ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

Άρθρο του Ανδρέα Αθανασόπουλου στην «Κ»: Ηλεκτρονικό εμπόριο: ό,τι λάμπει δεν είναι χρυσός

Ηλεκτρονικό εμπόριο αντιπροσωπεύει το 20% του συνολικού παγκόσμιου εμπορίου με αυξητική τάση αλλά φθίνουσα δυναμική. Ενώ προσφέρει σημαντικές ευκαιρίες για οικονομική ανάπτυξη, θέσεις εργασίας και καινοτομία, η αδιαφάνεια και η φοροδιαφυγή αποτελούν σοβαρά προβλήματα. Πρόσφατα, γινόμαστε μάρτυρες ενός αυξανόμενου αριθμού περιπτώσεων όπου οι εθνικές χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες ανακαλύπτουν εταιρείες ηλεκτρονικού εμπορίου που διαπράττουν κολοσσιαίες φορολογικές παραβάσεις. Μερικές φορές οι εταιρείες δεν άνοιγαν καν τα φορολογικά τους βιβλία.

Αυτά τα περιστατικά καταδεικνύουν την ύπαρξη παράνομης βάσης σε αυτόν τον κλάδο. Αυτή η παρανομία όχι μόνο βλάπτει τα κρατικά έσοδα, αλλά δημιουργεί επίσης ανισότητα στην αγορά, επειδή οι νόμιμες επιχειρήσεις βρίσκονται σε μειονεκτική θέση σε σύγκριση με εκείνες που λειτουργούν παράνομα. Επιπλέον, οι καταναλωτές μπορεί να γίνουν θύματα απάτης αγοράζοντας προϊόντα από μη αξιόπιστες πηγές. Η πολιτεία δείχνει να δείχνει αποφασιστικότητα στην καταπολέμηση του φαινομένου της παρανομίας, που υπάρχει στη χώρα μας εδώ και πολλά χρόνια.

Ενώ πριν από πολλά χρόνια υπήρχε διαφορά τιμής μεταξύ φυσικών και ηλεκτρονικών καταστημάτων, σήμερα αυτές οι διαφορές δεν υπάρχουν πλέον για εταιρείες που προσφέρουν και τις δύο υπηρεσίες. Η κατάσταση είναι τελείως διαφορετική όταν εταιρείες μόνο ψηφιακής προσφέρουν τιμές που είναι 20%, 30% ή και 40% χαμηλότερες από ό,τι στα σταθερά και ηλεκτρονικά καταστήματα. Αυτό είναι ένα πολύ σημαντικό πλεονέκτημα που κάνει πολλούς πελάτες να ενδιαφέρονται και να κάνουν τις κατάλληλες αγορές. Ποιοι είναι όμως οι κίνδυνοι για τους καταναλωτές και οι κίνδυνοι που συνδέονται με αυτό;

1. Κίνδυνος προϊόντος. Πολλές φορές, το προϊόν, αν και φαίνεται φυσιολογικό, προέρχεται από μια παρτίδα προϊόντων που παράγονται για διαφορετικές ανάγκες των πελατών, π.χ. διαφορετική κλιματική ζώνη σε κλιματιστικά ή διαφορετικό πληκτρολόγιο ή διαφορετικό βάθος φούρνου ανάλογα με τις διατροφικές συνήθειες της περιοχής. Όλα αυτά δεν είναι πάντα κατανοητά σε έναν πελάτη που πραγματοποιεί αγορές εξ αποστάσεως.

2. Κίνδυνος επιστροφής προϊόντος. Τα ηλεκτρονικά καταστήματα δεν έχουν πάντα σαφείς πολιτικές επιστροφών και αν κάτι πάει στραβά, το πρόβλημα έγκειται στον πελάτη, καθώς οι διαδικασίες που απαιτούνται για τις επιστροφές μπορεί να είναι χρονοβόρες και δαπανηρές.

