Η ανάγκη και οι προκλήσεις για πράσινες επενδύσεις στη Νοτιοανατολική Ευρώπη και την Ελλάδα βρίσκονται στο επίκεντρο του συνεδρίου του Economist στην Αθήνα.
Η Ράνια Αικατερινάρη, νεοεκλεγείσα αντιπρόεδρος και πρόεδρος της Εκτελεστικής Επιτροπής του ΣΕΒ, αναφέρθηκε στον ρόλο του κλάδου, τονίζοντας ότι ο κλάδος είναι ο κύριος εργοδότηςκαι ταυτόχρονα ζητά συνεχείς επενδύσεις. Τόνισε τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει ο κλάδος, όπως η ψηφιακή επιτάχυνση, η πράσινη μετάβαση, το κόστος ενέργειας και πρώτων υλών, καθώς και θέματα χρηματοδότησης.
Επιπλέον, αναφέρθηκε στο Εθνικό Σχέδιο Ενέργειας και Κλίματος (ΕΣΕΚ), το οποίο προβλέπει επενδύσεις 95 δισ. PLN έως το 2030, με ιδιαίτερη έμφαση στην ηλεκτροδότηση της βιομηχανίας, με ιδιαίτερη έμφαση στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, με ιδιαίτερη αναφορά στο κόστος δικαιώματα διοξειδίου του άνθρακα και εκπομπών CO2 , γεγονός που συμπληρώνει την ανάγκη αποφυγής στρεβλώσεων της αγοράς κατά την εφαρμογή της πράσινης μετάβασης.
«Δεν μπορούμε να μιλάμε για πράσινη μετάβαση, εάν αυτές οι ποσότητες δεν μπορούν να παραχθούν στην Ευρώπη και την Ελλάδα», τόνισε η κ. Αικατερινάρη και προειδοποίησε ότι εάν το κόστος αυτό απαιτεί μόνο εισαγωγές, «το κόστος που προκύπτει από το έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου θα είναι τεράστιο». τονίζοντας την ανάγκη για εγχώρια παραγωγή τεχνολογιών που θα υποστηρίζουν τις ανάγκες ενανθράκωσης.
Όπως ανέφερε ο Ιωάννης Τσακίρης, Αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων (ΕΤΕπ), τα έργα ανανεώσιμων πηγών ενέργειας όχι μόνο μειώνουν τις εκπομπές, αλλά δημιουργούν και νέες θέσεις εργασίας υψηλής ποιότητας. Ιδιαίτερη αναφορά έκανε στο έργο που θα υλοποιηθεί από κοινού με τον ΑΔΜΗΕ, σχετικά με την ηλεκτρική σύνδεση των νησιών με την ηπειρωτική Ελλάδα, τα αποθηκευτικά έργα, αλλά και την παραγωγή μπαταριών και την πράσινη ενέργεια, που υλοποιούνται με οικονομική στήριξη της ΕΤΕπ. «Ως Πράσινη Τράπεζα της ΕΕ, υποστηρίζουμε έργα που ενισχύουν την προστασία της βιοποικιλότητας, των υδάτινων πόρων και της αειφόρου γεωργίας», είπε ο κ. Τσακίρης, ενώ έδωσε έμφαση στις συνέργειες με τον ιδιωτικό τομέα και τις κυβερνήσεις. Η πράσινη μετάβαση είναι μια μεγάλη ευκαιρία για την Ευρώπη και η Ελλάδα θα μπορούσε να την οδηγήσει με στρατηγικές επενδύσεις, αλλά ένα σχέδιο που εστιάζει στη βιωσιμότητα και την καινοτομία, τόνισε ο κ. Τσακίρης. Σχολιάζοντας την έκθεση Ντράγκι, ο Τσακίρης αναφέρθηκε στο σήμα κινδύνου, τονίζοντας την ανάγκη ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητας της Ε.Ε.
Όπως σημείωσε η Αγγελική Καλλιγιαννάκη, Αναπληρώτρια Διευθύντρια, Επικεφαλής της Ελληνικής EBRD, «όλα τα σχέδιά μας συνάδουν με τη Συμφωνία του Παρισιού και ταυτόχρονα προσπαθούμε να γίνουμε μια πράσινη τράπεζα μέχρι το 2025». Αναφέρθηκε σε μεγάλα έργα που χρηματοδοτεί η τράπεζα και από την πλευρά του επισήμανε τις προκλήσεις που θέτει η έκθεση Ντράγκι, χαρακτηρίζοντάς την ως ορόσημο για το μέλλον. Η κα Καλλιγιαννάκης εξήγησε ότι η EBRD επιθυμεί να δώσει έμφαση στις συνεργασίες για να αξιοποιήσει τα σημαντικά χρηματοδοτικά εργαλεία που προσφέρει η ΕΕ για την προώθηση σημαντικών πρωτοβουλιών για την υλοποίηση της πράσινης μετάβασης. Πρότεινε μάλιστα τη δημιουργία ενός νέου Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας γιατί, όπως είπε, με την έκθεση Ντράγκι (που προβλέπει 100 δισ. ευρωπαϊκές επενδύσεις ετησίως), μπορούμε να αντιμετωπίσουμε τις προκλήσεις που αντιμετωπίζουμε στο άμεσο μέλλον.
Από την πλευρά του, ο Κρις Μπάρτον, Ευρωπαίος Επίτροπος Εμπορίου του Ηνωμένου Βασιλείου, τόνισε ότι πολλές βρετανικές εταιρείες, όπως η BP, συμμετέχουν ήδη στην απεξάρτηση από τις ανθρακούχες εκπομπές της χώρας και ανέφερε μια σειρά από εταιρείες που σκοπεύουν να συμμετάσχουν στην απανθρακοποίηση της χώρας μέσω την πράσινη μετάβαση. «Μπορούμε να κάνουμε τα πάντα και μπορούμε να το κάνουμε μαζί με την ΕΕ. και την Ελλάδα» είπε ο κ. Μπάρτον και πρόσθεσε ότι θέλουμε να βοηθήσουμε αυτές τις εταιρείες.
Επιπλέον, αναφέρθηκε στις επενδυτικές προοπτικές που αναδύονται στη χώρα του στο πλαίσιο του πράσινου μετασχηματισμού, καθώς έχει ήδη σημειωθεί σημαντική μείωση των εκπομπών, αλλά και αύξηση των βιώσιμων επενδύσεων. Ανέλυσε φιλόδοξα σχέδια για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, την αποθήκευση ενέργειας και την κυκλική οικονομία, κάνοντας λόγο για «τρομακτικές πιθανότητες» με την κατάλληλη διάθεση σημαντικών πόρων.
Τη συζήτηση συντόνισε ο John Andrews, σύμβουλος εκδότης του «The Economist».
Πηγή RES-EMP