Πώς ξυπνούν στην προεκλογική περίοδο
Σε κάθε προεκλογική περίοδο ο εθνικισμός αναζητά τρόπους να εκφραστεί. Ο συνήθης ύποπτος –ακόμη κι αν οι ελληνοτουρκικές βρίσκονται σε ύφεση– είναι οι σχέσεις Αθήνας-Άγκυρας. Η «απειλή» του τουρκικού προξενείου στη Θράκη, η επιθυμία Ερντογάν να «ελέγχει» τη μειοψηφική ψήφο, η ένταση των τελευταίων ετών και τι μπορεί να συμβεί σε μια κυβέρνηση που δεν έχει την «αποφασιστικότητα» να την αντιμετωπίσει.
Προσθέστε στην εξίσωση τους χαρακτηρισμούς «παραχωρήσεις», «παραχωρήσεις», «συμβιβασμούς» που γίνονται σε περιόδους ηρεμίας.
Το Μακεδονικό κυριάρχησε στις εκλογές του 2019 και ήταν από τους παράγοντες που συνέβαλαν στην ήττα του ΣΥΡΙΖΑ, με κυρίαρχους όρους την «προδοτική συμφωνία», τη «συνθηκολόγηση της Μακεδονίας» και άλλα άκρα. Για τα επόμενα τέσσερα χρόνια, κανείς δεν θυμόταν τη Συμφωνία των Πρεσπών, η οποία ουσιαστικά έλυσε πολλά περισσότερα προβλήματα από όσα κάποιοι ισχυρίστηκαν ότι προκάλεσε. Κανείς δεν θα τη θυμόταν αν δεν είχε κερδίσει το VMRO…
Οι ελληνοαλβανικές σχέσεις πάντα επιφυλάσσονταν στον εθνικισμό. Ωστόσο, τα τελευταία χρόνια έχει αποδυναμωθεί. Περιστασιακές διαμάχες φέρνουν το θέμα αυτό στο προσκήνιο, κυρίως σε σχέση με τα υπάρχοντα προβλήματα που αντιμετωπίζει η ελληνική μειονότητα.
Η ορατή ενίσχυση της ακροδεξιάς αντικατοπτρίζεται και στην τρέχουσα εκλογική περίοδο, η οποία αναζητά εφεδρεία που θα πείσουν τους ψηφοφόρους που θα επιλέξουν τι θα ψηφίσουν βάσει διακηρύξεων εθνικισμού. Και ακόμα κι αν τα κόμματα κάνουν το κομμάτι τους, αυτό που κάνουν στην πραγματικότητα βασίζεται σε αυτή τη ρητορική, δημιουργούν ένα καθεστώς που πρέπει να υπηρετούν κάθε φορά.
Μακεδόνες και… «Μακεδονομάχοι»
Η διπλή νίκη του VMRO στις προεδρικές και εθνικές εκλογές στη Βόρεια Μακεδονία άνοιξε ξανά το θέμα της «Συμφωνίας των Πρεσπών» και επανήλθε στο ερώτημα εάν έπρεπε να είχε υπογραφεί ή όχι.
Οι δηλώσεις Mickotski και Silianowska άναψαν «φωτιά» στην Ελλάδα, καθώς έδειξαν ότι μεταφέρουν την προεκλογική τους ρητορική στη μετεκλογική σκηνή, προσπαθώντας στην πράξη να αμφισβητήσουν τη Συμφωνία των Πρεσπών για τη χρήση του ονόματος, υποστηρίζοντας ότι έχουν το δικαίωμα να αποκαλούν τη χώρα τους «Μακεδονία» και όχι «Μακεδονία Βόρεια».
Και αυτό ακόμη και την προεκλογική περίοδο στην Ελλάδα. Ενώ οι εθνικιστικές-ακροδεξιές φωνές φαίνεται να αυξάνουν σημαντικά το ποσοστό τους, χρησιμοποιώντας και τη μακεδονική γλώσσα.
