Άρθρο του Α. Μανιτάκη στην «Κ»: Από τη συνταγματικότητα στην ποιότητα των σπουδών

Η διαβούλευση θέση του σχεδίου πράξης για τη δημιουργία παραρτημάτων ξένων μη κρατικών, μη κερδοσκοπικών πανεπιστημίων εξηγεί, σε κάποιο βαθμό, το μέχρι πρόσφατα ασαφές τοπίο της συζήτησης, τόσο ως προς τη συνταγματικότητα του έργου όσο και, κυρίως, , ως προς τις επιπτώσεις της ίδρυσής τους στη λειτουργία των πανεπιστημίων μας.

Το τελευταίο είναι το πιο κρίσιμο ζήτημα: θα αποδώσει το εγχείρημα θετικά ή αρνητικά; Θα ταράξει τα νερά και θα αναγκάσει την πολιτεία και τους εκπαιδευτικούς να δώσουν απόλυτη προτεραιότητα και μεγαλύτερη σημασία στην ανύψωση της ποιότητας των σπουδών και στη σημαντική βελτίωση της μαθησιακής και ερευνητικής διαδικασίας ή το αντίστροφο;

Όσον αφορά την πρώτη περίπτωση, είναι σαφές ότι η νομοθετική πρωτοβουλία, αφού περιορίζεται στη δημιουργία μόνο παραρτημάτων ξένων πανεπιστημίων και είναι ουσιαστικά μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, δεν ανοίγει την πόρτα για τη δημιουργία νέων ιδιωτικών πανεπιστημίων στην ελληνική επικράτεια. . Γιατί άλλο είναι η εγκατάσταση και άλλο η εγκατάσταση ενός κλάδου. Με άλλα λόγια, η νομοθετική ρύθμιση δεν θίγει την ισχύ του άρθρου 16, παράγραφος 8 του Συντάγματος, που απαγορεύει ρητά «την ίδρυση πανεπιστημίων από ιδιώτες». Το γράμμα του άρθρου παραμένει άθικτο, και η απαγόρευση ίδρυσης ιδιωτικών πανεπιστημίων παραμένει σε ισχύ, ανεξαιρέτως. Τα επιχειρήματα για την αντισυνταγματικότητα του νόμου λοιπόν παραμένουν αβάσιμα και κενά.

Πανεπιστήμια: Διελκυστίνδα για το άρθρο 16

Ακόμα κι αν κάποιος ισχυριστεί ότι η απαγόρευση ίδρυσης ιδιωτικών σχολείων καλύπτει και τη δημιουργία παραρτημάτων, θεωρητικά θα πρέπει να το αποκλείσουμε, γιατί σύμφωνα με τις αρχές της νομικής ερμηνείας δεν επιτρέπεται να ερμηνεύουμε επεκτατικά, δηλαδή να επεκτείνουμε το πεδίο της απαγόρευσης την άσκηση της ακαδημαϊκής ελευθερίας.

Για λόγους συντομίας, παραλείπουμε άλλα ερμηνευτικά ζητήματα που προκύπτουν από το γεγονός ότι η αμφισβητούμενη συνταγματική απαγόρευση εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του ευρωπαϊκού δικαίου, καθώς διασταυρώνεται με την άσκηση θεμελιωδών οικονομικών ελευθεριών της ΕΕ, όπως η ελευθερία σύστασης επιχείρησης για φυσικό πρόσωπα, νομικά πρόσωπα και επιχειρήσεις, καθώς και την ελευθερία παροχής υπηρεσιών, συμπεριλαμβανομένων των εκπαιδευτικών.

Τέλος, δεν μπορούμε να μην τονίσουμε ότι, σύμφωνα με τις διατάξεις του Συμβουλίου της Επικρατείας για τον «κύριο μέτοχο», πρέπει να ερμηνεύσουμε το Σύνταγμα σύμφωνα με το δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Έχοντας υπόψη εδώ ότι διακυβεύεται η ακαδημαϊκή ελευθερία και ότι αυτή η ελευθερία κατοχυρώνεται ρητά στον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ και ακόμη και στην επιχειρησιακή του μορφή.

Άλλο εργοστάσιο και άλλο υποκατάστημα. Με άλλα λόγια, η νομοθετική ρύθμιση δεν θίγει την ισχύ του άρθρου 16, παράγραφος 8 του Συντάγματος, που απαγορεύει ρητά «την ίδρυση πανεπιστημίων από ιδιώτες».

Εφόσον, μετά από όσα έχουν επανειλημμένα εξεταστεί και αναλυθεί, δεν τίθεται πλέον το ζήτημα της αντισυνταγματικότητας, το κρίσιμο και σημαντικό ζήτημα που τίθεται τώρα είναι να εξετάσουμε πώς μπορεί να βελτιωθεί η ποιότητα της πανεπιστημιακής μας εκπαίδευσης γενικά και στην πράξη.

Τα προβλήματα είναι πολλά, σοβαρά και χρόνια. Το βάρος της ευθύνης φέρει πρωτίστως η Εθνική Αρχή Ανώτατης Εκπαίδευσης, καθήκον της οποίας είναι η πιστοποίηση και αξιολόγηση προγραμμάτων σπουδών, η θέσπιση κριτηρίων και η αξιολόγηση της υποδομής ακαδημαϊκών μονάδων, εργαστηρίων κ.λπ., εφαρμόζοντας διεθνή πρότυπα και κατευθυντήριες γραμμές του Ευρωπαϊκού Δικτύου Ποιότητας Ποιότητας Φορείς Διασφάλισης και το Ευρωπαϊκό Μητρώο Φορέων Διασφάλισης Ποιότητας.

Κριτήρια πιστοποίησης και αξιολόγησης που χρησιμοποιούνται ήδη στα ελληνικά πανεπιστήμια και σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες και τις ΗΠΑ, η ΕΘΑΑΕ πρέπει να διασφαλίσει την εφαρμογή τους σήμερα και σε μη κρατικά τμήματα, που χαρακτηρίζονται από περίσσεια επιστημονικής ακρίβειας και αυστηρότητας.

Το πρόβλημα είναι ότι ορισμένα από αυτά δεν ισχύουν για τα ελληνικά πανεπιστήμια, όπως ο έλεγχος του ανώτατου ορίου φοιτητών ανά σχολή και πεδίο (σύμφωνα με τα διεθνή ευρωπαϊκά πρότυπα – που ισχύουν και στην Κύπρο – ο αριθμός των φοιτητών ανά σχολή είναι κατά μέσο όρο 30-35 μαθητές), ύπαρξη μόνο δύο εξεταστικών συνεδριών, υποχρεωτική παρακολούθηση μαθημάτων, υποχρεωτική συμπλήρωση, ενδιάμεση εξέταση κ.λπ.

Αν και αυτό μπορεί να μην είναι πρακτικό, υπάρχει πλέον μια νομική ευκαιρία να αρχίσουμε να σκεφτόμαστε (νομοθετικές αρχές, ΕΘΑΑΕ και πρυτανικές αρχές, καθηγητές) πώς το πανεπιστήμιο κάποτε θα πάψει να είναι μόνιμο εξεταστικό κέντρο και θα αρχίσει να λειτουργεί ως μαζικό πανεπιστήμιο, με ανησυχητικές ελλείψεις προσωπικού και μια απαράδεκτα υψηλή αναλογία φοιτητών προς καθηγητές.

Ο κ. Αντώνης Μανιτάκης είναι Ομότιμος Καθηγητής του ΑΠΘ και Πρόεδρος της Νομικής Επιστημονικής Επιτροπής του Πανεπιστημίου Λευκωσίας.