ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

Οι χαμηλές επενδύσεις και οι εξαγωγές αποτελούν αγκάθι στην οικονομία

Την περασμένη εβδομάδα χτύπησε το κουδούνι, διακριτικά προς το παρόν διεθνές νομισματικό ταμείο προβλέποντας ότι ο ρυθμός ανάπτυξης της χώρας θα μειωθεί στο 1,2% το 2029. Είχε προηγηθεί -χωρίς ιδιαίτερη σημασία- η πρόβλεψη του μεσοπρόθεσμου σχεδίου της ίδιας της κυβέρνησης, υποθέτοντας ρυθμό ανάπτυξης 1,5% το 2028, που υπαγορεύτηκε από Παραγγελία.

Πρόκειται για ρυθμούς που απομακρύνουν τη σύγκλιση με την ΕΕ από τον στόχο στο μακρινό μέλλον, ακόμη κι αν ο τελευταίος επιβραδύνεται επίσης.

Δεδομένου ότι απέχουμε ακόμη 4-5 χρόνια από αυτές τις ημερομηνίες, το κουδούνισμα είναι ακόμα λεπτό καθώς πολλά μπορούν να αλλάξουν μέχρι τότε. Ωστόσο, οι επίσημοι φορείς έχουν ορισμένους λόγους για την αξιολόγηση του λεγόμενου δυνητικό ΑΕΠ της Ελλάδας. Αυτοί οι λόγοι ξεκινούν από τη δημογραφία και την έλλειψη επαρκούς εργατικού δυναμικού για τη στήριξη της ανάπτυξης, μέσω της ανεπαρκούς επενδυτικής δυναμικής, τόσο σε όγκο κεφαλαίου όσο και σε ποιότητα επενδύσεων, και καταλήγουν σε χαμηλή ανταγωνιστικότητα και αργή εξαγωγική δραστηριότητα – σύμφωνα με αναλυτές. Ειδικά μετά το 2026 που θα εξαντληθούν οι πόροι του Ταμείο Ανασυγκρότησηςαναμένεται απότομη προσγείωση.

αγκάθια-για-την-οικονομία-χαμίλες-563286520

Στοιχεία ισοζυγίου πληρωμών που δημοσιεύθηκαν την περασμένη εβδομάδα από Τράπεζα της Ελλάδος έδειξαν ότι οι άμεσες ξένες επενδύσεις την περίοδο Ιανουαρίου – Αυγούστου 2024 ήταν 18% χαμηλότερες σε σύγκριση με την αντίστοιχη περίοδο του 2023. Συγκεκριμένα, ανήλθαν σε 2,7 δισ. ευρώ έναντι 3,3 δισ. ευρώ το 2023 και 5,7 δισ. ευρώ το ίδιο οκτάμηνο του Το 2022, που ήταν έτος ρεκόρ. Αναμένεται βελτίωση αυτών των δεικτών όταν διατεθούν κεφάλαια για την απόκτησή του Ενέργεια ΤΕΡΝΑΩστόσο, όπως τονίζουν οι αναλυτές, θα είναι μόνο μια εξαγορά και όχι μια νέα, παραγωγική επένδυση που χρειάζεται η ελληνική οικονομία. Η επενδυτική δυναμική παραμένει αδύναμη. Γίνεται επίσης κατανοητό ότι πάνω από το 50% των άμεσων ξένων επενδύσεων αφορά την κατασκευή κατοικιών, η οποία είναι και πάλι μη παραγωγική επένδυση.

Ο ρυθμός ανάπτυξης φέρνει τη σύγκλιση της χώρας με την ΕΕ στο μακρινό μέλλον.