3. Κίνδυνος μη έκδοσης εγγράφων για το προϊόν. Εάν δεν εκδοθούν πραγματικά έγγραφα, η συναλλαγή θα προχωρήσει σαν να μην έγινε ποτέ και ταυτόχρονα ο πελάτης δεν θα μπορεί να διεκδικήσει την εγγύηση του προϊόντος από τον κατασκευαστή. Στην περίπτωση των δραστών, η λίστα των παραβάσεων ξεφεύγει από τον Αστικό Κώδικα και καλύπτει ακόμη και το θέμα του «μαύρου» ξεπλύματος χρήματος, καθώς ο τζίρος σε αυτά τα ποσά έχει άγνωστη προέλευση και σκοπό.

Εάν δεν έχουν εκδοθεί τα κατάλληλα έγγραφα, ο πελάτης δεν θα μπορεί να ζητήσει εγγύηση προϊόντος από τον κατασκευαστή.

Τέλος, υπάρχει το ηθικό ζήτημα όλων όσων κάνουν συναλλαγές χωρίς να πληρώσουν ούτε τον ΦΠΑ ούτε τον φόρο εισοδήματος που οφείλεται. Όλα αυτά οδηγούν σε κατάφωρα αθέμιτο ανταγωνισμό που θέτει σε δύσκολη θέση τις υγιείς επιχειρήσεις που απασχολούν πάνω από το 35% των εργαζομένων στη χώρα μας.

Κάθε φορά που βλέπουμε «συμφωνίες» που είναι πολύ καλές για να είναι αληθινές, θα πρέπει να σκεφτόμαστε και να σκεφτόμαστε αν αξίζει τον κίνδυνο να αγοράσουμε ένα προϊόν που πιθανότατα δεν θα ανταποκρίνεται στις προσδοκίες μας όσον αφορά τη λειτουργία ή την ποιότητα, αλλά καμία από αυτές δεν θα μας δώσει επαρκείς εγγυήσεις αντικατάστασης – επισκευής – επιστροφής, απλά και μόνο λόγω του πειρασμού μιας «δυσανάλογα» χαμηλής τιμής. Οι καταναλωτές αποκτούν δύναμη μέσω των επιλογών τους και υποστηρίζοντας νόμιμες και διαφανείς επιχειρήσεις, μπορούν να συμβάλουν στην προώθηση της κοινωνικής δικαιοσύνης, της οικονομικής σταθερότητας και στη βελτίωση της ποιότητας των προϊόντων και των υπηρεσιών που λαμβάνουν.

Σε παγκόσμιο επίπεδο, αναδεικνύεται –ακόμη και μετά την Covid– ως η κυρίαρχη μορφή λιανικής πώλησης όπου συνυπάρχουν το φυσικό και το ψηφιακό κατάστημα, ώστε οι πελάτες να έχουν ασφαλή πρόσβαση στα οφέλη και των δύο.

Η καταπολέμηση της παρανομίας στον χώρο του ηλεκτρονικού εμπορίου είναι περίπλοκη. Απαιτούνται ισχυρότεροι μηχανισμοί ελέγχου, τεχνολογικά εργαλεία παρακολούθησης και αυστηρότερες ποινές για τους εγκληματίες. Ταυτόχρονα, η αύξηση της διαφάνειας και η ενημέρωση των καταναλωτών μπορεί να συμβάλει στη μείωση των κινδύνων που συνδέονται με τις ηλεκτρονικές αγορές. Το μόνο που λάμπει δεν είναι χρυσός και η βιομηχανία του ηλεκτρονικού εμπορίου δεν αποτελεί εξαίρεση. Απαιτείται συνεχής επαγρύπνηση και αποφασιστικότητα από την πλευρά των αρχών για την αντιμετώπιση παρανομιών που υπονομεύουν την αξιοπιστία και την κερδοφορία του κλάδου.

*Ο κ. Ανδρέας Αθανασόπουλος είναι Διευθύνων Σύμβουλος του Ομίλου Olympia.

Latest Posts

ΣΗΜΑΝΤΙΚΑ