Η τιμή της αγοράς έδειξε σημάδια επιβράδυνσης τόπος κατοικίας σε όλη τη χώρα, το δεύτερο τρίμηνο του έτους, σύμφωνα με στοιχεία του 2013 Μητρώο Μεταβίβασης Αξιών της Γενικής Γραμματείας Πληροφοριακών Συστημάτων του Υπουργείου Οικονομικών να επιβεβαιώσει τις αναφορές των διευθυντών αγοράς ιδιοκτησία, ο οποίος έκανε λόγο για πτώση των συναλλαγών τους τελευταίους μήνες. Με βάση τα κατάλληλα στοιχεία ότι επιμελήθηκε για λογαριασμό της “Κ” ο Ρωτήστε το Wireπου ειδικεύεται στην ανάλυση στοιχείων ακινήτων, που υπάρχουν σε Κύπρο, Ελλάδα και Ρουμανία, την περίοδο Απριλίου – Ιουνίου (2ο τρίμηνο) παρατηρείται μείωση στον αριθμό των συναλλαγών στην αγορά κατοικίας (κατοικίες και διαμερίσματα) κατά 21,2% σε σύγκριση με την αντίστοιχη περσινή περίοδο, με μείωση 14,1% καταγράφεται και ως προς την αξία συναλλαγής.
Ειδικότερα, τα μεταβιβασθέντα οικιστικά ακίνητα το β' τρίμηνο ανήλθαν σε 5.311 από 6.745 την αντίστοιχη περίοδο του προηγούμενου έτους και η αξία τους μειώθηκε στα 521 εκατ. ευρώ από 607 εκατ. ευρώ. Σύμφωνα με στελέχη του κλάδου, αυτή η εξέλιξη οφείλεται κυρίως στο τέλος του “Το σπίτι μου”, αν και υπάρχουν και εκείνοι που επισημαίνουν ότι το επίπεδο των τιμών πώλησης είναι αυτή τη στιγμή αρκετά υψηλό για μεγάλο μέρος των ενδιαφερόμενων Ελλήνων αγοραστών. Υπενθυμίζεται ότι στο πλαίσιο του προηγούμενου προγράμματος «Moj Dom» ύψους 1 δισ. ευρώ έχουν εκταμιευθεί μέχρι στιγμής 6.305 δάνεια για αγορά ακινήτων και ο συνολικός αριθμός των δικαιούχων που έλαβαν έγκριση δανείου ήταν 9.155.
Ωστόσο, το πρώτο εξάμηνο του τρέχοντος έτους, η εικόνα της αγοράς σε επίπεδο συναλλαγών φαίνεται σταθερή σε ετήσια βάση. Συγκεκριμένα, φέτος παραδόθηκαν 12.276 κατοικίες έναντι 12.209 πέρυσι και η συνολική αξία τους (σύμφωνα με τις συμβατικές προβλέψεις) ανήλθε σε 1,17 δισ. ευρώ έναντι 1,13 δισ. ευρώ την αντίστοιχη περσινή περίοδο. Όσον αφορά τη μέση τιμή πώλησης των διαμερισμάτων, αυξάνεται συστηματικά. Το δεύτερο τρίμηνο του τρέχοντος έτους έφτασε τα 96.100 ευρώ, σημειώνοντας ετήσια αύξηση 10,5%.
Η μέση τιμή πώλησης των διαμερισμάτων την περίοδο Απριλίου-Ιουνίου ήταν 96.100 ευρώ, που σημαίνει ετήσια αύξηση 10,5%.
Το υπόλοιπο αυτό υποστηρίχθηκε από το καλό ξεκίνημα του έτους σε σύγκριση με την πτώση του β' τριμήνου, καθώς οι μεταβιβάσεις αυξήθηκαν σημαντικά το πρώτο τρίμηνο. Αυτό εξηγείται από το γεγονός ότι το τελευταίο δίμηνο του 2023 πολλοί νόμοι «πάγωσαν» λόγω της παρατεταμένης αναστολής των συμβολαιογράφων σε διάφορες περιοχές της χώρας, αλλά κυρίως στην Αττική. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα πολλές από τις πωλήσεις του προηγούμενου έτους να οριστικοποιηθούν τελικά το πρώτο τρίμηνο του 2024. Ως εκ τούτου, όπως είπε ο κ. Παύλος Λοΐζου, Διευθύνων Σύμβουλος της Ask Wire«Ο αριθμός των συναλλαγών στέγασης αυξήθηκε κατά 28,3%, από 4.545 το πρώτο τρίμηνο του 2023 σε 5.833 το πρώτο τρίμηνο του 2024. Αντίστοιχα, η συνολική αξία των συναλλαγών αυξήθηκε από 390 εκατομμύρια ευρώ το πρώτο τρίμηνο του 2023 σε 549 εκατομμύρια ευρώ το πρώτο τρίμηνο του 2024, που σημαίνει αύξηση 41%.