Η ΝΔ φαίνεται να φοβάται αυτές τις φωνές και προσπαθεί να στείλει μήνυμα κυρίως προς τα δεξιά της, δηλώνοντας ότι δεν τίθεται θέμα κατάργησης της Συμφωνίας των Πρεσπών, ενώ σημειώνει ότι η Πειραιώς δεν συμφώνησε με τις πρόνοιες και δεν υπερψήφισε τη συμφωνία.
Αν και την προηγούμενη τετραετία ηρεμίας, ακόμη και στελέχη της κυβέρνησης Μητσοτάκη παραδέχτηκαν ότι αν ο Τσίπρας δεν είχε υπογράψει την εν λόγω συμφωνία, η ΝΔ θα ήταν υποχρεωμένη να το πράξει.
Χάρη στη Συμφωνία των Πρεσπών, σε μια εποχή που η Ελλάδα βρισκόταν σε τροχιά ακραίας έντασης και η Τουρκία έπαιξε τον ρόλο της από το 2019 έως το 2023, ώστε η χώρα να αναλάβει, με την ευλογία των ΗΠΑ, σημαντικό ρόλο στα Βαλκάνια.
Αν και, όπως σημειώνουν οι αναλυτές, αν δεν υπήρχε λύση με τη μορφή της Συμφωνίας των Πρεσπών, υπήρχε μεγάλη πιθανότητα η Βόρεια Μακεδονία να είχε ενταχθεί στο ΝΑΤΟ ως «Δημοκρατία της Μακεδονίας», ειδικά μετά το ξέσπασμα του πολέμου στην Ουκρανία.
Επίσημη θέση
Όπως επανέλαβε ο Έλληνας υπουργός Εξωτερικών, Γιώργος Γεραπετρίτης, «η θέση της ελληνικής κυβέρνησης έχει εκφραστεί. Τόσο η Ελλάδα όσο και η Βόρεια Μακεδονία είναι υποχρεωμένες να σέβονται το διεθνές δίκαιο και τις διεθνείς υποχρεώσεις που έχουν αναλάβει. «Η Ελλάδα παρακολουθεί στενά τη συμμόρφωση με τους συμφωνημένους όρους».
Αν και, όπως σημείωσε σε άρθρο του ο βουλευτής της ΝΔ Άγγελος Συρίγος πριν την κύρωση της Συμφωνίας των Πρεσπών (Καθημερινά 25/12/2018), «σε περίπτωση όμως «εξαίρεσης» για οποιονδήποτε λόγο από τη Συμφωνία των Πρεσπών, η υποχρέωσή τους να χρησιμοποιούν το όνομα αυτό θα λήξει αναλόγως». Επιπλέον, τα επιτεύγματα της σημερινής προσωρινής ονομασίας FYROM θα χαθούν. Τα Σκόπια θα προχωρήσουν σε νέα συνταγματική τροποποίηση, θα επανέλθουν στο όνομα «Δημοκρατία της Μακεδονίας» και απλώς θα ενημερώσουν τους διεθνείς οργανισμούς για αυτή την αλλαγή. Μια απλή ανακοίνωση αρκεί. Οι συνέπειες της αποδέσμευσης είναι πιθανό να είναι πολύ πιο σοβαρές από την κατάσταση που αναπτύσσεται».
Κάτι που μάλλον δεν εξετάζουν όσοι ζητούν τόσο έντονα τη διακοπή.
Αξίζει, ωστόσο, να σημειωθεί ότι οι πολίτες της Βόρειας Μακεδονίας έχουν αναπτύξει στενούς δεσμούς με την Ελλάδα αυτά τα τέσσερα χρόνια, τους οποίους δεν σκοπεύουν να διακόψουν για χάρη ενός προπαγανδιστικού παιχνιδιού.
