Στο «Ποιοι είμαστε» αναφέρθηκε ο Χρήστος Χωμενίδης κατά την εισήγησή του στο 7ο Συνέδριο του Κύκλου Ιδεών την περασμένη εβδομάδα.
Τι συμβαίνει σήμερα? Πιστεύω ότι σήμερα βρισκόμαστε μπροστά σε μια νέα κατάσταση. Ανατρέχοντας, μεταξύ άλλων, στους δύο μεγάλους διχασμούς που γνώρισε η Ελλάδα τον 20ό αιώνα, ο Χρήστος Χωμενίδης φτάνει στη σύγχρονη εποχή, στην οποία έχουμε να κάνουμε με μια «νέα κατάσταση».
Ακολουθεί ολόκληρη η παρουσίαση του Χρήστου Χωμενίδη στο συνέδριο Circle of Ideas:
Η ερώτηση “Ποιοι είμαστε;” Το άκουγα από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου. Μερικές φορές το ακούω να τίθεται σοβαρά, να συζητιέται σε φόρουμ, να ξεκινά γόνιμες υπαρξιακές αναζητήσεις. Και μερικές φορές κατεβαίνει στη φιλοσοφία του αμπελιού και του αφαλού.
Αμφιβάλλω αν πολλά άλλα έθνη είναι τόσο επίμονα στην αναζήτηση της ταυτότητάς τους σε σημείο εξάντλησης. Ίσως μόνο οι αρχαιότεροι λαοί, ίσως αυτοί που ακολούθησαν την ελικοειδή πορεία, που πέρασαν «από το έλεος και το πάθος», όπως το έθεσε ο Αριστοτέλης στον ορισμό της τραγωδίας. Αυτός ο φόβος της ταυτότητας μας βασάνιζε για αιώνες, αν όχι για χιλιετίες. Σχηματίζει δίπολα και πυροδοτεί διαχωρισμούς.
Είμαστε οι άμεσοι απόγονοι των αρχαίων Ελλήνων – «Τριχιλιάρηδες Έλληνες», όπως το έθεσαν ωμά οι προπαγανδιστές της «Εθνικοφροσύνης» κατά τη διάρκεια και μετά τον εμφύλιο, αντιπαραθέτοντας το κοινό τους με τους «Εαμοβούλγαρους»; Κουβαλάμε το ίδιο γονιδίωμα, το ίδιο DNA, από την εποχή των Αργοναυτών μέχρι σήμερα; Σήμερα, μια τέτοια πεποίθηση ακούγεται -νομίζω- εντελώς κωμική. Θυμίζω, ωστόσο, ότι η εμβληματική «Ιστορία του Ελληνικού Έθνους» του Κωνσταντίνου Παπαρρηγόπουλου γράφτηκε ακριβώς για να αντικρούσει τους ισχυρισμούς του «μισέλληνα» Φαλμεράιερ, ο οποίος στο σύντομο βιβλίο του μας αποκάλεσε απόρροια Σλάβων και Αρβανίτες, που δεν έχουν καμία σχέση με τον Περικλή των Αθηνών ή τον Λεωνίδα από τη Σπάρτη.