Σύμφωνα με τον κ. Λοΐζου, «Η ελληνική αγορά ακινήτων παραμένει δυναμική, με γνώμονα τις ισχυρές ξένες επενδύσεις και την αυξανόμενη διαθεσιμότητα στεγαστικών δανείων και τη χρηματοδότηση νέων αναπτυξιακών επενδύσεων. Ωστόσο, το αυξανόμενο κόστος ζωής και η επιβάρυνση των μη εξυπηρετούμενων δανείων συνεχίζουν να δημιουργούν προκλήσεις για τα νοικοκυριά. Επιπρόσθετα, η αγορά ακινήτων υποστηρίζεται από τη θετική αύξηση του ΑΕΠ, τον αυξημένο τουρισμό και τα κρατικά κίνητρα που χορηγήθηκαν τα προηγούμενα χρόνια. Αυτοί οι παράγοντες, σε συνδυασμό με τα συνεχιζόμενα έργα αστικής ανάπτυξης και υποδομών, είναι πιθανό να διατηρήσουν την αγορά ελκυστική τόσο για εγχώριους όσο και για διεθνείς επενδυτές. Ωστόσο, ο κ. Λοΐζου προσθέτει ότι «η βιωσιμότητα της αγοράς ακινήτων θα εξαρτηθεί από την αντιμετώπιση των αυξανόμενων οικονομικών πιέσεων, καθώς η ευρύτερη αγορά, σε μέγεθος και γεωγραφική κατανομή, εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τους Έλληνες καταναλωτές και επενδυτές».
Εκτός από οικιστικές εγκαταστάσεις, 1.631 εμπορικά ακίνητα μεταβιβάστηκαν το πρώτο εξάμηνο του έτους έναντι 1.488 την αντίστοιχη περίοδο του προηγούμενου έτους, που σημαίνει αύξηση 9,6%. Σημαντική αύξηση παρουσιάζουν και οι μεταβιβάσεις αποθηκών και χώρων στάθμευσης, που είναι και επενδυτικού χαρακτήρα, καθώς πολλές από αυτές μπορούν να αποφέρουν σημαντικά έσοδα σε μηνιαία βάση. Στο πλαίσιο αυτό, το πρώτο εξάμηνο του τρέχοντος έτους Μεταφέρθηκαν 967 θέσεις στάθμευσης, σημειώνοντας αύξηση 8,2% ετησίως. Συνεπώς, πουλήθηκαν 3.224 οικόπεδα, που σημαίνει αύξηση 2,55% σε σχέση με την αντίστοιχη περσινή περίοδο.
Έως και το 80% των συναλλαγών παραμένουν μη ελεγμένες
Ένα κρίσιμο πρόβλημα που πρέπει να αντιμετωπίσει άμεσα το κράτος είναι η έλλειψη έγκαιρων και ενημερωμένων στοιχείων για την κατάσταση στην αγορά ακινήτων. Όπως σημειώνει η Ask Wire, η οποία έχει εμπειρία από τις αγορές της Κύπρου και της Ρουμανίας, στην Ελλάδα οι διαθέσιμες πληροφορίες στην αγορά είναι αποσπασματικές και δύσκολο να συγκριθούν. Αυτή η αδιαφάνεια υπονομεύει επίσης όλες τις προσπάθειες διαμόρφωσης στεγαστικής πολιτικής σε μια εποχή που η στεγαστική κρίση είναι «πονοκέφαλος» και πολλά νοικοκυριά, ειδικά στα μεγάλα αστικά κέντρα, αδυνατούν να ανταποκριθούν στο διαρκώς αυξανόμενο κόστος στέγασης.
