ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ: 00:47
Αμερικανικός οργανισμός αξιολόγησης Ικτίδος διατήρησε την πιστοληπτική ικανότητα της Ελλάδας στο «BBB-» (το χαμηλότερο επίπεδο επενδυτικής βαθμίδας) και τις σταθερές προοπτικές της, σημειώνοντας τη σταθερή δημοσιονομική και αναπτυξιακή πρόοδο της χώρας, αλλά ταυτόχρονα τονίζοντας την αδυναμία που διατηρεί η ελληνική οικονομία ως «κληρονομιά» της η κρίση χρέους, κυρίως σε ό,τι αφορά την απασχόληση, τη δυναμική ανάπτυξη και τον χρηματοπιστωτικό τομέα.
Πιο συγκεκριμένα, στην έκθεσή τους οι αναλυτές του Fitch σημειώνουν:
Δυνατά σημεία και αδυναμίες: Η αξιολόγηση της Ελλάδας αντανακλά επίπεδα κατά κεφαλήν εισοδήματος και δεικτών διακυβέρνησης που είναι πολύ πάνω από τη διάμεση τιμή των χωρών με αξιολόγηση «BBB», καθώς και την αξιοπιστία της πολιτικής που υποστηρίζεται από την ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση και την ευρωζώνη. Αυτά τα πλεονεκτήματα αντισταθμίζονται από τις «κληρονομιές» της κρίσης χρέους, που περιλαμβάνουν υψηλό δημόσιο και εξωτερικό χρέος, καθώς και υψηλή -αλλά μειούμενη- ανεργία, χαμηλό μεσοπρόθεσμο αναπτυξιακό δυναμικό και ορισμένες επίμονες αδυναμίες στον τραπεζικό τομέα.
Μόνιμα πρωτογενή πλεονάσματα: Ο Fitch προβλέπει περαιτέρω μείωση του ελλείμματος της γενικής κυβέρνησης στο 0,8% του ΑΕΠ το 2025, με πρωτογενή πλεονάσματα κατά μέσο όρο 2,3% το 2024-2025 (από 1,9% το 2023). Το Επιμελητήριο τονίζει ότι οι πρόσφατες επιδόσεις της Ελλάδας ενισχύθηκαν από εισροές εσόδων μεγαλύτερες από τις αναμενόμενες και μειωμένες δαπάνες.
Ο Fitch «βλέπει» ισχυρή δέσμευση για δημοσιονομική σύνεση, με τα μεσοπρόθεσμα δημοσιονομικά σχέδια της κυβέρνησης να στηρίζονται σε συντηρητικές εκτιμήσεις για τα εισοδήματα του οικονομικού προσωπικού της Ελλάδας, καθώς οι αρχές επιδιώκουν φιλόδοξες μεταρρυθμίσεις για να τα αυξήσουν (συμπεριλαμβανομένης της μείωσης της φοροδιαφυγής μεταξύ των αυτοαπασχολούμενων). και προώθηση ηλεκτρονικών συναλλαγών). Η επιτυχής αύξηση των εσόδων θα μπορούσε να δημιουργήσει κάποιο δημοσιονομικό χώρο, αν και το νέο ευρωπαϊκό δημοσιονομικό πλαίσιο θέτει ορισμένα όρια στις πρόσθετες δαπάνες.
Μείωση του δημόσιου χρέους: Ο Fitch αναμένει ότι ο συνδυασμός ισχυρών δημοσιονομικών επιδόσεων, σταθερού κόστους επιτοκίων και μέτριας ονομαστικής ανάπτυξης θα συνεχίσει να μειώνει τον λόγο του δημόσιου χρέους προς το ΑΕΠ στο 147,3% το 2025 (από 161,9% το 2023) και κάτω από 140% το 2028 θα αντιπροσωπεύει σημαντικό διόρθωση (το επιτόκιο έφτασε στο 207% το 2020), αλλά θα εξακολουθούσε να αφήνει το χρέος πολύ πάνω από τον μέσο όρο των χωρών με πιστοληπτική ικανότητα «BBB» (55%) και της ζώνης του ευρώ (89,9%). Το ευνοϊκό προφίλ χρέους της χώρας – μακροχρόνιες λήξεις, έλλειψη χρέους σε ξένο νόμισμα και υψηλό μερίδιο προνομιακού χρέους – μειώνει σημαντικά τον κίνδυνο και τα μεγάλα ταμειακά διαθέσιμα (35 δισεκατομμύρια ευρώ το πρώτο τρίμηνο του 2024) χρησιμεύουν ως απόθεμα ασφαλείας και μπορούν να χρησιμοποιηθούν για περαιτέρω μείωση του επιπέδου του χρέους .