Μουσουλμανική μειονότητα στη Θράκη
Η μουσουλμανική μειονότητα στη Θράκη έχει τα πλεονεκτήματά της στις ευρωεκλογές. Ειδικά από το 2014, όταν το Κόμμα Ισότητας Ειρήνης και Φιλίας (DEB) μπήκε στον αγώνα, καταλαμβάνοντας τις πρώτες θέσεις στις εκλογικές περιφέρειες Ροδόπης και Ξάνθης τόσο το 2014 όσο και το 2019, χωρίς να σπάσει το φράγμα του 3% και να μην εκλεγεί. Δεν είναι καν κοντά.
Το κόμμα που μιλά για «τουρκική μειονότητα» υιοθετεί τη ρητορική της Άγκυρας και, σύμφωνα με τους επικριτές του, αναλαμβάνει τη «γραμμή» του τουρκικού προξενείου και υπηρετεί την πολιτική καθοδήγηση της Άγκυρας σχετικά με την εκμετάλλευση των μειονοτήτων.
Συνεργασία
Σε αυτές τις εκλογές, το DEB συνεργάζεται με την Ευρωπαϊκή Ελεύθερη Συμμαχία, η οποία περιλαμβάνει διάφορα κόμματα από χώρες της Ε.Ε.
Η συμμετοχή του KIEF σε αυτές τις ευρωεκλογές έχει ήδη αρχίσει να γίνεται πιο έντονη και να έχει εθνικιστικά χαρακτηριστικά.
Υπενθυμίζεται ότι στο επίκεντρο της πολιτικής αντιπαράθεσης βρέθηκε η μειοψηφία και ο τόπος στον οποίο θα κατευθυνθούν οι ψήφοι της και αυτό ήταν ιδιαίτερα δυνατό στις εθνικές εκλογές με αφορμή τον υποψήφιο του ΣΥΡΙΖΑ, τότε και νυν βουλευτή της Νέας Αριστεράς. Ο Özgür Ferhat, ο οποίος χαρακτηρίστηκε ως εκπρόσωπος του προξενείου Τουρκ.
Αυτό που προκάλεσε αίσθηση σε αυτό το ματς ήταν ότι ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ – ΚΙΝΑΛ αποφάσισαν να μην έχουν εκπροσώπους της μειοψηφίας στα ψηφοδέλτιά τους, αν και όπως πάντα αρκεί η αυτόνομη κάθοδος του ΚΙΕΦ για να ταράξει τα νερά.
Με τη μειοψηφία να έχει λόγο, αν και όχι τόσο έντονα όσο στις εθνικές εκλογές.
Ωστόσο, είναι σημαντικό όσοι παραδέχονται τόσο εύκολα την παρέμβαση του τουρκικού προξενείου να μετρήσουν τι σημαίνει και τι σήμα στέλνει.
Φρέντυ Μπελέρη
Η υπόθεση Μπελέρη ξεκίνησε πριν από ένα χρόνο με τη σύλληψη από τις αλβανικές αρχές του τότε υποψηφίου δημάρχου Χειμάρρας για εξαγορά ψήφων. Αυτό έγινε μεγάλο θέμα στην Αθήνα λόγω της ελληνικής μειονότητας στην Αλβανία, λόγω του ότι στην Ελλάδα ήταν παραμονές εθνικών εκλογών. Με το ξέσπασμα του πολέμου μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ. Η Κουμουνδούρου θα καταδικάσει την Πειραιώς για τις σχέσεις της με Ράμα και ΝΔ, οι οποίες θα τελειώσουν με την αποδοχή του Μπελέρη στην ψηφοφορία.
Μάλιστα, «πρόκληση» χαρακτηρίστηκε η επίσκεψη Ράμα στην Αθήνα την προεκλογική περίοδο στην Ελλάδα για να μιλήσει με τους δικούς του ψηφοφόρους για τις εκλογές της επόμενης χρονιάς στην Αλβανία.
Τα ελληνικά ΜΜΕ παρακολούθησαν βήμα βήμα τη δίκη Μπελέρη και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η συμμετοχή του προφυλακισμένου πλέον εκλεγμένου δημάρχου Χειμάρρας στην ψηφοφορία της ΝΔ είχε σκοπό να κερδίσει ψήφους από τη δεξιά παράταξη.