Είναι χαρακτηριστικό ότι σύμφωνα με τα στοιχεία από το Μητρώο του Υπουργού Οικονομικών το πρώτο εξάμηνο του τρέχοντος έτους: Έγιναν 20.026 μεταβιβάσεις πάσης φύσεως ακινήτων (συμπεριλαμβανομένων οικοπέδων, αποθηκών, επαγγελματικών ακινήτων, θέσεων στάθμευσης, βιομηχανικών και φυσικά οικιστικών). αναγνωρισθείς. Ωστόσο, ο αριθμός αυτός αντιπροσωπεύει ένα μικρό ποσοστό όλων των συναλλαγών που έχουν πραγματοποιηθεί στην αγορά και αποσκοπεί μόνο στην καταγραφή κάποιων ενδεικτικών τάσεων στην αγορά ακινήτων. Σύμφωνα με τα αρχεία της ΑΑΔΕ (Ανεξάρτητη ΔΟΥ), από αρχές 2024 έως μέσα Μαΐου, ηλεκτρονικό σύστημα Η περιουσία μου κατέγραψε 78.702 πωλήσεις ακινήτων. Στις παραπάνω πωλήσεις καταβλήθηκε φόρος 214,44 εκατ. ευρώ για τις 66.011, για τις 10.264 δεν καταβλήθηκε καθόλου φόρος καθώς είναι ο πρώτος τόπος κατοικίας και στις 2.346 πωλήσεις έγινε συνδυασμός, δηλ. τόσο απαλλαγή όσο και φόρο συνολικού ποσού 3 εκατ. ευρώ.
Στην Ελλάδα δεν γνωρίζουμε τον ακριβή αριθμό των σπιτιών που πουλήθηκαν ή ενοικιάστηκαν και είναι δύσκολο να καταγραφεί ο ακριβής αριθμός των κλειστών διαμερισμάτων.
Ωστόσο, αν και το Myproperty εμφανίζει μια πιο ενημερωμένη εικόνα, δεν μπορεί να καταγράψει, μεταξύ άλλων: τι είδους ακίνητα μεταβιβάστηκαν, σε ποιες περιοχές και σε ποια τιμή πώλησης. Το Μητρώο Αξιών μπορεί να το κάνει αυτό, αλλά μόνο για ένα ποσοστό 20-25% όλων των συναλλαγών, καθώς οι υπόλοιπες δεν εμφανίζονται ή καθυστερούν έως και χρόνια μέχρι να εγγραφούν. Συνοψίζοντας, όπως παραδέχονται και θεσμικοί εκπρόσωποι της αγοράς ακινήτων, το 2024 στην Ελλάδα δεν θα μπορούμε να γνωρίζουμε τον ακριβή αριθμό των κατοικιών που πουλήθηκαν ή ενοικιάστηκαν, πολύ περισσότερο τις τιμές συναλλαγής, γιατί ακόμη και στην Εγγραφή αφορά πρωτίστως την τιμή καθορίζεται στο συμβόλαιο, το οποίο συχνά δεν είναι το πραγματικό, γιατί, για παράδειγμα, δίνεται μόνο η εύλογη αξία και μέρος της συναλλαγής διακανονίστηκε σε μετρητά.
Είναι επίσης δύσκολο να δοθεί ο ακριβής αριθμός των κλειστών διαμερισμάτων ή πού βρίσκονται, καθώς και ο αριθμός των κατοικιών που ελέγχονται από τράπεζες και ταμεία, και οι κατάλληλες προσεγγίσεις θα πρέπει να δίνονται “κατά προσέγγιση”. Για παράδειγμα, οι τελευταίες πληροφορίες για τα κλειστά διαμερίσματα προέρχονται από την απογραφή του 2011 (!) και παρόλο που αναμένονται ακόμη στοιχεία από το 2021, θα δώσει μια πιο ξεκάθαρη εικόνα. Αυτό δεν καλύπτει επαρκώς τις ανάγκες και τις λύσεις που πρέπει να αναπτυχθούν για την αντιμετώπιση του μεγάλου ελλείμματος διαθέσιμης στέγης, κυρίως σε δύο μεγάλα αστικά κέντρα: την Αττική και τη Θεσσαλονίκη.