί υγείας (το οποίο επίσης σημείωσε απίστευτες αυξήσεις) και άλλα προϊόντα. Γιατί λοιπόν αυτή η μάχη του… κομματιού;
Η απάντηση είναι απλή. Σε δύο εβδομάδες η χώρα θα πάει στις κάλπες για τις ευρωεκλογές. Ο Πρωθυπουργός υπερασπίζεται τον εαυτό του σε ένα θέμα -την αξιοπιστία- που είναι η αχίλλειος πτέρνα της διοίκησής του, ενώ η αντιπολίτευση επιδιώκει πολιτικό κέρδος παρουσιάζοντας τον Πρωθυπουργό ως κάποιον που δεν έχει την απαιτούμενη «ενσυναίσθηση» για να δει τις πραγματικές ανάγκες του νοικοκυριού.
Υπάρχει αυτό το δημοσιογραφικό κλισέ που θέλει το κοινό να κρίνει τις κυβερνήσεις, να ανεβάζει ή να κατεβάζει πρωθυπουργούς. Σε μια χώρα που έχει περάσει μια περίοδο μνημονίων, ακολουθούμενη από μια πανδημία και στη συνέχεια μια νέα οικονομική κρίση, ο κόσμος φαίνεται σε μεγάλο βαθμό ηττημένος από την πολιτική και τους διαχειριστές της.
Μόλις ένα χρόνο μετά τις εθνικές εκλογές, το 41% της κυβέρνησης δεν είναι πλέον στην εξουσία. Την ίδια ώρα, η αξιωματική αντιπολίτευση στοιχημάτιζε αν θα έπαιρνε 2 μονάδες παραπάνω από το ποσοστό της στις 9 Ιουνίου, κάτι που οι δημοσκοπήσεις δεν δείχνουν πιθανό. Όλα αυτά σε ένα εκλογικό σώμα όπου σχεδόν κάθε δεύτερος ψηφοφόρος δεν πιστεύει ότι οι εκλογές θα λύσουν τα προβλήματά του και ως εκ τούτου μένει μακριά από τη διαδικασία.
Και δεν νομίζω ότι ενδιαφέρεται κανένας.