Ταυτόχρονα, με τη συζήτηση για το αίμα, έγινε εσπευσμένη προσπάθεια συνδυασμού της αρχαίας Ελλάδας με το χριστιανικό πνεύμα, που έδωσε αφορμή για τον «ελληνοχριστιανισμό» ως ξένο μόρφωμα. Διόνυσος ή Ιησούς; Μόνο ο Άγγελος Σικελιανός κατάφερε να τα συνδυάσει μερικώς ποιητικά…
Το ερώτημα αν ανήκουμε στην Ανατολή ή στη Δύση τέθηκε επίσης πολύ έντονα, μερικές φορές επιθετικά, σχεδόν αμέσως μετά τη δημιουργία του νέου ελληνικού κράτους και ακόμη και πριν από την επανάσταση του 21ου. Παράλληλα, υπήρξε σύγκρουση μεταξύ των «ετερογενών» Ρομά από την Κωνσταντινούπολη, τη Μικρασιά, τις παραδουνάβιες περιοχές, την Αίγυπτο και τους «γηγενείς» Ελλαδίτες από την Πελοπόννησο και τη Ρούμελη. Ας μην ξεχνάμε την επαίσχυντη έκφραση που αποδίδεται στον φανατικό «γηγενή» Στρατηγό Μακρυγιάννη. «Αν αυτοί –οι «ετερόχθονες»– έρθουν να μας πάρουν το ψωμί, τη δουλειά, τις θέσεις μας, γιατί θέλαμε επανάσταση; Καλύτερα να γυρίσουν οι Τούρκοι…»
Στις αρχές του 20ου αιώνα, μια πρωτοποριακή, ανατρεπτική, αριστερή ματιά προστέθηκε σε αυτά τα ζητήματα ταυτότητας. Η έκδοση του Κοινωνικού μας ζητήματος του Γεωργίου Σκληρού το 1907 είναι μια βασική πράξη στη γέννηση της αριστερής σκέψης στην Ελλάδα. Και φυσικά η αναθεώρηση της επίσημης ιστορίας από τον πρώτο Γιάνη με «ν», Γιάνη Κορδάτο όλα ειπώθηκαν διαφορετικά. Υποστήριξε ότι ο Τρωικός Πόλεμος ήταν μια ιμπεριαλιστική εκστρατεία που διεξήχθη από τα βασίλεια της ηπειρωτικής Ελλάδας. Υπενθύμισε ότι η Ελλάδα είχε υποδουλωθεί στους Ρωμαίους από το 146 π.Χ., από τη μάχη της Λευκόπετρας, μετά από το Βυζάντιο, τους Ενετούς, τους Τούρκους… Περιέγραψε το Βυζάντιο ως σκοταδιστικό θεοκρατικό δεσποτισμό, γεμάτο συνωμοσίες, πραξικοπήματα, εξεγέρσεις και αιματηρές καταστολή εξεγέρσεων, ανακεφαλαιώσεις, ευνουχισμοί, τυφλώσεις, ακρωτηριασμοί – οι μύτες των ηττημένων συχνά έκοβαν, εξ ου και το επίθετο Croucher που υπάρχει ακόμα… Μια εντελώς διαφορετική εικόνα από τα σχολικά βιβλία.
Θα ήθελα τα τμήματα να μείνουν στα χαρτιά, για να χυθεί μόνο μελάνι, όχι αίμα. Ωστόσο, αξίζει να προσέξουμε τη διάκριση που τραγουδιέται στο σπουδαίο μιούζικαλ «Hamilton», που είναι πολύ δημοφιλές όπου κι αν παίζεται, στην Αμερική και την Ευρώπη: «Ποιος ζει, ποιος πεθαίνει, ποιος λέει την ιστορία». Ποιος ζει, ποιος πεθαίνει, ποιος λέει την ιστορία. Το τρίτο μετράει περισσότερο όσο περνάει ο καιρός.
Τον 20ο αιώνα η Ελλάδα γνώρισε δύο μεγάλες διαιρέσεις.
Σχετικά με το πρώτο σχίσμα, μεταξύ των Κωνσταντινίων και των Βενιζελικών, οι Βενιζελικοί επέβαλαν σαφώς τη δική τους αφήγηση. Για δεκαετίες, ελάχιστοι έχουν αποδεχτεί τους βασιλικούς ισχυρισμούς για τη θέση της Ελλάδας κατά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο και τις μικρασιατικές εκστρατείες. Το μόνο πρόσωπο που πιθανότατα γνωρίζω εν ζωή είναι η αξιοσέβαστη πεζογράφος μας κα Αθηνά Κακούρη. Ψέματα – Συνάντησα ένα άλλο χθες. Εξαιρετικά συμπαθητικός άνθρωπος ο κ. Λάζαρος Κυρίζογλου, δήμαρχος Αμπελοκήπων-Μαϊνεμένης Θεσσαλονίκης, εκλεγμένος για έκτη φορά. «Είμαι βαθιά δεξιός», μου είπε ο κ. Κυρίζογλου. «Αλλά ένας δεξιός λαϊκιστής. Εμείς οι δεξιοί είχαμε ως έμβλημα την ελιά, το φαγητό του φτωχού κόσμου. Ενώ οι Wenizel είχαν άγκυρα επειδή ήταν εφοπλιστές, πλούσιοι…» Αυτή την κοινωνική ανθρωπολογία επιβεβαιώνει ο σημαντικότερος ιστορικός εκείνης της περιόδου, ο Γιώργος Μαυρογορδάτος.
