Μνήμη ΕΤΑ-ΕΣΑ, μισό αιώνα μετά

Τη Μεγάλη Τετάρτη, 9 Μαΐου 1973, φοιτητής Δημήτρης Σερεμέτης συλλαμβάνεται για εμπλοκή του σε νομικά γεγονότα. Αυτή είναι η αρχή ενός εφιάλτη με σταθμούς βασανιστηρίων ΕΣΕΙΣ, ένας εφιάλτης που θα κρατούσε μέχρι την Τρίτη 21 Αυγούστου του ίδιου έτους, οπότε και αποφυλακίστηκε στο πλαίσιο της αμνηστίας που είχε εξαγγείλει η χούντα. Μια από τις βασικές φράσεις από την ημέρα της σύλληψής του: «Μου ακούγεσαι αδιανόητο». Και ταιριαστό από την ημέρα της πρεμιέρας: «Ήπια μια σόδα. Αλλά περισσότερο από αυτό, βαθιά μέσα μου ήθελα πολύ να μπορώ να κλάψω. Κρύψου κάπου μόνος σου και ξέσπασε σε κλάματα».

«Αλλά περισσότερο από αυτό, βαθιά μέσα μου, ήθελα πολύ να μπορώ να κλάψω».

Μισό αιώνα μετά, ο Σερεμέτης δημοσιεύει ένα κείμενο που μοιάζει με ημερολόγιο, αλλά όχι μόνο, μοιάζει με μαρτυρία, αλλά όχι μόνο, μοιάζει με χρονικό, αλλά όχι μόνο. Ένα κείμενο με τον πρωτόγονο τίτλο “Βασανιστήρια στην ESA» και έναν πιο ειρωνικό, υποβλητικό υπότιτλο «Σενάριο (χωρίς μαυροπίνακα στην Κοκκίνη)», θα κυκλοφορήσει σε λίγες μόνο μέρες από τους εκδοτικούς οίκους Πόλις. Η αναφορά του «τετράγωνου» παραπέμπει στο μαύρο χιούμορ, που αποτελεί και απειλή από τους βασανιστές του κρατούμενου: Εδώ θα πεθάνεις, αλλά δεν θα γίνεις ήρωας, καμία πλατεία στη Νίκαια δεν θα φέρει το όνομά σου.

Αυτό το πυρετώδες, ζωηρό κείμενο είναι όλα αυτά και πολλά άλλα: ένα υβριδικό εξομολογητικό. Υπάρχει κάτι τέτοιο; Εδώ όμως ο κύριος Γκρέυ βρίσκει κάτι τέτοιο. Μια εξομολόγηση που μπορεί να είναι και μυθοπλασία – αλλά προσοχή, μυθοπλασία όχι με την έννοια του μύθου (ψέμα), αλλά του μύθου: μια αφήγηση που κρύβει μια αλήθεια που θέλει και δεν θέλει να ειπωθεί.

Όλο αυτό το «σενάριο» έχει μια γραμμική κατεύθυνση (από τη σύλληψη στη φυλάκιση και τα βασανιστήρια στην απελευθέρωση), αλλά από καιρό σε καιρό εξαπλώνεται σαν ένα βασανιστικό βήμα καταγραφής: ο αφηγητής θέλει να ξεχάσει, αλλά δεν μπορεί. Θέλει να θυμάται, αλλά δεν μπορεί. Ο αφηγητής έχει δύο πρόσωπα: πρώτο πρόσωπο και τρίτο, προσπαθώντας με κάποιο τρόπο να ξεφύγει από το τίποτα του διαμελισμένου σώματος και να συλλάβει μια ευρύτερη οπτική. Η περίπτωσή του, όπως λέει ανοιχτά, είναι λεπτομέρεια. Άλλοι τα είχαν πολύ χειρότερα από αυτόν. Κάτι όμως πρέπει να μείνει και από τη δική του μοναδική «ασχετοσύνη», προσθέτοντας σε αυτό και τα παλαιότερα δημοσιεύματα του Αντί, σαν ασαφή στοιχεία σε μια σκοτεινή ελληνική στιγμή.

Οι περιγραφές των βασανιστηρίων είναι σωματικές. Ως εκ τούτου, είναι αδιανόητα για όποιον δεν είχε μια τέτοια εμπειρία θανάτου. «Το blog έχει τα δικά του κόλπα. Πιάνει ένα μαστίγιο με ένα λεπτό δερμάτινο λουρί. Τελικά κάνει κόμπο. Θα δείξει στους άλλους πώς να ζωγραφίζουν «γαρύφαλλα» και «σταυρούς» στο δέρμα: στην πλάτη και στο στήθος. Τα καταφέρνει και εκπέμπει ενθουσιασμό».