Η κυβέρνηση είναι ασφαλώς αισιόδοξη, επικαλούμενη, μεταξύ άλλων, σε υψηλότερη αναπτυξιακή δυναμική σε σύγκριση με την ΕΕ, ιδίως μετά από αναθεωρημένα στοιχεία για το 2023, που έδειξαν ότι η αύξηση του ΑΕΠ ανήλθε τελικά στο 2,3% και όχι στο 2%. Σε αυτό βοήθησε η αναθεώρηση των επενδύσεων, οι οποίες πλέον εκτιμάται ότι έχουν αυξηθεί κατά 6,6% έναντι της προηγούμενης εκτίμησης για 4%. Όμως η κυβέρνηση υπολόγιζε στον προϋπολογισμό του 2023 ότι οι επενδύσεις θα αυξάνονταν κατά 15,5% και στον προϋπολογισμό του 2024 υπολόγιζε ότι το 2023 η αύξηση των επενδύσεων θα ανερχόταν στο 7,1%. Το αποτέλεσμα ήταν χειρότερο και από τις δύο προβλέψεις. Οι αναλυτές σίγουρα συμφωνούν ότι τόσο η υψηλότερη ανάπτυξη στην ευρωζώνη όσο και τα δημοσιονομικά αποτελέσματα που έχουν ξεπεράσει τον στόχο τα τελευταία χρόνια είναι θετικά φαινόμενα. Ωστόσο, το ίδιο κάνουν και το ΔΝΤ και η ΕΕ. βλέπει πηγές κινδύνου μεσοπρόθεσμα. Το γεγονός ότι οι προοπτικές έχουν βελτιωθεί βραχυπρόθεσμα δεν αμβλύνει τις ανησυχίες μας μεσοπρόθεσμα, είπε Διευθύνων Σύμβουλος του ΙΟΒΕ Καθηγητής Νίκος Βέττας την περασμένη Τρίτη, παρουσιάζοντας την τριμηνιαία έκθεση του Ιδρύματος. Οι ανησυχίες αυτές αφορούν πρωτίστως -όπως εξήγησε- τις επενδύσεις, γιατί «χρειάζεται μεγαλύτερη δυναμική παραγωγικών επενδύσεων» και εξωτερική ισορροπία.

Στην περίπτωση του εξωτερικού ισοζυγίου, η αναθεώρηση του ΑΕΠ έδειξε ασθενέστερα αποτελέσματα από ό,τι είχε αρχικά προβλεφθεί. Οι εξαγωγές αγαθών αυξήθηκαν τελικά μόνο κατά 0,1% το 2023 σε σύγκριση με την προηγούμενη πρόβλεψη 3,9%. Αν δεν ήταν ο τουρισμός που έσωζε την κατάσταση, αυξάνοντας τη δυναμική των εξαγωγών αγαθών και υπηρεσιών στο 1,9% (από προηγούμενες προβλέψεις 3,7%), το πρόβλημα θα ήταν σοβαρό. Και αυτό ανησυχεί τους αναλυτές γιατί ο τουρισμός είναι επιρρεπής σε πιθανές κρίσεις.

Μια απλή ανάλυση της σύνθεσης του ελληνικού ΑΕΠ αρκεί για να δείξει πού βρίσκεται το πρόβλημα: η ιδιωτική κατανάλωση, σύμφωνα με ανάλυση που δημοσίευσε ο Eurobank την περασμένη εβδομάδα ήταν 68,7% του ΑΕΠ έναντι 53% στη ζώνη του ευρώ, οι πάγιες επενδύσεις είναι 15,2% έναντι 21,9% στην ευρωζώνη, οι εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών είναι 43,7% του ΑΕΠ έναντι 50,5% στη ζώνη του ευρώ και Οι εισαγωγές είναι 48,4% έναντι 47% στη ζώνη του ευρώ. Με λίγα λόγια, καταναλώνουμε περισσότερο, επενδύουμε και εξάγουμε λιγότερα.

Το Ταμείο Ανασυγκρότησης θα μπορούσε να συμβάλει σε μια σχετικά καλύτερη μεσοπρόθεσμη πορεία της οικονομίας. Η Τράπεζα της Ελλάδος υπολόγισε ότι σε ορίζοντα 10 ετών θα μπορούσε να συνεισφέρει 7-10 ποσοστιαίες μονάδες στο ΑΕΠ, δηλαδή να αυξήσει τον δυνητικό ρυθμό ανάπτυξης από 1,4%, τον οποίο υπολόγισε στο 1,9%. Ωστόσο, αυτό προϋποθέτει όχι μόνο επενδύσεις, αλλά και μεταρρυθμίσεις που προβλέπει η Επιτροπή Ελληνικό σχέδιο ανάκαμψηςγια το οποίο υπάρχουν αμφιβολίες.

Latest Posts

ΣΗΜΑΝΤΙΚΑ