Στη δεύτερη διαίρεση, που αρχίζει με την κατοχή και τελειώνει την τριετία 1946-1949, οι αστικές δυνάμεις κέρδισαν στο γήπεδο και η αριστερά νίκησε ηθικά. Ήταν σχεδόν αγιασμένο. Και επιβλήθηκε πολιτισμικά. Και αφήστε τους συγγραφείς της γενιάς του 1930 να είναι συντριπτικά κεντρώοι, ακόμη και δεξιοί – ακριβώς όπως οι δύο νομπελίστες ποιητές μας. Και ας βαραίνουν αριστεροί συγγραφείς, από τον Τσίρκα μέχρι τον Άρη Αλεξάνδρου και τον Μάριο Χάκκα, για την επίσημη θέση του κόμματος. Αναρωτιέται κανείς πώς θα μπορούσε να διαβάσει τα «Κράτη Χωρίς Κυβερνήσεις» ή «Το Κουτί» και να μην ανακαλύψει εντελώς τα μυστικά της αριστεράς στην πολιτική της σύνθεση…
Ο διαχωρισμός που νιώσαμε από το 2010 έως το 2015 σε «μνημειακούς» και «αντιμνημονιακούς» ήταν μια τραγική κωμωδία με στοιχεία φάρσας. Ουσιαστικά, μια σύγκρουση μεταξύ των υποστηρικτών της κοινής λογικής, που καταλάβαιναν ότι δεν είχαμε καμία έγκυρη εναλλακτική, και εκείνων που πίστευαν ότι τα μνημόνια θα σκίζονταν ή θα καούν, και που ακόμα φαντασιώνονταν την αναθεώρηση της Συνθήκης της Βάρκιζας, ένα τρίτο. γύρο εμφυλίου πολέμου στον οποίο θα κέρδιζε η αριστερά. Το σύνθημα «η δουλειά του Μελιγαλά είναι μισή» ακουγόταν τρομακτικά. Ανατριχιαστικό ήταν το θέαμα της κυρίας Ζόγιας Κωνσταντοπούλου να σηκώνει τη γροθιά της στα Προπύλαια της Βουλής, της οποίας ήταν τότε Πρόεδρος. Τώρα φαίνεται γραφικό. Χρειάστηκαν δέκα χρόνια, μάλλον λιγότερα, για να ξεπεραστεί το τραύμα.
Τι συμβαίνει σήμερα? Πιστεύω ότι σήμερα βρισκόμαστε μπροστά σε μια νέα κατάσταση. Τα κρίσιμα ζητήματα που απασχολούν τους Έλληνες είναι ακριβώς τα ίδια που απασχολούν ολόκληρη τη διεθνή κοινότητα. Δυτικός κόσμος αν μη τι άλλο. Το βλέπουμε αυτό ως νίκη, έστω και πυρρίχια, της παγκοσμιοποίησης; Μπορεί…
Θέλω να πω τα ελληνοτουρκικά ως μια πληγή που ξεθωριάζει, χλωμή μπροστά στην κλιματική αλλαγή και τις απειλές. Η Κύπρος κινδυνεύει από τους Τούρκους, αλλά κινδυνεύει να γίνει έρημος καθώς οι θερμοκρασίες ανεβαίνουν. Ή να υποστείτε τις συνέπειες του λιώσιμου πάγου. Όταν η ίδια η ζωή σε έναν πλανήτη, οι βασικές προδιαγραφές της, φαίνεται να έχουν ανατραπεί, όλα τα άλλα ζητήματα συρρικνώνονται. Για όλους όσους τουλάχιστον βλέπουν και καταλαβαίνουν.
Ένα άλλο πρόβλημα, επίσης κρίσιμο, είναι το γεγονός ότι το 2030 η αφρικανική ήπειρος θα έχει δύο δισεκατομμύρια κατοίκους. Και το 2050 θα υπάρχουν δυόμισι δισεκατομμύρια από αυτούς. Ενώ η Ευρώπη θα μείνει στάσιμη ή θα συρρικνωθεί. Τι θα γίνει λοιπόν; Τι είπε ο Umberto Eco σε έναν ανύποπτο χρόνο. Η Ευρώπη, προϊόν του 21ου αιώνα, θα πάρει το χρώμα του cafe au lait.
