ΑΥΤΟ ΕΚΤ επιμένει ότι δεν θα λάβει οδηγίες από τάισα, προετοιμάζοντας την πρώτη μείωση των επιτοκίων. Την επόμενη εβδομάδα, οι αξιωματούχοι της ΕΚΤ θα συζητήσουν πότε, πόσο γρήγορα και κατά πόσο θα χαλαρώσουν την επιθετική νομισματική σύσφιξη. Αυτό σημαίνει ότι παρακολουθούν στενά τις Ηνωμένες Πολιτείες, παρόλο που τονίζουν ότι θα χαράξουν τον δικό τους δρόμο. «Η ΕΚΤ μπορεί να εμφανιστεί ενώπιον της Fed», δήλωσε ο Piet Christiansen, επικεφαλής στρατηγικής αγοράς στην Danske Bank.
Η ΕΚΤ αντιτίθεται σθεναρά στη συμπαιγνία με την ΕΕ Τζερόμ Πάουελ, πρόεδρος της Fed. Η ίδια δεν εμπλέκεται στο τι θα γίνει μετά το πρώτο βήμα, τονίζοντας ότι αυτό θα κριθεί από τα οικονομικά δεδομένα.
Οι συμμετέχοντες στην αγορά στοιχηματίζουν σε πιθανές τέσσερις μειώσεις επιτοκίων από την ΕΚΤ φέτος, αλλά διχάζονται για το αν η Fed θα μειώσει τα επιτόκια δύο ή τρεις φορές αφού ο Πάουελ επανέλαβε ότι δεν βιάζεται. Έχουν περάσει περισσότερα από δύο χρόνια από την έναρξη του κύκλου δανεισμού των ΗΠΑ, η οικονομία της χώρας έχει αποδειχθεί πολύ ανθεκτική, οι εργοδότες συνεχίζουν να προσλαμβάνουν με γρήγορους ρυθμούς και, αν συνεχιστεί αυτή η δυναμική, θα μπορούσαν να στηρίξουν μια ευρωπαϊκή οικονομία που μόλις το έχει αποφύγει αυτό το χειμώνα ύφεση.
«Είναι ακόμη πολύ νωρίς για να πούμε ότι οι τελευταίες του μετρήσεις είναι οι ίδιες πληθωρισμός αντιπροσωπεύουν περισσότερα από ένα ρεκόρ», τόνισε ο Πάουελ, μιλώντας στο Πανεπιστήμιο Στάνφορντ στην Καλιφόρνια. «Δεν πιστεύουμε ότι είναι σκόπιμο να τα περιορίσουμε επιτόκια μέχρι να πειστούμε ότι ο πληθωρισμός οδεύει σταθερά προς το 2%. Η Ευρώπη δείχνει σημάδια ανάκαμψης, ενώ ο πληθωρισμός της ευρωζώνης υποχώρησε περισσότερο από το αναμενόμενο τον Μάρτιο στο 2,4%, σύμφωνα με τον στόχο της ΕΚΤ.
Το Bloomberg Economics προβλέπει ότι η αύξηση των τιμών θα επιβραδυνθεί κάτω από 2% ήδη από τον Αύγουστο και κατά μέσο όρο μόλις 1,4% το 2025. Η ΕΚΤ μπορεί να αποχωρήσει από τη Fed, όπως έκανε όταν μείωσε τα επιτόκια τον Δεκέμβριο του 2015 και ξανά τον Μάρτιο του 2016, όταν η Fed ξεκίνησε το τριετές ταξίδι της.
Ορισμένοι οικονομολόγοι υποστηρίζουν ότι η πιο επιθετική νομισματική χαλάρωση στη ζώνη του ευρώ θα αύξανε τις πληθωριστικές πιέσεις. Το χαμηλότερο κόστος δανεισμού σε σύγκριση με τις ΗΠΑ θα αποδυνάμωνε το ευρώ, δημιουργώντας πρόσθετους κινδύνους με τη μορφή υψηλότερων τιμών εισαγωγής. Ωστόσο, ο πρώην επικεφαλής οικονομολόγος της ΕΚΤ, Πίτερ Πράετ, προειδοποιεί ότι «οι προσδοκίες για μειώσεις των επιτοκίων ενδέχεται να εξασθενήσουν, οδηγώντας σε αυστηροποίηση των παγκόσμιων οικονομικών συνθηκών. Τελικά, η ΕΚΤ δεν θα πρέπει να αποκλείσει την ανάγκη για πιο επιθετικές μειώσεις των επιτοκίων».