Οίκος αξιολόγησης S&P έδωσε στα ελληνικά ομόλογα επενδυτική βαθμίδα, ανεβάζοντας την αξιολόγησή τους σε BBB- από BBB+ με σταθερές προοπτικές. Είναι ο δεύτερος από τους τέσσερις μεγάλους οίκους αξιολόγησης που εξετάζονται Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα η οποία συνέχισε αυτή την κίνηση καθώς είχε προηγηθεί το Καναδικό Επιμελητήριο στις 8 Σεπτεμβρίου DBRS.
«Είμαι περήφανος για την αναγνώριση των επιτευγμάτων της χώρας μας», είπε ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης.
Σε ανάρτησή του στα social media στα αγγλικά, ο πρωθυπουργός αναφέρει:
«Αυτό σηματοδοτεί ένα σημαντικό ορόσημο σήμερα καθώς η S&P Global Ratings αναβάθμισε την πιστοληπτική ικανότητα της Ελλάδας σε επενδυτική βαθμίδα. Είμαστε περήφανοι που αναγνωρίζουμε τα επιτεύγματα της χώρας μας. Είμαστε αποφασισμένοι να συνεχίσουμε το μεταρρυθμιστικό μας πρόγραμμα σε μια πορεία που προσελκύει επενδύσεις, δημιουργεί θέσεις εργασίας και προσφέρει οικονομική ανάπτυξη χωρίς αποκλεισμούς».
Αυτό σηματοδοτεί ένα σημαντικό ορόσημο σήμερα, καθώς η S&P Global Ratings αναβάθμισε την πιστοληπτική ικανότητα της Ελλάδας σε επενδυτική βαθμίδα. Είμαστε περήφανοι που αναγνωρίζουμε τα επιτεύγματα της χώρας μας. Είμαστε αποφασισμένοι να συνεχίσουμε το μεταρρυθμιστικό μας πρόγραμμα – μια πορεία που προσελκύει επενδύσεις, δημιουργεί θέσεις εργασίας και προσφέρει οικονομική ανάπτυξη χωρίς αποκλεισμούς.
— Πρωθυπουργός GR (@PrimeministerGR) 20 Οκτωβρίου 2023
«Σημαντική πρόοδος»
Σε ανακοίνωσή του ο οίκος αξιολόγησης S&P κάνει λόγο για βελτίωση τα δημόσια οικονομικά της Ελλάδας μέσω των προσπαθειών δημοσιονομικής προσαρμογής, ενώ σημείωσε ότι έχει σημειωθεί σημαντική πρόοδος στην αντιμετώπιση των οικονομικών και δημοσιονομικών ανισορροπιών στην Ελλάδα από την κρίση χρέους 2009-2015.
«Αναμένουμε ότι οι πρόσθετες διαρθρωτικές οικονομικές και δημοσιονομικές μεταρρυθμίσεις, σε συνδυασμό με σημαντικούς πόρους της ΕΕ, θα στηρίξουν την ισχυρή οικονομική ανάπτυξη το 2023-2026 και θα εδραιώσουν τη συνεχιζόμενη μείωση του δημόσιου χρέους», σημειώνει το Επιμελητήριο.
Και αν η Ελλάδα έχει ήδη παράσχει ενημέρωση από DBRS Η ένταξη των ομολόγων της στα προγράμματα αγοράς ομολόγων (QE) της ΕΚΤ χωρίς την ανάγκη έκτακτης έγκρισης, μαζί με την αύξηση από τον S&P, ανοίγει τον δρόμο για τα ελληνικά ομόλογα να φτάσουν στο ραντάρ μεγάλων θεσμικών επενδυτών όπως τα συνταξιοδοτικά και τα αμοιβαία κεφάλαια.
Αυτοί οι θεσμικοί επενδυτές αγοράζουν τίτλους επενδυτικού βαθμού από δύο από τους τρεις μεγάλους οίκους αξιολόγησης των ΗΠΑ – τον S&Pτου Ικτίδος και Κακόκεφος.
Ως εκ τούτου, με μια πιθανή αναβάθμιση της 1ης Δεκεμβρίου από τη Fitch, η οποία αυτή τη στιγμή βαθμολογεί την Ελλάδα μία βαθμίδα κάτω από την επενδυτική βαθμίδα, τα ελληνικά κρατικά ομόλογα θα αποκτήσουν πολύ ευρύτερη βάση από την τρέχουσα μακροπρόθεσμη βάση επενδυτών.
Όσον αφορά τον Moody’s, μετά τη διπλή αναβάθμιση της Ελλάδας στις 15 Σεπτεμβρίου, είναι πιθανό να αποδώσει και αξιολόγηση επενδυτικού βαθμού στην επόμενη αξιολόγηση.
Χατζηδάκης: Η έκθεση S&P είναι κάτι παραπάνω από θετική
Ο απολογισμός του S&P είναι κάτι παραπάνω από θετικός και είναι πατριωτικό μας καθήκον να προχωρήσουμε σοβαρά – σχολίασε ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Κωστής Χατζηδάκηςσχετικά με την αναβάθμιση της ελληνικής οικονομίας σε επενδυτικό βαθμό από συγκεκριμένο οργανισμό αξιολόγησης.