Προσωπικά δεν με ενοχλεί. Η ιστορία της ανθρωπότητας είναι η ιστορία της μετανάστευσης. Ποια Frontex, ποιο τείχος θα μπορέσει να σταματήσει αμέτρητα πλήθη; Το θεμελιώδες ερώτημα είναι σε ποιο βαθμό θα μπορέσουμε να τους εμφυσήσουμε τις δικές μας αξίες και να τους μεταδώσουμε το ανθρωπιστικό, φιλελεύθερο πνεύμα μας. Μεταξύ εσένα και εμένα, αμφιβάλλω…
Τι πιστεύω ότι θα γίνει στην Ελλάδα σε μερικές δεκαετίες; Φοβάμαι τι θα γίνει;
Το γράφω σε ένα μυθιστόρημα που δουλεύω και θα λέγεται «Πανδώρα». Το έβαλα στο στόμα ενός από τους ήρωές μου, καθηγητή στο Μετσόβιο Πολυτεχνείο, που μιλάει στους μαθητές του.
«…Η ελληνική κοινωνία τείνει να βασίζεται αυστηρά στην τάξη. Σε λίγα χρόνια η μεσαία τάξη, οι λογικές νοικοκυρές, οι μικροκαταστηματάρχες και οι ανέμελοι ζητιάνοι θα εξαφανιστούν εντελώς. Από τη μια θα έχουμε αυτούς που θα κάνουν απαιτητικές και καλοπληρωμένες δουλειές, θα εκμεταλλευτούν τις προκλήσεις των επόμενων τεχνολογικών επαναστάσεων, θα νιώθουν ότι η τεχνητή νοημοσύνη είναι σύμμαχός τους μέχρι να καταλάβουν ότι το αχλάδι έχει την ουρά του πίσω. … Και από την άλλη όσοι θα μείνουν μένουν πίσω και δεν θα μπορέσουν να προσαρμοστούν.
Από την άλλη, θα δειπνήσουν σε ειδυλλιακά εστιατόρια με θέα τον Παρθενώνα, θα επισκέπτονται συχνά γκαλερί, στον Νιάρχο και στη Στέγη, στην Επίδαυρο και στο Ηρώδειο, θα ανησυχούν έντονα για την κλιματική αλλαγή, οπότε θα αγοράσουν ένα ενεργειακά αυτάρκης σπίτι σε κάποιο βουνό. Δεν θα μένουν σε ερειπωμένες πολυκατοικίες στο Χαϊδάρι ή στην Πατησίων… Θα τρώνε junk food, θα βλέπουν αηδίες στην τηλεόραση και στο ίντερνετ, θα εξαρτώνται από τα οφέλη που θα τους παρέχει η αρμόδια κυβέρνηση, απλά μην απελπιστεί τελείως και κάντε τους γυαλιά νυχιών. Μην χαίρεστε – θα ρέψουν οι ακροδεξιοί, όχι η επαναστατική αριστερά. Οι προνομιούχοι θα τους χρειαστούν. Κυρίως ως κυματοθραύστες. Τα απορριμματοφόρα σε όλη την Ευρώπη θα κληθούν να αποκρούσουν ένα τσουνάμι μεταναστών από την Ασία και ιδιαίτερα την Αφρική που θα κορυφωθεί το 2040-2050.
Εσείς, παιδιά μου, είστε από τους τυχερούς. Το πολυτεχνείο – και άλλα δεκαπέντε εκπαιδευτικά ιδρύματα – είναι από τα λίγα κοινωνικά ασανσέρ που έχουν απομείνει στην Ελλάδα. Η ολοκλήρωσή μας θα κάνει σχεδόν αδύνατο να γίνουμε παρίας. Και όσο φτωχοί κι αν είναι οι γονείς σου, θα τους δώσεις ένα αξιοπρεπές γήρας. Γιατί η οικογένεια, πιστέψτε με, θα αντέξει εδώ περισσότερο από τη θρησκεία και τη χώρα. «Τίμα τον πατέρα σου και τη μητέρα σου»: μια εντολή χαραγμένη βαθιά στις ψυχές μας. Αν και λόγω της ηλικίας σου δεν το έχεις καταλάβει ακόμα…»
Ο Γιώργος Σεφέρης έγραψε μια υπέροχη πρόταση. “Είμαι η θέση σου. Μπορώ να είμαι κανείς, αλλά μπορώ να είμαι όποιος θέλεις…”
Φοβάμαι ότι όσο προχωρά ο 21ος αιώνας, αυτή η διατύπωση του Σεφέρη θα γίνεται όλο και πιο δύσκολο να μεταφραστεί στην πραγματικότητα.
Ευχαριστώ πολύ.
* Ο Χρήστος Χωμενίδης είναι συγγραφέας