Το ακόλουθο ερώτημα έχει συζητηθεί ευρέως πρόσφατα: έχει νόημα οι κεντρικοί τραπεζίτες να δημοσιεύουν τις προβλέψεις τους για τα επιτόκια;
Θα ήθελα να επισημάνω εδώ ότι από την περίοδο που ο Μπεν Μπερνάνκι ήταν στο τιμόνι της Fed, τα μέλη της Νομισματικής Επιτροπής των ΗΠΑ άρχισαν να δημοσιεύουν τις προβλέψεις τους για 2-3 χρόνια. Πρόκειται για ένα λεγόμενο «γραφικό διασποράς τύπου Fed», όπου κάθε κουκκίδα χρονικά αντιστοιχεί στην ανώνυμη πρόβλεψη επιτοκίου κάθε μέλους της Fed.
Αυτό το τεύχος επέστρεψε στο προσκήνιο τον Απρίλιο του 2024, όταν ο Ben Bernanke δημοσίευσε τα ευρήματά του σχετικά με την (α)καταλληλότητα των μοντέλων της Τράπεζας της Αγγλίας να προβλέψουν ικανοποιητικά τον πληθωρισμό στο Ηνωμένο Βασίλειο. Ο Μπερνάνκι αποφάσισε να μην προτείνει στην Τράπεζα της Αγγλίας να υιοθετήσει μια «κουκκίδα τύπου Fed» και ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας αντιμετώπισε το επίμαχο θέμα με διπλωματικό τρόπο. Δήλωσε, ωστόσο, ότι δεν απορρίπτει την ιδέα (οι κεντρικοί τραπεζίτες της ΕΚΤ να δημοσιεύουν προβλέψεις), αλλά ταυτόχρονα αναρωτιέται πόσο εύκολο είναι να προβλέψεις τα επιτόκια όταν είναι αρκετά δύσκολο να προβλέψεις τον πληθωρισμό.
Ας δούμε αυτό το θέμα με περισσότερες λεπτομέρειες. Πάρτε, για παράδειγμα, τα μοντέλα της Τράπεζας της Αγγλίας. Προβλέπουν τόσο τον ρυθμό ανάπτυξης όσο και τον πληθωρισμό δύο έως τρία χρόνια μπροστά, με βάση τις προβλέψεις επιτοκίων από τις χρηματοπιστωτικές αγορές. Αλλά όπως σημείωσα πρόσφατα στο ιστολόγιο London Business Review του London School of Economics, οι αγορές έχουν αποτύχει παταγωδώς στην πρόβλεψη των επιτοκίων από το 2006 έως σήμερα. Πράγματι, μεταξύ 2006 και 2022, οι αγορές υπερεκτίμησαν τα επιτόκια δύο ετών κατά μέσο όρο 1,07 ποσοστιαίες μονάδες. Από το 2022 μέχρι σήμερα και μπροστά στους αυξανόμενους γεωπολιτικούς κινδύνους (βλ. πόλεμο Ουκρανίας-Ρωσίας και πόλεμος Ισραήλ-Χαμάς), οι αγορές έχουν υποτιμήσει τα επιτόκια κατά 3,28 ποσοστιαίες μονάδες!!!
Δεδομένου ότι τα μοντέλα της Τράπεζας της Αγγλίας χρησιμοποιούν τις εσφαλμένες προβλέψεις που αναφέρθηκαν παραπάνω, είναι προφανές ότι οι προβλέψεις για τον πληθωρισμό θα είναι επίσης λανθασμένες. Θα ήθελα να επισημάνω εδώ ότι η ΕΚΤ χρησιμοποιεί επίσης προβλέψεις επιτοκίων αγοράς στα δικά της οικονομετρικά μοντέλα.
Πόσο εύκολο είναι να προβλέψεις τα επιτόκια όταν ο πληθωρισμός είναι αρκετά δύσκολο να προβλεφθεί;
Δεδομένων των παραπάνω, είναι λογικό οι κεντρικοί τραπεζίτες να δημοσιεύουν (έστω και ανώνυμα) τις δικές τους προβλέψεις επιτοκίων. Αυτό συμβαίνει επειδή οι καλύτερες προβλέψεις επιτοκίων σε σύγκριση με αυτές της αγοράς θα οδηγήσουν σε ακριβέστερες προβλέψεις για τον πληθωρισμό.
Λογικά, τα μοντέλα της Τράπεζας της Αγγλίας (και τα μοντέλα της ΕΚΤ) θα μπορούσαν να προβλέψουν τον πληθωρισμό και την ανάπτυξη με βάση τον μέσο όρο των προβλέψεων των επιτοκίων που έκαναν τα μέλη της σχετικής Νομισματικής Επιτροπής.
Εδώ υπάρχει ένα πρόβλημα. Τα μέλη της Νομισματικής Επιτροπής καλούνται να αποφασίσουν τη συγκεκριμένη στιγμή (δηλαδή σήμερα) για το βέλτιστο επιτόκιο που θα επαναφέρει τον πληθωρισμό στο στόχο του 2% σε δύο χρόνια. Δεν καλούνται να λάβουν αποφάσεις τόσο για το βέλτιστο επιτόκιο σήμερα όσο και για το βέλτιστο επιτόκιο σε δύο χρόνια από τώρα.
Ως εκ τούτου, μάλλον δεν θεωρείται λογικό για τους κεντρικούς τραπεζίτες να προβλέπουν τα μελλοντικά επιτόκια γιατί, τελικά, μια μεγάλη διακύμανση του γεωπολιτικού κινδύνου θα μπορούσε να αλλάξει τη γνώμη τους σε μια στιγμή…
*Ο κ. Κώστας Μήλας είναι Καθηγητής Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο του Λίβερπουλ.