Υπάρχει κάποια αβεβαιότητα λόγω ορισμένων ζητημάτων κληρονομιάς, αν και η Fitch πιστεύει ότι δεν θα έχουν αρνητικό αντίκτυπο στη βελτίωση της απόδοσης της διαχείρισης των δημοσίων οικονομικών της Ελλάδας. Οι ενδεχόμενες υποχρεώσεις ανέρχονται σε περίπου 29 δισεκατομμύρια ευρώ (12% του ΑΕΠ, συμπεριλαμβανομένων 17 δισεκατομμυρίων ευρώ των εγγυήσεων «Ηρακλής»), ενώ μια πιθανή απόφαση της Eurostat το επόμενο έτος να αναταξινομήσει τους αναβαλλόμενους τόκους των δανείων του EFSF θα μπορούσε να αυξήσει τα ελληνικά κεφάλαια κατά 12 δισεκατομμύρια ευρώ (5,6 %) χρέους. Αυτό δεν θα επηρεάσει τη ζήτηση για ακαθάριστη χρηματοδότηση ή τις προσδοκίες για περαιτέρω μείωση του δημόσιου χρέους, εκτιμούν το επιμελητήριο.
Ρυθμός ανάπτυξης που θα συνεχιστεί: Η Fitch αναμένει ότι η αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ θα επιταχυνθεί στο 2,3% το 2024 και στο 2,4% το 2025 (από 2% το 2023), πολύ πάνω από τον μέσο όρο της ζώνης του ευρώ (1,1%), γεγονός που θα βοηθήσει τη χώρα να επιτύχει κάποια σύγκλιση με τα εισοδήματα του προηγμένου ευρώ χώρες της περιοχής. Η οικονομική ανάπτυξη θα ωθηθεί από την αύξηση των πραγματικών μισθών, την περαιτέρω αύξηση της απασχόλησης και τις σταθερές επενδύσεις. Ο Fitch αναμένει ότι οι επενδύσεις που σχετίζονται με το Ταμείο Ανάκαμψης θα επιταχυνθούν, με την απορρόφηση των επιδοτήσεων να κορυφώνεται στο 3% του ΑΕΠ το 2026, από 1% το 2023, γεγονός που θα έχει θετικό αντίκτυπο στις ιδιωτικές επενδύσεις και την κατανάλωση.
Ταμείο ανάκαμψης: Η απορρόφηση δανείων από το Ταμείο Ανασυγκρότησης (17,7 δισ. ευρώ, 7,4% του ΑΕΠ) θα διαρκέσει περισσότερο γιατί διοχετεύονται μέσω δανειακών διευκολύνσεων. Αυτό σημαίνει ότι ο επενδυτικός κύκλος του Ταμείου Ανάκαμψης είναι πιθανό να επεκταθεί πέρα από το 2026, περιορίζοντας τον κίνδυνο απότομης επιβράδυνσης της ανάπτυξης το 2027. Το Επιμελητήριο τονίζει ότι οι μεσοπρόθεσμες προοπτικές ανάπτυξης της Ελλάδας παραμένουν επιβαρυμένες από χαμηλά επίπεδα αποταμίευσης/επενδύσεων σε την οικονομία και τη δυσμενή δημογραφική κατάσταση, αν και μια ισχυρή δέσμευση για μεταρρυθμίσεις (ειδικά από την πλευρά της προσφοράς) θα μπορούσε να συμβάλει στην επίτευξη υψηλότερης και πιο βιώσιμης οικονομικής ανάπτυξης.
Σύσφιξη της αγοράς εργασίας: Η ανάκαμψη της Ελλάδας συνοδεύεται από συνεχή βελτίωση της αγοράς εργασίας, με την ανεργία να βρίσκεται πλέον σε χαμηλό 15ετίας (10,2% τον Μάρτιο), την απασχόληση να αυξάνεται και το εργατικό δυναμικό να παρουσιάζει μέτρια ανάπτυξη. Ο Fitch προβλέπει περαιτέρω σταδιακή μείωση της ανεργίας τα επόμενα δύο χρόνια, αλλά ο κίνδυνος έλλειψης εργατικού δυναμικού αυξάνεται, ιδιαίτερα σε τομείς έντασης εργασίας όπως ο τουρισμός και οι κατασκευές.
