ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

Άρθρο του Σ. Σκουρ στην «Κ»: Μακροπρόθεσμος δείκτης του ελληνικού χρηματιστηρίου

Ελληνικά χρηματιστήριο τα πάει εξαιρετικά καλά τον τελευταίο καιρό, κεντρίζοντας το ενδιαφέρον ακόμη και των πιο προσεκτικών παρατηρητών. Για παράδειγμα, ένας επενδυτής που ακολούθησε την επίσημη συνολική απόδοση του γενικού δείκτη (ΕΞΕΧΩ) από τις αρχές του 2016 θα διπλασίαζε τα αποπληθωρισμένα χρήματά του σήμερα (δηλαδή αφού έκανε την απαραίτητη προσαρμογή για την αύξηση του κόστους ζωής την ίδια περίοδο). Πώς πρέπει όμως να ερμηνεύσουμε αυτές τις αποδόσεις σε σχέση με την «κανονική» κερδοφορία των μετοχών στη χώρα μας; Η απάντηση σε αυτή την ερώτηση έγινε πρόσφατα δυνατή χάρη σε Μακροπρόθεσμος δείκτης (βλ. διάγραμμα) που ανέπτυξα στο πλαίσιο της έρευνάς μου στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Ο μακροπρόθεσμος δείκτης κατασκευάζεται για τον ίδιο σκοπό με τον SGD, δηλαδή για να παρέχει την καλύτερη δυνατή «απόδοση στην αγορά».

Τέτοιοι δείκτες παρακολουθούν την αξία των υποθετικών χαρτοφυλακίων που περιέχουν όσο το δυνατόν περισσότερες σταθμισμένες μετοχές, λαμβάνοντας υπόψη μερίσματα. Ωστόσο, ο μακροπρόθεσμος δείκτης ξεκινά με την ίδρυση του Χρηματιστηρίου το 1880 (ενώ ο SAGD ξεκινά το 2001) και αποπληθωρίζεται, γεγονός που επιτρέπει τη μακροπρόθεσμη ανάλυση. Υπάρχουν πολλές ενδιαφέρουσες παρατηρήσεις από τον Μακροπρόθεσμο Δείκτη. Εδώ θα επικεντρωθούμε σε τέσσερις σημαντικές παρατηρήσεις σχετικά με την ερμηνεία των πρόσφατων, με την πρώτη ματιά, εξαιρετικών επιστροφών.

Μέρισμα ρεκόρ για μετόχους εισηγμένων εταιρειών

– Πρώτον, οι πρόσφατες εμπειρίες με υψηλά ποσοστά απόδοσης δεν είναι καθόλου ασυνήθιστες. Υπάρχουν αρκετές περίοδοι στις οποίες οι αποδόσεις είναι ακόμη υψηλότερες, με τις αποδόσεις να ξεπερνούν το 40% μία φορά κάθε δέκα χρόνια, που είναι σε επίπεδο παρόμοιο με πέρυσι. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι μεταβλητότητα Το ελληνικό χρηματιστήριο βρίσκεται πολύ ψηλά (σε σύγκριση με άλλα χρηματιστήρια του κόσμου), προκαλώντας εντυπωσιακές αλλαγές.

– Δεύτερον, βρισκόμαστε ακόμη πολύ μακριά από τις κορυφές του 2007, ή ακόμα πιο μακριά Υψηλές τιμές από το 1999, που συνόδευσε την ευφορία των προετοιμασιών για την εισαγωγή του ευρώ. Ίσως λιγότερο γνωστό είναι το γεγονός ότι μόλις το 1999 ξεπεράστηκε το προηγούμενο υψηλό του χρηματιστηρίου από το 1972. 1972στα μέσα της δικτατορίας το χρηματιστήριο ήταν τόσο ψηλά που ένας επενδυτής από το 1972 θα έχανε σήμερα, 50 χρόνια μετά, περίπου το 85% της επένδυσής του!

– Τρίτον, τα συστηματικά καλά κέρδη του χρηματιστηρίου συγκεντρώνονται σε μεγάλο βαθμό στα χρόνια από το τέλος του εμφυλίου μέχρι τη διεθνή ενεργειακή κρίση του ΟΠΕΚ, δηλαδή στα 24 χρόνια από το 1948 έως το 1972. Κατά τη διάρκεια αυτών των ετών, οι αποδόσεις ήταν κατά μέσο όρο 22% ετησίως, με αποτέλεσμα την 100πλάσια αύξηση της αποπληθωρισμένης αξίας των χρηματιστηριακών επενδύσεων. Αν αγνοήσουμε αυτά τα χρόνια, τα μέσα αποτελέσματα του Χρηματιστηρίου ήταν αρνητικά από την ίδρυσή του.

Κύμα εξαγορών και συγχωνεύσεων ελληνικών εταιρειών το 2023

– Τέταρτον, μακροπρόθεσμα, οι αποδόσεις του χρηματιστηρίου είναι χαμηλές, συγκρίσιμες με τις χειρότερες αποδόσεις που έχουν καταγραφεί στον κόσμο σε περίπου 20 χώρες για τις οποίες οι δείκτες είναι διαθέσιμοι για περισσότερα από 100 χρόνια.

Οι παρατηρήσεις αυτές δείχνουν ότι οι πρόσφατες εμπειρίες του Χρηματιστηρίου δεν πρέπει να μας εκπλήσσουν ιδιαίτερα. Ποια στοιχεία όμως της ιστορικής εμπειρίας είναι σημαντικά και για το μέλλον; Τι σημασία έχει που διαχρονικά το ελληνικό χρηματιστήριο έχει χαμηλές αποδόσεις με υψηλή μεταβλητότητα; Τα θέματα αυτά σίγουρα θα απασχολήσουν ακαδημαϊκούς ερευνητές και επενδυτές, αλλά είναι σημαντικά και για τη σωστή εποπτεία και ανάπτυξη του Χρηματιστηρίου.

Τέλος, αξίζει να σημειωθεί ότι το Χρηματιστήριο δεν έχει καταφέρει ακόμη να προσφέρει στην οικονομία μας αυτό που μπορούσε. ΑΥΤΟ κεφαλοποίηση ο λόγος του χρηματιστηρίου προς το σημερινό ΑΕΠ είναι χαμηλότερος από το 1880 (25% έναντι 33%) και είναι μόνο το ένα τέταρτο του παγκόσμιου μέσου όρου. Σχεδόν ενάμιση αιώνα μετά την ίδρυσή του, οι ευκαιρίες ανάπτυξης του Χρηματιστηρίου παραμένουν τεράστιες.

* Ο κ. Σπύρος Σκούρας είναι Καθηγητής Διεθνών Χρηματοοικονομικών στη Σχολή Οικονομικών Επιστημών του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών.

Latest Posts

ΣΗΜΑΝΤΙΚΑ