Τόνισε επίσης ότι «η χώρα αντιμετωπίζει ένα ιστορικό παράθυρο ευκαιρίας καθώς συνδυάζει το σωστό μείγμα οικονομικής πολιτικής με πολιτική σταθερότητα. Είναι πατριωτικό μας καθήκον να αδράξουμε αυτή την ευκαιρία και να προχωρήσουμε για το καλό όλων των Ελλήνων, ιδιαίτερα των πιο ευάλωτων».
Πρόσθεσε ότι «η χώρα είναι και θα παραμείνει προσηλωμένη σε μια πολιτική δημοσιονομικής σοβαρότητας».
Ο Υπουργός δήλωσε τα εξής:
«Ο S&P είναι ο τέταρτος κατά σειρά οίκος αξιολόγησης και ο δεύτερος αναγνωρισμένος από την ΕΚΤ που έδωσε στην Ελλάδα αξιολόγηση επενδυτικής βαθμίδας τους τελευταίους μήνες μετά από 13 χρόνια. Η ίδια η έκθεση του S&P είναι κάτι παραπάνω από θετική και τόσο ενδεικτική που προσωπικά δεν έχω τίποτα να προσθέσω. Ας το διαβάσουν όσοι προσπαθούν συνεχώς να υποτιμήσουν τις προσπάθειες και τα αποτελέσματα της κυβερνητικής πολιτικής στην οικονομία.
Η χώρα αντιμετωπίζει ένα ιστορικό παράθυρο ευκαιρίας όταν συνδυάζεται το σωστό μείγμα οικονομικής πολιτικής και πολιτικής σταθερότητας. Και είναι πατριωτικό μας καθήκον να αδράξουμε αυτή την ευκαιρία και να προχωρήσουμε για το καλό όλων των Ελλήνων, ιδιαίτερα των πιο ευάλωτων.
Όπως τόνισα πρόσφατα στη συνεδρίαση του Συμβουλίου ECOFIN, η Ελλάδα, ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα των συνεχιζόμενων διαπραγματεύσεων στην Ευρωπαϊκή Ένωση για νέους κανόνες δημοσιονομικής σταθερότητας, είναι και θα παραμείνει προσηλωμένη σε μια πολιτική σοβαρής δημοσιονομικής πολιτικής. Μια πολιτική που αποτελεί τη μόνη σταθερή βάση για τη διατήρηση της αξιοπιστίας της χώρας στις διεθνείς αγορές, την προσέλκυση επενδύσεων και τη βιώσιμη ανάπτυξη.
Σύμφωνα με το υπουργείο, η S&P στην έκθεσή της τονίζει ότι δίνει στην Ελλάδα επενδυτική αξιολόγηση λόγω της παρουσίας των εξής παραγόντων:
Έχει επιτευχθεί σημαντική δημοσιονομική εξυγίανση, η οποία συνοδεύεται από ταχεία οικονομική ανάκαμψη και με αποτέλεσμα η ελληνική κυβέρνηση να υπερβαίνει τους δημοσιονομικούς της στόχους.
Η σαφής εντολή που έλαβε η Νέα Δημοκρατία στις εκλογές, επιτρέποντας στην κυβέρνηση να συνεχίσει τις μεταρρυθμίσεις.
Περαιτέρω μείωση του δημόσιου χρέους, το οποίο σύμφωνα με την S&P αναμένεται να φθάσει στο 145% του ΑΕΠ το 2023 και στο 138% το 2026 έναντι 189% του ΑΕΠ το 2020. Το Επιμελητήριο σημειώνει επίσης ότι ενώ το χρέος παραμένει υψηλό, «το προφίλ του είναι ένα από τα το πιο ευνοϊκό από όλα τα κράτη που αξιολογήσαμε, επειδή η μέση σταθμισμένη διάρκεια του χρέους της γενικής κυβέρνησης στο τέλος Ιουνίου 2023 ήταν 17,2 έτη και οι πληρωμές τόκων αντιπροσωπεύουν ένα σχετικά χαμηλό (5,6%) ποσοστό των εσόδων της γενικής κυβέρνησης».
Όπως σημειώνει η έκθεση: «Η ανάκαμψη από την κρίση χρέους και στη συνέχεια η πανδημία Covid-19 ενίσχυσε την ανάπτυξη των επενδύσεων και την εμπιστοσύνη στην οικονομία. Η ταχεία ψηφιοποίηση των δημόσιων υπηρεσιών έχει οδηγήσει σε σημαντική πρόοδο στη μείωση της φοροδιαφυγής και στη βελτίωση της αποτελεσματικότητας του δημόσιου τομέα. Οι ισχυρές επιδόσεις του τουρισμού, της ναυτιλίας και της μεταποίησης τα τελευταία χρόνια, μαζί με την πρόοδο στην πώληση και την αναδιάρθρωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, έχουν προκαλέσει πρόσθετες επενδύσεις».
Συνεχίζει να καταγράφει την υψηλότερη δυναμική ανάπτυξης σε σύγκριση με άλλες χώρες της ΕΕ, παρά τις επιπτώσεις των φυσικών καταστροφών. Αυτό οφείλεται στα αποτελέσματα ρεκόρ στον τουρισμό, στις αυξημένες επενδύσεις, στη μείωση της ανεργίας και στη βελτίωση της χρηματοδότησης της οικονομίας. Επιπλέον, ο πληθωρισμός αρχίζει να ομαλοποιείται και οδεύει προς τον στόχο της ΕΚΤ κάτω του 2%.