Οι ελληνικές αρχές εστιάζουν σε μια σειρά μεταρρυθμίσεων για την επέκταση του εργατικού δυναμικού, αλλά η ανοδική πίεση στους μισθούς είναι πιθανό να ενταθεί. Αυτή τη στιγμή, η αύξηση των μισθών είναι σχετικά μικρή (αύξηση 4%), αλλά υπάρχει κίνδυνος να έχει πιο μακροχρόνιες επιπτώσεις στον πληθωρισμό και πιθανότατα να επηρεάσει μεσοπρόθεσμα την ανταγωνιστικότητα της χώρας – σημειώνουν οι αναλυτές του επιμελητηρίου.
Τραπεζικός τομέας: Οι ελληνικές τράπεζες διατήρησαν υψηλή ρευστότητα και υψηλή κερδοφορία, υποστηριζόμενες από τα υψηλότερα επιτόκια στην ευρωζώνη, την ολοκλήρωση της αναδιάρθρωσης και τη ρευστοποίηση των ισολογισμών, σημειώνει ο αμερικανικός οίκος. Ο συνολικός δείκτης κεφαλαίου τους αυξήθηκε στο 18,8% στο τέλος του 2023, ελαφρώς κάτω από τον μέσο όρο της ζώνης του ευρώ (19,7%). Ο δείκτης των ενοποιημένων μη εξυπηρετούμενων δανείων (NPL) μειώθηκε περαιτέρω στο 6,2% στο τέλος του 2023 (από 8,7% στο τέλος του 2022), με τον Fitch να αναμένει περαιτέρω μείωση του δείκτη το 2024-2025 ως αποτέλεσμα του συνδυασμού οργανικών δραστηριοτήτων και μικρές πωλήσεις χαρτοφυλακίου.
Μείωση του ελλείμματος τρεχουσών συναλλαγών: Οι χαμηλότερες τιμές των εμπορευμάτων και η έντονη αύξηση των εξαγωγών υπηρεσιών συνέβαλαν στην ταχεία μείωση του ελλείμματος του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών το 2023, αν και στο 6,3% του ΑΕΠ παραμένει ένα από τα υψηλότερα στη ζώνη του ευρώ. Το Επιμελητήριο αναμένει μια πιο σταδιακή μείωση του ελλείμματος του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών το 2024-2025, εν μέρει λόγω της προβλεπόμενης ανάκαμψης της εξωτερικής ζήτησης για αγαθά και της συνεχιζόμενης ισχυρής απόδοσης του τουρισμού (τα έσοδα έφτασαν σε επίπεδο ρεκόρ 18 δισ. ευρώ το 2023).
Οι συνεχιζόμενες εισροές άμεσων ξένων επενδύσεων και ροών κεφαλαίων θα ενισχύσουν επίσης την εξωτερική θέση της Ελλάδας, τονίζει η Fitch. Το καθαρό εξωτερικό χρέος της τάξης του 120,6% του ΑΕΠ είναι πολύ πάνω από το διάμεσο της βαθμολογίας BBB (3%), αν και είναι το χαμηλότερο σε μια δεκαετία και θα συνεχίσει να μειώνεται σταδιακά μεσοπρόθεσμα.
Παράγοντες που θα μπορούσαν, μεμονωμένα ή συλλογικά, να οδηγήσουν σε αρνητική ενέργεια/υποβάθμιση αξιολόγησης
-Δημόσια οικονομικά: Μια άλλη ανοδική τάση του λόγου του χρέους της γενικής κυβέρνησης προς το ΑΕΠ, που προκύπτει, μεταξύ άλλων, από τη διαρθρωτική δημοσιονομική χαλάρωση, την παρατεταμένη ασθενή οικονομική ανάπτυξη ή την υλοποίηση σημαντικών ενδεχόμενων υποχρεώσεων.
-Μακροοικονομικά: Κάποιο σοβαρό αρνητικό σοκ που θα επηρέαζε το μεσοπρόθεσμο αναπτυξιακό δυναμικό της Ελλάδας και θα υπονόμευε την εξωτερική ανταγωνιστικότητά της.
Παράγοντες που θα μπορούσαν, μεμονωμένα ή συλλογικά, να οδηγήσουν σε θετική αναβάθμιση/αναβάθμιση μετοχών:
– Δημόσια οικονομικά: Διαρκής και σημαντική μείωση του χρέους της γενικής κυβέρνησης σε σχέση με το ΑΕΠ, συμπεριλαμβανομένων: σε σχέση με τη δημοσιονομική εξυγίανση μεσοπρόθεσμα.
– Μακροοικονομικά: Βελτίωση της μεσοπρόθεσμης δυναμικής και των επιδόσεων της ανάπτυξης, για παράδειγμα μέσω μεγαλύτερων επενδύσεων ή/και της εφαρμογής διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων.
Γιώργος Δ. Παυλόπουλος – Στάθης Κετιτζιάν